Protagon Main Image
| CreativeProtagon
Απόψεις

Τα τσιρότα και το έγκαυμα

Είναι άραγε όλοι οι διαδοχικοί δήμαρχοι που επέλεξαν τα τελευταία χρόνια οι Αθηναίοι ανίκανοι ή διεφθαρμένοι ή επιρρεπείς στην επικοινωνία και αλλεργικοί στην ουσία; Αν αλήθευε αυτό, θα ήταν και κάπως παρήγορο, αφού κάποια στιγμή, θέλοντας και μη, οι δημότες της Αθήνας θα εκλέξουν το κατάλληλο πρόσωπο. Η αλήθεια όμως είναι πολύ πιο σύνθετη, υπερβαίνει τα πρόσωπα
Γιώργος Καμίνης

Παρακολουθώ, όσο μπορώ, τη συζήτηση που έχει ανοίξει τον τελευταίο καιρό για την Αθήνα. Τα περισσότερα δημοσιεύματα είναι από αρνητικά έως απροκάλυπτα καταδικαστικά. Για το κυκλοφοριακό, τα τραπεζοκαθίσματα, το πράσινο, την καθαριότητα, την ηχορύπανση, τα ναρκωτικά, την αστεγία και άλλα πολλά, κρατούσα άποψη είναι ότι η κατάσταση δεν πάει άλλο.

Η κύρια ευθύνη συνήθως εντοπίζεται στον δήμαρχο. Οχι μόνο στον σημερινό, αλλά και στους προηγούμενους συλλήβδην. Σε πρόσφατο δημοσίευμα που φέρει τον εύγλωττο τίτλο «Ενα τέρας που λέγεται Αθήνα» διαβάζουμε τα ακόλουθα: «Δεν έχει εμφανιστεί ούτε ένας (δήμαρχος) να πει την αλήθεια:Αυτό εδώ δεν είναι πόλη, είναι μαύρη τρύπα. Θέλει αλλαγές από τα θεμέλια”. Και να προτείνει αυτές τις αλλαγές, όσο δαπανηρές και αν είναι. Να τις βάλει στο τραπέζι, έστω. Ο ένας θέλει να κάνει Περίπατο, ο άλλος να σβήσει τα γκράφιτι, ο τρίτος να βάλει κάγκελα στα πεζοδρόμια. Ωραία όλα αυτά, αλλά είναι σαν να βάζεις τσιρότα σε καθολικό έγκαυμα τρίτου βαθμού» (Μαρία Δεδούση, Protagon 19/9/2025).

Δεν αμφισβητώ την καλή πίστη της αρθρογράφου. Κατανοώ επίσης την αγανάκτηση εκείνων που συγκρίνουν την πρωτεύουσα με πολλές άλλες πόλεις του εξωτερικού, για να καταλήξουν στο θλιβερό συμπέρασμα πως η Αθήνα βγαίνει συντριπτικά χαμένη από τη σύγκριση.

Είναι άραγε όλοι οι διαδοχικοί δήμαρχοι που επέλεξαν τα τελευταία χρόνια οι Αθηναίοι ανίκανοι ή διεφθαρμένοι ή επιρρεπείς στην επικοινωνία και αλλεργικοί στην ουσία; Αν αλήθευε αυτό, θα ήταν και κάπως παρήγορο, αφού κάποια στιγμή, θέλοντας και μη, οι δημότες της Αθήνας θα εκλέξουν το κατάλληλο πρόσωπο. Η αλήθεια όμως είναι πολύ πιο σύνθετη, υπερβαίνει τα πρόσωπα· έχει μια κρίσιμη θεσμική διάσταση που συχνά τείνουμε να αγνοούμε ή να υποτιμούμε.

Θα μας βοηθήσει να κατανοήσουμε το πρόβλημα η δημόσια διαμάχη που κορυφώθηκε τις τελευταίες εβδομάδες με αντικείμενο την πεζοδρόμηση της λεωφόρου Βασιλίσσης Ολγας. Καλώς ή κακώς –το ζήτημα δεν με απασχολεί εδώ– η σημερινή δημοτική αρχή αποφάσισε να ανατρέψει τους σχεδιασμούς της προηγούμενης. Αμέσως αντέδρασε αρνητικά το υπουργείο Πολιτισμού, συνεπικουρούμενο πρόσφατα από το υπουργείο Περιβάλλοντος & Ενέργειας και το υπουργείο Υποδομών & Μεταφορών.

Σε κοινή τους ανακοίνωση τα τρία υπουργεία έσπευσαν να τονίσουν ότι οι νέοι σχεδιασμοί της δημοτικής αρχής οφείλουν να αποσπάσουν την έγκριση όχι μόνο τη δική τους αλλά και του ΟΑΣΑ και των τεχνικών υπηρεσιών της Αποκεντρωμένης Διοίκησης Αττικής, που η ηγεσία τους διορίζεται από την κυβέρνηση. Με λίγα λόγια, η πρόσφατη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου της πρωτεύουσας παραπέμπεται στις ελληνικές καλένδες όσο θα παραμένει στην εξουσία η σημερινή κυβερνητική πλειοψηφία.

Ασφαλώς, είναι πολύ δύσκολο για έναν δήμαρχο να αντιμετωπίζει τη συστηματική εχθρότητα (όχι απλώς αντιπαλότητα) της κεντρικής κυβέρνησης. Το λέω εξ ιδίας πείρας, το βλέπουμε όμως ακόμα και σε χώρες με ισχυρά συστήματα τοπικής διακυβέρνησης. Σήμερα στις ΗΠΑ π.χ. ο Τραμπ φροντίζει να κάνει τον βίο αβίωτο σε κυβερνήτες και δημάρχους του Δημοκρατικού Κόμματος. Ιδίως στην Ελλάδα, η ύπαρξη μιας κεντρικής εξουσίας εχθρικής προς τη δημοτική αρχή της Αθήνας μπορεί να έχει οδυνηρές συνέπειες.

Η χώρα μας είναι ένα από τα πιο συγκεντρωτικά κράτη της Ευρώπης. Με βάση τους δείκτες τοπικής αυτονομίας καταλαμβάνει την 32η θέση μεταξύ 39 χωρών. Αυτό, δυστυχώς, που βλέπουμε να εκδηλώνεται στο ζήτημα της λεωφόρου Βασιλίσσης Ολγας ισχύει σε όλα τα πεδία της δημοτικής δράσης. Το κράτος, με τη μία ή την άλλη μορφή, είναι πανταχού παρόν. Αλλά και εκεί που αποκεντρώνει αρμοδιότητες τα κάνει θάλασσα.

Ας μείνουμε, για παράδειγμα, στο πρόβλημα της μετακίνησης μέσα στην πόλη, που τα τελευταία χρόνια έχει γίνει αφόρητο. Θα διαπιστώσουμε έναν ακραίο κατακερματισμό αρμοδιοτήτων. Την παράνομη στάθμευση ελέγχει ο δήμος και η ΕΛ.ΑΣ., τους σηματοδότες η Περιφέρεια, η Τροχαία ανήκει στο υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, τα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς υπάγονται σε τέσσερις διαφορετικούς φορείς εποπτευόμενους από το υπουργείο Μεταφορών και Υποδομών (ΣΤΑΣΥ, ΤΡΑΜ, ΗΣΑΠ, ΟΣΥ), ακόμα και η συντήρηση κάποιων κεντρικών οδικών αρτηριών μέσα στην πόλη ανήκει σε διαφορετικούς φορείς.

Πριν από λίγους μήνες, ο περιφερειάρχης Αττικής αποκάλυψε ότι κατά καιρούς κάποιοι δήμοι εκπονούν κυκλοφοριακές μελέτες, με ανομολόγητο σκοπό να φορτώσουν το πρόβλημα στον γείτονα. Ηθελε να υπογραμμίσει ότι το ζήτημα της μετακίνησης στο Λεκανοπέδιο υπερβαίνει πια τα όρια του Δήμου Αθηναίων, αλλά και κάθε άλλου δήμου της Περιφέρειας Αττικής.

Επειδή προβλήματα κατακερματισμού αρμοδιοτήτων αντιμετώπισαν κάποια στιγμή πολλά μεγάλα αστικά κέντρα –ευρωπαϊκά και μη–, απέκτησαν μητροπολιτικές διοικήσεις. Πρόκειται για μορφή οργάνωσης κατάλληλη να διοικήσει μεγάλα πολεοδομικά συγκροτήματα, όπως είναι ο νομός Αττικής, που σήμερα περιλαμβάνει τον Δήμο της Αθήνας και άλλους 65 δήμους.

Ολα σχεδόν τα σοβαρά προβλήματα έχουν υπερτοπικό χαρακτήρα. Η κλιματική κρίση, το ζήτημα της ασφάλειας, το πρόβλημα των ναρκωτικών, η στεγαστική κρίση, ο υπερτουρισμός κ.λπ. έχουν  επιπτώσεις που δεν γνωρίζουν διοικητικά σύνορα. Συγχρόνως, ως προβλήματα ιδιαιτέρως σύνθετα, απαιτούν και ολοκληρωμένες προσεγγίσεις που ευδοκιμούν μόνον όταν η ευθύνη εστιάζεται αποκλειστικά σε έναν δημόσιο φορέα.

Το αίσχος, για παράδειγμα, της δημόσιας χρήσης και εμπορίας ναρκωτικών στο κέντρο της Αθήνας είναι συγχρόνως ζήτημα ασφάλειας (ΕΛ.ΑΣ.), υγείας (νοσοκομεία, κέντρα υγείας, δημοτικά ιατρεία κ.λπ.), προστασίας των χρηστών (street work, χώροι ελεγχόμενης χρήσης), πρόληψης και αποκατάστασης (π.χ. ΚΕΘΕΑ, ΟΚΑΝΑ). Φαινόμενο στην έκτασή του μοναδικό για ευρωπαϊκή πρωτεύουσα, και όμως δεν έχουμε κατορθώσει τόσα χρόνια να το αντιμετωπίσουμε. Γιατί, όπως και στο κυκλοφοριακό, η δημόσια δράση διαχέεται σε πολλά επίπεδα διοίκησης.

Ας μου επιτραπεί κι άλλο παράδειγμα. Οταν ένας δήμος αναλαμβάνει την ευθύνη της λειτουργίας ενός χώρου ελεγχόμενης χρήσης ναρκωτικών, οφείλει να εξασφαλίσει ότι πέριξ του χώρου θα υπάρχει αστυνόμευση, γιατί εκεί δημιουργούνται πιάτσες και συχνάζουν τα «βαποράκια». Αυτό όμως μόνο μια ένοπλη δημοτική αστυνομία μπορεί να το εγγυηθεί, διότι η κρατική ΕΛ.ΑΣ., όσο συνεργάσιμη και αν είναι, κάποια στιγμή θα έχει άλλες προτεραιότητες. Η δημοτική αστυνομία πρέπει να μετατραπεί σε πραγματική αστυνομία. Αλλωστε, σε κάποια πεδία αρμοδιότητας της δημοτικής αστυνομίας (π.χ. χώροι εστίασης), το οργανωμένο έγκλημα εκδηλώνεται κυρίως ως διοικητική παραβατικότητα.

Τα ίδια λίγο ως πολύ προβλήματα συναρμοδιοτήτων εντοπίζονται και σε άλλους τομείς, π.χ. στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας, την κοινωνική πολιτική, την εκπαίδευση.

Ολα κατατείνουν σε ένα συμπέρασμα. Το διοικητικό σύστημα της χώρας έχει ανάγκη από μητροπολιτικές διοικήσεις. Το νομοθέτημα «Καλλικράτης» (2010) περιείχε κάποιες πρώτες ρυθμίσεις για την Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, που όμως έμειναν ανεφάρμοστες μέσα στη δίνη της κρίσης που έπληξε τη χώρα. Από εκεί οφείλει να αρχίσει η νέα μεταρρύθμιση της τοπικής αυτοδιοίκησης. Οπως συμβαίνει σε όλες τις σύγχρονες μεγαλουπόλεις του κόσμου, η Περιφέρεια Αττικής, για παράδειγμα, θα μετατραπεί σε μια μητροπολιτική διοίκηση με έναν δήμαρχο επικεφαλής και περισσότερα δημοτικά διαμερίσματα που θα προκύψουν από τις συνενώσεις των σημερινών 66 δήμων.

Πολλοί θα σπεύσουν να αντιτείνουν ότι έτσι δεν θα αποκεντρώσουμε τη διοίκηση, αλλά τη διαφθορά. Θα φέρουν ως παράδειγμα τις πολεοδομίες, τις οποίες  η Πολιτεία επαναφέρει στην κεντρική διοίκηση μετά από τα πρόσφατα κρούσματα χρηματισμού δημοτικών υπαλλήλων. ‘Ομως από κάπου πρέπει να αρχίσουμε.

Το νέο εγχείρημα αποκέντρωσης  ας μην έχει αυτή τη φορά γενικό και καθολικό χαρακτήρα. Ας αρχίσει πιλοτικά από την Περιφέρεια Αττικής και από τη Θεσσαλονίκη. Εκεί δηλαδή όπου έχουμε ασφυκτική συσσώρευση πληθυσμού και δραστηριοτήτων, εκεί όπου το κράτος είτε επισκιάζει (Αθήνα) είτε αποξενώνει τις τοπικές κοινωνίες. Και αφού δοκιμαστεί στην πράξη, να επεκταθεί και σε άλλες Περιφέρειες της χώρας.

Κάτι τελευταίο αλλά εξίσου σημαντικό. Δεν νοείται να μιλάμε για ουσιαστική τοπική αυτοδιοίκηση εάν δεν καταστήσουμε τους δήμους οικονομικά αυτοδύναμους και όχι επαίτες του κρατικού κορβανά (βλ. το ισχύον σύστημα των κεντρικών αυτοτελών πόρων, ΚΑΠ). Ούτε εδώ χρειάζεται να εφεύρουμε την πυρίτιδα. Στα πιο προηγμένα συστήματα τοπικής αυτοδιοίκησης διεθνώς, η φορολόγηση των ακινήτων έχει περάσει στην τοπική αυτοδιοίκηση. Φυσικά, ο νόμος θα έχει προβλέψει τα ανώτατα και κατώτατα όρια των συντελεστών φορολογίας και ειδικά καθεστώτα όπου αυτό επιβάλλεται από τις αξίες των ακινήτων.

Κάποια στιγμή το μέτρο ανακοινώθηκε από τον τότε πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά, αλλά το κατάπιε και αυτό η κρίση. Οσο, πάντως, δεν αποτολμούμε τις μεταρρυθμίσεις αυτές, θα υπάρχουν και κάποιοι δήμαρχοι που θα ασχολούνται με τα τσιρότα και όχι με το έγκαυμα.


* Ο Γιώργος Καμίνης υπήρξε επίκουρος καθηγητής του Συνταγματικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Διετέλεσε δήμαρχος Αθηναίων από το 2011 μέχρι το 2019 και βουλευτής Επικρατείας του ΠΑΣΟΚ από το 2019 έως το 2023. Επίσης υπηρέτησε ως Συνήγορος του Πολίτη από το 2003 μέχρι το 2010.

Exit mobile version