ΗΠΑ-Κίνα και δασμοί: ποιος υποχώρησε πρώτος;
ΗΠΑ-Κίνα και δασμοί: ποιος υποχώρησε πρώτος;
Στα παλιά γουέστερν υπήρχε πάντα εκείνη η άβολη στιγμή που οι δύο πιστολέρο στέκονταν ο ένας μερικά βήματα απέναντι στον άλλον και κοιτάζονταν στα μάτια απειλητικά, κρατώντας ήδη στα χέρια τους το εξάσφαιρο. Οποιος έκλεινε, έστω και για ένα κλάσμα, τα μάτια, ήταν ήδη νεκρός. Το εξάσφαιρο, στην περίπτωση της Κίνας και των ΗΠΑ, ήταν τις τελευταίες εβδομάδες γεμάτο όχι με σφαίρες, αλλά με δασμούς. Πολλούς δασμούς. Τόσο πολλούς, που αυτό το παράξενο εμπορικό αδιέξοδο, ανάμεσα στις δύο μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου, ήταν πιο σουρεαλιστικό και από τα παλιά γουέστερν.
Ηταν, επίσης, καταστροφικό, διότι κάθε δευτερόλεπτο που περνούσε, η ζημιά που προκαλούσε στις οικονομίες των ΗΠΑ και της Κίνας ήταν τεράστια. Συνεπώς, δεν είναι τόσο παράξενο το γεγονός ότι κάποιος από τους δύο, τελικά, έκλεισε για λίγο τα μάτια, αλλά ο άλλος δεν τον πυροβόλησε.
Η πρώτη συνάντηση για την άρση του εμπορικού αδιεξόδου μεταξύ των δύο χωρών πραγματοποιήθηκε πριν από σχεδόν τρεις εβδομάδες στο υπόγειο της έδρας του ΔΝΤ, γράφουν οι Financial Times, υπό άκρα μυστικότητα. Ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, συναντήθηκε με τον υπουργό Οικονομικών της Κίνας, Λαν Φο’άν, για να συζητήσουν τη σχεδόν πλήρη κατάρρευση του εμπορίου μεταξύ των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου.
Η μέχρι τώρα άγνωστη αυτή συνάντηση ήταν η πρώτη υψηλού επιπέδου μεταξύ αμερικανών και κινέζων αξιωματούχων από την ορκωμοσία του Ντόναλντ Τραμπ και την έναρξη του δασμολογικού πολέμου του.
Οι συνομιλίες κορυφώθηκαν το περασμένο Σαββατοκύριακο, στη Γενεύη, με τη συμμετοχή και πάλι του Μπέσεντ, ο οποίος αυτή τη φορά συναντήθηκε με τον Χε Λιφένγκ, τον αντιπρόεδρο της κινεζικής κυβέρνησης, και συμφώνησαν σε μια «εκεχειρία» που θα μειώσει τους αμοιβαίους δασμούς κατά 115% για 90 ημέρες.
Η εκεχειρία, σημειώνουν οι FT, αποδείχθηκε ευκολότερη από το αναμενόμενο, αφήνοντας, όμως, τους πάντες να αναρωτιούνται αν αυτός που «έκλεισε τα μάτια» πρώτος ήταν το Πεκίνο ή η Ουάσινγκτον.
Ο Τραμπ διεκδίκησε τη νίκη, τη Δευτέρα 12 Μαΐου, λέγοντας ότι έχει σχεδιάσει μια «ολική αναπροσαρμογή» για την Κίνα. Την ίδια στιγμή, ο Χου Σιτζίν, πρώην εκδότης της αγγλόφωνης εφημερίδας του Κομμουνιστικού Κόμματος, Global Times, έγραφε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ότι η συμφωνία ήταν «μια μεγάλη νίκη για την Κίνα».
Οι οικονομολόγοι, κοιτώντας τα πράγματα απέξω, συμφωνούν ότι οι ΗΠΑ μπορεί να υπερέβαλαν εαυτόν ανεβάζοντας τους δασμούς πολύ γρήγορα και πολύ υψηλά. «Οι ΗΠΑ υποχώρησαν πρώτες», είπε στους FT η Αλίσια Γκαρσία-Χερέρο, επικεφαλής οικονομολόγος Ασίας-Ειρηνικού στη γαλλική επενδυτική τράπεζα Natixis. «Νόμιζαν ότι θα μπορούσαν να αυξάνουν τους δασμούς σχεδόν επ’ αόριστον χωρίς να πληγούν, αλλά αυτό αποδείχθηκε λάθος».
Οι ΗΠΑ και η Κίνα υποστήριζαν εξαρχής ότι «ο απέναντι» ήταν πιο ευάλωτος στους δασμούς. Ομως, η ταχύτητα με την οποία έριξαν τους δασμούς στη Γενεύη υποδηλώνει ότι ο εμπορικός πόλεμος προκαλούσε σοβαρή ζημιά και στις δύο πλευρές, πρόσθεσε.
Η απότομη αποσύνδεση των δύο μεγαλύτερων οικονομιών του κόσμου απειλούσε με απώλειες θέσεων εργασίας για τους κινέζους εργαζόμενους και υψηλότερο πληθωρισμό και άδεια ράφια για τους αμερικανούς καταναλωτές.
Ο Κρεγκ Σίνγκλετον του Ιδρύματος για την Υπεράσπιση των Δημοκρατιών, ενός think tank με έδρα στην Ουάσινγκτον, είπε στους FT ότι είναι «εντυπωσιακό» το πόσο γρήγορα προέκυψε η συμφωνία, υπονοώντας ότι «και οι δύο πλευρές ήταν πιο εγκλωβισμένες και στριμωγμένες οικονομικά από ό,τι έδειχναν».
Ενώ το Πεκίνο όρθωσε ανάστημα απέναντι στην Ουάσινγκτον για το θέμα των δασμών, οι κινέζοι διαπραγματευτές έχουν ακόμη πολλή δουλειά να κάνουν για να εξισορροπήσουν τους όρους του ανταγωνισμού. Οι ΗΠΑ εξακολουθούν να διατηρούν πολύ υψηλότερους δασμούς για τις κινεζικές εισαγωγές από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα.
Η Capital Economics υπολόγισε ότι οι συνολικοί δασμοί των ΗΠΑ σε κινεζικά προϊόντα θα παραμείνουν περίπου στο 40% μετά την κατάπαυση του πυρός, ενώ οι κινεζικοί δασμοί στις ΗΠΑ θα είναι περίπου στο 25%. Οι ειδικοί επισημαίνουν, επίσης, ότι ο δρόμος για μια διαρκή συμφωνία θα είναι μακρύς και δύσκολος.
«Οι εμπορικές διαπραγματεύσεις ΗΠΑ-Κίνας θα είναι σαν τρενάκι του τρόμου στο λούνα παρκ», εξηγεί παραστατικά ο ειδικός σε θέματα Κίνας του think tank CSIS. «Οι αγορές μπορούν να ανασάνουν προσωρινά με ανακούφιση, αλλά ο κίνδυνος θα παραμονεύει πάντα στη γωνία».
Πριν από τις συνομιλίες, ο Μπέσεντ είχε προειδοποιήσει ότι το υψηλό επίπεδο δασμών δεν ήταν βιώσιμο και ισοδυναμούσε με εμπάργκο στο εμπόριο ΗΠΑ-Κίνας. Η εκεχειρία τουλάχιστον μείωσε το χάσμα αρκετά ώστε οι εξαιρετικά ανταγωνιστικοί ως προς τις τιμές κινέζοι κατασκευαστές να παραμείνουν στην αγορά των ΗΠΑ.
Θα ήταν αδύνατον, γράφουν οι FT, για τους κινέζους παραγωγούς να αντισταθμίσουν τους δασμούς 145% που επέβαλαν οι ΗΠΑ, αλλά με 30%, οι περισσότερες κινεζικές εισαγωγές στις ΗΠΑ θα διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά τους.
Πριν από τις συνομιλίες στη Γενεύη, ο Μπέσεντ είχε δηλώσει ότι οι δύο πλευρές είναι απίθανο να καταλήξουν σε μια ευρεία οικονομική και εμπορική συμφωνία, λέγοντας ότι πρέπει «να αποκλιμακώσουμε την τρέχουσα κατάσταση πριν μπορέσουμε να προχωρήσουμε».
Ωστόσο, τη Δευτέρα, άφησε μια αισιόδοξη νότα, υπονοώντας ότι η Ουάσινγκτον μπορεί, τελικά, να αρκεστεί στις «συμφωνίες αγοράς» που χαρακτήριζαν την αρχική φάση του εμπορικού πολέμου ΗΠΑ-Κίνας, κατά τη διάρκεια της πρώτης θητείας του Τραμπ.
Αυτές περιελάμβαναν τη συμφωνία του Πεκίνου να αγοράσει ποσότητες εμπορευμάτων, όπως σόγια, και αμερικανικά βιομηχανικά προϊόντα, αλλά διαταράχθηκαν από την πανδημία. «Υπάρχει, επίσης, η πιθανότητα συμφωνιών αγοράς για την εξισορρόπηση του διμερούς εμπορικού μας ελλείμματος», δήλωσε ο Μπέσεντ.
Ο Μπέσεντ εκφράστηκε επίσης θετικά για την πιθανότητα συμφωνίας με την Κίνα για τον περιορισμό της διακίνησης προδρόμων φαιντανύλης στις ΗΠΑ. «Η θετική έκπληξη για μένα από αυτό το Σαββατοκύριακο ήταν το επίπεδο εμπλοκής της Κίνας στην κρίση της φαιντανύλης», είπε ο Μπέσεντ. Πρόσθεσε ότι η κινεζική αντιπροσωπεία περιελάμβανε έναν αξιωματούχο που είχε μια «πολύ ουσιαστική και εξαιρετικά λεπτομερή συζήτηση με κάποιον από την ομάδα Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ».
Για το Πεκίνο, σημειώνουν οι FT, μια συμφωνία για τη φαιντανύλη θα μπορούσε να διαγράψει ακόμη 20 ποσοστιαίες μονάδες των δασμών, τοποθετώντας την Κίνα περίπου σε ίσους όρους ανταγωνισμού με άλλες χώρες που εξάγουν στις ΗΠΑ.
Η Κίνα θα εξακολουθούσε να αντιμετωπίζει ειδικούς δασμούς για συγκεκριμένους τομείς, όπως τα ηλεκτρικά οχήματα. Ομως και άλλες χώρες υπόκεινται σε δασμούς των ΗΠΑ σε παρόμοιους τομείς.
Ακόμα και με αυτήν την ανάπαυλα, οι οικονομολόγοι προειδοποίησαν ότι η διμερής σχέση παραμένει προβληματική, καθώς η απρόβλεπτη χάραξη πολιτικής του Τραμπ αναμένεται να ωθήσει την Κίνα να συνεχίσει να αναζητά χώρες στις οποίες θα εξάγει και να προσπαθεί να τονώσει περισσότερο την εγχώρια ζήτηση.
Οι κινέζοι εξαγωγείς, καταλήγουν οι FT, πιθανότατα θα χρησιμοποιήσουν το παράθυρο των 90 ημερών για να προωθήσουν περισσότερες εξαγωγές προς τις ΗΠΑ, κάτι που θα μπορούσε, τελικά, να οδηγήσει σε αύξηση του εμπορικού πλεονάσματος της Κίνας με τη χώρα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
