Ο Ντόναλντ Τραμπ απέλυσε την επικεφαλής της Στατιστικής Υπηρεσίας του υπουργείου Εργασίας των ΗΠΑ (BLS), αφού το γραφείο αναθεώρησε προς τα κάτω τους πρόσφατους αριθμούς για τις θέσεις εργασίας κατά περισσότερες από 250.000.
Ο αμερικανός πρόεδρος ισχυρίστηκε ότι τα στοιχεία ήταν «στημένα» για να «φαίνεται ότι η κυβέρνησή του δεν κάνει καλή δουλειά».
Η απόλυση της επιτρόπου Ερικας ΜακΕντάρφερ, προκάλεσε έντονες αντιδράσεις ακόμα και από Ρεπουμπλικανούς γερουσιαστές, που κάλεσαν τον Τραμπ να «ωριμάσει».
Παρόλο που οι τελευταίες αναθεωρήσεις ήταν μεγαλύτερες από το συνηθισμένο, όπως σημείωσε το BBC, είναι φυσιολογικό να αλλάζει το αρχικό μηνιαίο νούμερο και έχει συμβεί συστηματικά τόσο υπό Δημοκρατικούς όσο και υπό Ρεπουμπλικανούς προέδρους.
Πώς συλλέγονται τα στοιχεία για τις θέσεις εργασίας
Ο επικεφαλής της BLS -η/ο επίτροπος- δεν παίζει κανένα ρόλο στη συλλογή των δεδομένων ή στη σύνταξη των αριθμών, απλώς παρεμβαίνει για να εξετάσει το τελικό δελτίο Τύπου πριν από τη δημοσίευσή του, σύμφωνα με πρώην επιτρόπους.
«Η αντίδρασή μου ήταν: “Αυτό δεν θα μπορούσε να συμβεί”», είπε στο BBC η Κάθριν Εϊμπραχαμ, η οποία διετέλεσε επίτροπος από το 1993 έως το 2001, σχετικά με τους ισχυρισμούς του Τραμπ ότι οι αριθμοί ήταν «στημένοι».
«Ο επίτροπος δεν έχει έλεγχο επί των αριθμών», διευκρίνισε.
Η έκθεση για την απασχόληση από την BLS βασίζεται σε δύο έρευνες: η μία συλλέγει δεδομένα από περίπου 60.000 νοικοκυριά και η άλλη από 121.000 εργοδότες του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.
Οι εκτιμήσεις για την αύξηση των θέσεων εργασίας προέρχονται από την έρευνα των εργοδοτών, η οποία συχνά αναφέρεται ως έρευνα του κατεστημένου. Τείνει να θεωρείται πιο αξιόπιστη από την έρευνα νοικοκυριών λόγω του μεγάλου μεγέθους του δείγματός της.
Η πλειονότητα των απαντήσεων προέρχεται από μεγάλες εταιρείες, οι οποίες συνήθως είναι εγγεγραμμένες σε ένα πρόγραμμα που υποβάλλει αυτόματα τις πληροφορίες για την απασχόληση. Το προσωπικό της BLS διεξάγει επίσης διαδικτυακές έρευνες και τηλεφωνικές συνεντεύξεις.
«Οι αρχικές εκτιμήσεις για την απασχόληση είναι μια προκαταρκτική ματιά σε ό,τι συνέβη κάθε μήνα», δήλωσε η υπηρεσία στο BBC.
«Είναι η γρήγορη αλλά χαμηλότερης ανάλυσης εικόνα των όσων συνέβησαν στην αγορά εργασίας για έναν συγκεκριμένο μήνα. Επειδή οι αναθεωρημένες εκτιμήσεις βασίζονται σε πιο ολοκληρωμένα δεδομένα, δημιουργούν μια εικόνα υψηλότερης ανάλυσης -και περιστασιακά, τα αναθεωρημένα δεδομένα παράγουν μια διαφορετική εικόνα», πρόσθεσε.
Το γραφείο ενημερώνει τα στοιχεία τους δύο μήνες που ακολουθούν την αρχική μηνιαία εκτίμηση, καθώς έρχονται περισσότερες απαντήσεις. Επίσης, επανυπολογίζει τους αριθμούς ετησίως για να ενσωματώσει δεδομένα από τα φορολογικά αρχεία ασφάλισης ανεργίας.
«Υπάρχουν όλοι αυτοί οι αρμόδιοι που έχουν επίσης τα δεδομένα στη διάθεσή τους και αν ο επίτροπος προσπαθούσε να αλλάξει τους αριθμούς, όλοι θα το γνώριζαν και θα το δημοσιοποιούσαν», εξήγησε η Εϊμπραχαμ.
Πόσο ασυνήθιστες είναι οι τελευταίες αναθεωρήσεις;
Τα στοιχεία για τον Μάιο και τον Ιούνιο έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω κατά 125.000 και 133.000 θέσεις εργασίας, αντίστοιχα.
Το συνολικό ποσοστό μείωσης των 258.000 θέσεων εργασίας για την περίοδο των δύο μηνών, αντιπροσωπεύει τη μεγαλύτερη αλλαγή από την έναρξη της τήρησης αρχείων, εκτός από τους μήνες του 2020 που ακολούθησαν το ξέσπασμα της πανδημίας.
Ωστόσο, υπάρχουν προσαρμογές κάθε μήνα και οι μεγάλες αλλαγές δεν είναι πρωτοφανείς.
Σε αυτήν την περίπτωση, πολλοί αναλυτές ανέμεναν ήδη αναθεωρήσεις στα στοιχεία του Ιουνίου, τα οποία είχαν δείξει μια ασυνήθιστη αύξηση στην απασχόληση σε σχολεία κατά τη διάρκεια ενός μήνα που τα περισσότερα επρόκειτο να κλείσουν για το καλοκαίρι.
Οι μεταγενέστερες απαντήσεις αντανακλούν επίσης δυσανάλογα μικρότερες επιχειρήσεις, οι οποίες είναι πιο ευάλωτες σε αλλαγές στην οικονομία, όπως οι δασμοί, σημειώνουν οι αναλυτές.
Τα στοιχεία του Μαΐου προσαρμόστηκαν προς τα κάτω σε μεγάλο βαθμό ως απάντηση στην αναθεώρηση του Ιουνίου και είναι σύμφωνα με άλλα δεδομένα που δείχνουν επιβράδυνση, ανέφερε το BBC.
Σε αρχεία που χρονολογούνται από το 1979, η μέση μηνιαία αλλαγή στα στοιχεία για τις θέσεις εργασίας (είτε προς τα πάνω είτε προς τα κάτω) είναι 57.000, σύμφωνα με την BLS.
Αλλά οι αναθεωρήσεις τείνουν να γίνονται μεγαλύτερες σε περιόδους οικονομικής αναταραχής.
Εκτός από τα πιο πρόσφατα στοιχεία και την περίοδο Covid του 2020, υπήρξαν οκτώ άλλες περιπτώσεις από το 2000, όταν η BLS αναθεώρησε προς τα κάτω τους μηνιαίους αριθμούς θέσεων εργασίας κατά περισσότερες από 100.000 -με τις περισσότερες από αυτές να συμβαίνουν γύρω από την οικονομική κρίση του 2008.
Για παράδειγμα, υπήρξε μείωση 143.000 σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2009, όταν ήταν πρόεδρος ο Μπαράκ Ομπάμα.
Η BLS ανέφερε επίσης ότι οι αυξήσεις στις θέσεις εργασίας για ολόκληρο το 2009, ήταν 902.000 λιγότερες από ό,τι είχε αρχικά εκτιμήσει -η μεγαλύτερη αναθεώρηση ολόκληρου του έτους που έχει καταγραφεί στα χρονικά.
Οι θέσεις εργασίας που δημιουργήθηκαν το 2024 υπό τον Τζο Μπάιντεν αναθεωρήθηκαν προς τα κάτω κατά 598.000 -μια αλλαγή που προκάλεσε επίσης πολιτική αναταραχή.
Η Εϊμπραχαμ είπε ότι οι ενημερώσεις αποτελούν μέρος της διαδικασίας και δεν εξεπλάγην που είδε τόσο μεγάλες αναθεωρήσεις για τον Μάιο και τον Ιούνιο, δεδομένης της αυξημένης δυσκολίας συλλογής απαντήσεων και της έλλειψης επενδύσεων σε νέες μεθόδους –καθώς και της ευρύτερης επιβράδυνσης της οικονομίας, που οφείλεται εν μέρει στους νέους δασμούς του Τραμπ.
«Είναι πάντα δύσκολο όταν τα πράγματα αλλάζουν και στη συνέχεια προσθέτεις σε αυτό, το γεγονός ότι το προσωπικό έχει μειωθεί και ότι οι υπηρεσίες δεν είχαν τους απαιτούμενους πόρους, όπως στο παρελθόν», πρόσθεσε.
Η συλλογή δεδομένων δυσκολεύει
Τα ποσοστά απόκρισης έχουν μειωθεί σημαντικά την τελευταία δεκαετία, επιταχυνόμενα μετά την πανδημία, εγείροντας ανησυχίες σχετικά με την αξιοπιστία των δεδομένων, σημείωσε το BBC.
Για παράδειγμα, το ποσοστό απόκρισης στην έρευνα για τις επιχειρήσεις, ήταν λιγότερο από 43% τον Μάρτιο, σε σύγκριση με περισσότερο από 60% μια δεκαετία νωρίτερα.
Αλλες χώρες, συμπεριλαμβανομένου του Καναδά, της Σουηδίας και του Ηνωμένου Βασιλείου, αντιμετωπίζουν παρόμοιες μειώσεις. Τα ποσοστά απόκρισης στην έρευνα εργατικού δυναμικού έχουν μειωθεί σε περίπου 20% στη Βρετανία, σύμφωνα με το BBC.
Στις ΗΠΑ, η μείωση έχει πυροδοτήσει κάποιες προσπάθειες για την εξερεύνηση νέων μεθόδων συλλογής δεδομένων, συμπεριλαμβανομένων των διαδικτυακών ερευνών.
Πάντως, μια ανασκόπηση από ερευνητές της Ομοσπονδιακής Τράπεζας του Σαν Φρανσίσκο τον Μάρτιο, διαπίστωσε ότι οι αναθεωρήσεις τα τελευταία χρόνια ήταν ως επί το πλείστον σύμφωνες με τα πρότυπα πριν από την πανδημία, κάτι που, όπως ανέφερε, θα πρέπει να είναι καθησυχαστικό για όσους ανησυχούν για την αξιοπιστία των στοιχείων.
