Η ιερή σχέση της Πολωνίας με τον γαλλοτραφή Σοπέν
Η ιερή σχέση της Πολωνίας με τον γαλλοτραφή Σοπέν
Ο Φριντέρικ Φραντσίζεκ Σόπεν γεννήθηκε το 1810 στο Ζελαζόβα Βόλα, κοντά στη Βαρσοβία, αλλά έφυγε από την Πολωνία μετά την αποτυχημένη εξέγερση του 1830 και δεν επέστρεψε ποτέ. Παρότι έζησε το υπόλοιπο της ζωής του στη Γαλλία και έγινε γνωστός ως Φρεντερίκ Σοπέν, μεγάλωσε μέσα στο πνεύμα του πολωνικού ρομαντισμού και της εθνικής ευαισθησίας για μια πατρίδα που τότε δεν υπήρχε ως κράτος· οι μαζούρκες, οι πολωνέζες και τα νοσταλγικά του θέματα αντικατοπτρίζουν τον πόνο της εξορίας και τη λαχτάρα για ελευθερία.
Ο ίδιος έλεγε ότι «όπου κι αν ζω, η καρδιά μου ανήκει στην Πολωνία» και πράγματι, μετά το θάνατό του το 1849, η καρδιά του μεταφέρθηκε στη Βαρσοβία, σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία. Ο Σοπέν έγινε διαχρονικό σύμβολο της πολωνικής ψυχής, της μελαγχολίας και της ελπίδας.
Μέχρι σήμερα, η Πολωνία διατηρεί μια σχεδόν ιερή σχέση με τον διάσημο συνθέτη της. Οι επισκέπτες της Βαρσοβίας τον συναντούν από την πρώτη στιγμή: το διεθνές αεροδρόμιο φέρει το όνομά του, ενώ αποσπάσματα από τα έργα του ηχούν στους σιδηροδρομικούς σταθμούς. Η μουσική του αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της ταυτότητας της χώρας και τιμάται μέσα από φεστιβάλ, ρεσιτάλ και καθημερινές συναυλίες. Κάθε καλοκαίρι, πλήθη συγκεντρώνονται στο πάρκο Ουαζένκι της πρωτεύουσας για δωρεάν συναυλίες κάτω από το επιβλητικό άγαλμα του συνθέτη, μια παράδοση βαθιά ριζωμένη στη συλλογική μνήμη των Πολωνών.
Ωστόσο, γράφουν οι Financial Times, τίποτα δεν συγκρίνεται με την ατμόσφαιρα που δημιουργεί ο Διεθνής Διαγωνισμός Πιάνου Σοπέν, ο οποίος πραγματοποιείται κάθε πέντε χρόνια, τον Οκτώβριο, και θεωρείται ευρέως ως οι «Ολυμπιακοί Αγώνες» του πιάνου. Ο σχεδόν αιωνόβιος θεσμός προσελκύει παγκόσμιο ενδιαφέρον: τα εισιτήρια εξαντλούνται έναν χρόνο νωρίτερα, ενώ τα πολωνικά ΜΜΕ γεμίζουν με ιστορίες νέων ταλέντων και εικασίες για το αν θα υπάρξει επιτέλους ένας νέος πολωνός νικητής, κάτι που δεν έχει συμβεί από τη νίκη του Ράφαου Μπλέχατζ, πριν από είκοσι χρόνια. Οι ακροάσεις μεταδίδονται ζωντανά επί τρεις εβδομάδες από την τηλεόραση και το ραδιόφωνο, ενώ η ανακοίνωση του νικητή, στις 20 Οκτωβρίου, αποτελεί εθνικό γεγονός.
Η αρχιτέκτονας Μαουγκορζάτα Σενάτορσκα θυμάται ότι έπαιρνε απουσίες από το σχολείο για να προλάβει τα εισιτήρια: «Μέσα από τον Σοπέν, ακούγεται η ιστορία, οι αγώνες και τα συναισθήματα της Πολωνίας», λέει στους FT. Ο αργεντινός πιανίστας και μέλος της κριτικής επιτροπής Νέλσον Γκέρνερ σημειώνει ότι ο διαγωνισμός είναι μοναδικός στον κόσμο, γιατί αποτυπώνει την ιδιαίτερη σχέση του πολωνικού λαού με τον συνθέτη. «Πού αλλού θα έβλεπες ανθρώπους να περιμένουν με τις ώρες για να ακούσουν δώδεκα διαφορετικούς πιανίστες να παίζουν το ίδιο βαλς;», λέει.
Η διοργάνωση, που λαμβάνει χώρα στη Φιλαρμονική του Εθνικού Θεάτρου, απαιτεί απόλυτη τεχνική αρτιότητα και βαθιά συναισθηματική έκφραση. Οι διαγωνιζόμενοι πρέπει να αποδώσουν μισή ώρα αποκλειστικά έργων του Σοπέν, μπροστά σε ένα ακροατήριο απόλυτα προσηλωμένο.
Η πολιτική δεν έλειψε από τον διαγωνισμό: το 1949, επί κομμουνισμού, το πρώτο βραβείο μοιράστηκαν μια πολωνή και μια σοβιετική πιανίστρια, μια «πολιτικά τέλεια αλλά και δίκαιη λύση», όπως σημειώνουν οι FT. Το 1980, η διάσημη πιανίστα Μάρτα Αργκεριχ παραιτήθηκε από την κριτική επιτροπή όταν απορρίφθηκε ο Γιουγκοσλάβος Ιβο Πογκορέλιτς, τον οποίο αποκάλεσε «ιδιοφυΐα». Εκείνη τη χρονιά, ο Βορειοβιετναμέζος Ντανγκ Θάι Σον έγινε ο πρώτος ασιάτης νικητής και ο Πογκορέλιτς κατηγόρησε τους Σοβιετικούς ότι τον προώθησαν για πολιτικούς λόγους.
Το 2025, ο διαγωνισμός διεξάγεται ξανά υπό τη σκιά της γεωπολιτικής: μόλις δύο Ρώσοι συμμετέχουν και αυτοί με ουδέτερη σημαία λόγω του πολέμου στην Ουκρανία, ενώ οι ασιάτες πιανίστες κυριαρχούν, με κυρίαρχη παρουσία της Κίνας. Ο ιάπωνας πρώην πρέσβης στην Πολωνία, Ακίο Μιγιαζίμα, βλέπει τον Σοπέν ως «πρέσβη ήπιας ισχύος», καθώς συνδέει συναισθηματικά τους Πολωνούς με τους Ιάπωνες.
Ο Γκέρνερ καταλήγει ότι ο Σοπέν καταφέρνει να εκφράσει ταυτόχρονα το εθνικό και το οικουμενικό: «Ο ίδιος κράτησε τον βαθιά πολωνικό χαρακτήρα του, αλλά τα συναισθήματα που προκαλεί ξεπερνούν κάθε σύνορο. Δεν υπάρχει χώρα που να μην αγαπά τον Σοπέν, από την Αργεντινή ως την Ιαπωνία».
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
