Η ειρήνη στη Μέση Ανατολή, έπειτα από αιώνες συγκρούσεων, εξακολουθεί να μοιάζει ένα άπιαστο όνειρο. Μέσα σε ένα τοπίο ασταθές, γεμάτο αντιπαλότητες και εύθραυστες συμμαχίες, κάθε απόπειρα συμφιλίωσης δοκιμάζει τα όριά της. Κι όμως, η ελπίδα για ένα τέλος στη βία δεν παύει ποτέ να αναζωπυρώνεται.
Η Μαρία Κορίνα Ματσάδο, όταν έμαθε ότι κέρδισε το Νομπέλ Ειρήνης, αντέδρασε λέγοντας ότι πίσω της βρίσκεται ένα ολόκληρο κίνημα. Εάν το Νομπέλ του 2026 δοθεί στον Ντόναλντ Τραμπ, είναι μάλλον απίθανο να ακούσουμε μια τόσο ταπεινή δήλωση. Ο αμερικανός πρόεδρος έχει ήδη διακηρύξει ότι «όλοι λένε πως πρέπει να το πάρει». Ισως υπερβάλλει, όπως τότε που πήρε τα εύσημα για τη λήξη ανύπαρκτων συγκρούσεων, ανάμεσα σε Αλβανία και Αζερμπαϊτζάν ή σε Καμπότζη και Αρμενία, ωστόσο πράγματι είχε καθοριστικό ρόλο στον τερματισμό του αιματηρού πολέμου στη Γάζα. Πλήθη Ισραηλινών τού εξέφρασαν την ευγνωμοσύνη τους στο Τελ Αβίβ.
Και παρότι είναι υπερβολικό να υποστηρίζει, όπως έκανε, ότι «ύστερα από τρεις χιλιάδες χρόνια χάους και πολέμων υπάρχει ΕΙΡΗΝΗ ΣΤΗ ΜΕΣΗ ΑΝΑΤΟΛΗ», το γεγονός παραμένει αξιοσημείωτο: αν επιτύχει διαρκή ειρήνη στη Γάζα, θα πρόκειται για επίτευγμα με διεθνή βαρύτητα, γράφει ο Γκίντιον Ράχμαν στους Financial Times. Ακόμη μεγαλύτερη θα ήταν η επιτυχία αν υλοποιηθεί πλήρως το ειρηνευτικό σχέδιο 20 σημείων, που υπόσχεται οριστική λύση στη διαμάχη Ισραήλ – Παλαιστίνης. Ενα τέτοιο αποτέλεσμα θα συνιστούσε ιστορικό ορόσημο, κάτι που δεν κατόρθωσαν διαδοχικοί αμερικανοί πρόεδροι από το 1948.
Ωστόσο, οι πιθανότητες δεν είναι με το μέρος του, γράφουν οι Financial Times. Παρά την ανακούφιση που επικρατεί σε Ισραήλ και Γάζα για τη λήξη των εχθροπραξιών, τα πρώτα σύννεφα ήδη φαίνονται στον ορίζοντα. Το πιο κρίσιμο ερώτημα αφορά το κατά πόσον η Χαμάς θα αφοπλιστεί και θα διαλυθεί, ενώ το Ισραήλ θα αποσυρθεί από τη Γάζα, όπως προβλέπει η συμφωνία. Οι ενδείξεις δεν είναι ενθαρρυντικές. Η Χαμάς, αντί να εγκαταλείπει την εξουσία, ισχυροποιεί τον έλεγχό της και συγκρούεται με αντίπαλες παλαιστινιακές ομάδες για να διατηρήσει την κυριαρχία της.
Αν δεν γίνει πραγματικότητα ο αφοπλισμός, τα επόμενα στάδια του σχεδίου γίνονται εξαιρετικά αβέβαια. Είναι ρεαλιστικό να αναλάβουν «τεχνοκράτες» Παλαιστίνιοι τη διοίκηση της Γάζας ενώ η Χαμάς παραμένει ενεργή; Η απάντηση είναι προφανώς όχι. Αυτή η εκκρεμότητα υπονομεύει και το επόμενο κρίσιμο βήμα, τη δημιουργία μιας πολυεθνικής δύναμης σταθεροποίησης, με στρατεύματα κυρίως από αραβικές και μουσουλμανικές χώρες.
Η δέσμευση αυτών των κρατών ήταν εξαρχής αμφίβολη και θα εξατμιστεί αν η Χαμάς συνεχίσει να ασκεί επιρροή. Χώρες όπως η Αίγυπτος, η Ινδονησία και τα κράτη του Κόλπου δεν θα διακινδυνεύσουν απώλειες και δεν θα συμμετάσχουν σε επιχειρήσεις που θα εκληφθούν ως πολεμική δράση εναντίον της Χαμάς για λογαριασμό του Ισραήλ.
Από την άλλη πλευρά, σημειώνουν οι Financial Times, αν η Χαμάς εξακολουθεί να ελέγχει τη Γάζα, οι ισραηλινές κυβερνήσεις θα συνεχίσουν να τη θεωρούν εξίσου επικίνδυνη. Ετσι, είναι απίθανο το Ισραήλ να προχωρήσει σε πλήρη αποχώρηση. Κάποια στιγμή, είτε η κυβέρνηση Νετανιάχου είτε η επόμενη, ενδέχεται να ξανανοίξει τον κύκλο της βίας. Προς το παρόν, όμως, και οι δύο πλευρές έχουν λόγους να τηρήσουν την εκεχειρία. Ο Νετανιάχου, ενόψει εκλογών, θέλει να εμφανιστεί ως ο ηγέτης που νίκησε τη Χαμάς, σταμάτησε τον πόλεμο και απελευθέρωσε τους ομήρους. Η ίδια η Χαμάς χρειάζεται χρόνο για να ανασυνταχθεί και να ξαναχτίσει την επιρροή της στα ερείπια της Γάζας.
Οταν λοιπόν η Επιτροπή των Νομπέλ εξετάσει του χρόνου τους υποψηφίους της, το αποτέλεσμα του αμερικανικού ειρηνευτικού σχεδίου πιθανότατα θα παραμένει εύθραυστο και αβέβαιο.
Ωστόσο, ο Τραμπ επιδείνωσε το πρόβλημα πριν το βελτιώσει. Το περιβόητο σχέδιο «Gaza Riviera» που παρουσίασε τον Φεβρουάριο του 2025, εν μέσω εκεχειρίας, ίσως συνέβαλε στην επανέναρξη του πολέμου. Το πρόβλημα δεν ήταν μόνο η εξωπραγματική του φύση, καθώς ήταν ένα σχέδιο που αντιμετώπιζε την τραγωδία ως επενδυτική ευκαιρία για αμερικανούς κατασκευαστές, αλλά και η πολιτική του επίδραση: νομιμοποίησε τις ακραίες φωνές της ισραηλινής Δεξιάς που επιθυμούσαν τη μαζική μετακίνηση των Παλαιστινίων. Δεν είναι τυχαίο ότι λίγο μετά, τον Μάρτιο, το Ισραήλ ξανάρχισε τις επιχειρήσεις, βυθίζοντας τη Γάζα σε ακόμη επτά μήνες αιματοχυσίας.
Το νεότερο ειρηνευτικό σχέδιο του Τραμπ είναι πιο ρεαλιστικό και δείχνει μεγαλύτερο σεβασμό στα δικαιώματα των Παλαιστινίων. Ομως, σύμφωνα με τους Financial Times, αυτό οφείλεται εν μέρει σε άλλους: στους Ευρωπαίους, στους άραβες ηγέτες του Κόλπου και στους έμπειρους διπλωμάτες των ΗΠΑ που τον έπεισαν, μαζί με τον απεσταλμένο του, Στιβ Γουίτκοφ, να επανέλθει στις παραδοσιακές αρχές μιας ειρηνευτικής διαδικασίας, όπως η προοπτική δύο κρατών.
Η πρόοδος αυτή, πάντως, δεν θα είχε επιτευχθεί χωρίς ένα μοιραίο λάθος του Νετανιάχου: τον βομβαρδισμό του Κατάρ για την εξόντωση των εξόριστων ηγετών της Χαμάς. Αυτή η ενέργεια φαίνεται ότι ξεπέρασε τα όρια της υπομονής του Τραμπ, ο οποίος τότε ανέλαβε δυναμική δράση, επιδεικνύοντας αποφασιστικότητα που ο Τζο Μπάιντεν δεν είχε δείξει ποτέ.
Τη Δευτέρα 13 Οκτωβρίου, ο Τραμπ προσγειώθηκε στη Μέση Ανατολή, μίλησε στην Κνεσέτ και προήδρευσε διεθνούς ειρηνευτικής διάσκεψης στην Αίγυπτο. Θα απολαύσει τη δημοσιότητά που του προσφέρει αυτή η ευκαιρία. Εάν, όμως, όλα αυτά αρκούν για ένα Νομπέλ Ειρήνης, απομένει να φανεί.
