Παρά το γεγονός ότι ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ απειλεί να επιβάλει δασμούς σε κάθε κινηματογραφική παραγωγή εκτός ΗΠΑ, η Γαλλία προετοιμάζεται για μια πραγματική εισβολή του Χόλιγουντ.
Το ετήσιο Φεστιβάλ Κινηματογράφου των Καννών, το οποίο ξεκινά στις 13 και ολοκληρώνεται στις 24 Μαΐου, θα υποδεχθεί τον μεγαλύτερο αριθμό αστέρων του Χόλιγουντ εδώ και πολλά χρόνια. Μεταξύ αυτών συμπεριλαμβάνονται η Τζένιφερ Λόρενς, ο Χοακίν Φίνιξ και ο Τομ Χανκς, αλλά και οι σκηνοθέτες Γουές Αντερσον και Ρίτσαρντ Λινκλέιτερ.
Παράλληλα, όπως σημειώνει ο Εντ Πότον στους Times, στις Κάννες θα βρεθεί και ο Ρόμπερτ ντε Νίρο, για να λάβει ένα τιμητικό βραβείο, ενώ ο Τομ Κρουζ θα παρευρεθεί στην επίσημη πρεμιέρα της νέας ταινίας «Mission Impossible: The Final Reckoning». Επίσης στην επιτροπή για τον Χρυσό Φοίνικα συμμετέχουν η Χάλι Μπέρι και ο Τζέρεμι Στρονγκ του «Succession», ενώ πρόεδρος είναι η γαλλίδα ηθοποιός Ζιλιέτ Μπινός.
Ακόμη πιο εντυπωσιακό μπορεί να θεωρηθεί το γεγονός ότι φέτος θα συμμετάσχουν στη διαγωνιστική κατηγορία «Un Certain Regard» με το σκηνοθετικό τους ντεμπούτο οι Σκάρλετ Γιόχανσον, Κρίστεν Στιούαρτ και Χάρις Ντίκινσον. Είθισται οι ηθοποιοί που αποφασίζουν να σκηνοθετήσουν, στις πρώτες ταινίες τους να είναι προσεκτικοί, πιθανώς γιατί γνωρίζουν ότι εισέρχονται σε ένα νέο πεδίο. Ομως αυτή η προσέγγιση δεν ισχύει στις παραπάνω περιπτώσεις, σημειώνει ο αρθρογράφος των Times.
Ο 28χρονος Ντίκινσον, ο οποίος πρωταγωνιστούσε στη βραβευμένη με Χρυσό Φοίνικα ταινία «Triangle of Sadness» και θα ενσαρκώσει τον Τζον Λένον στην επερχόμενη ταινία του Σαμ Μέντες για τους Beatles, δημιούργησε το αρκετά τολμηρό «Urchin». Κατόρθωσε να επιτύχει μία πολύ καλή ερμηνεία από τον Φρανκ Ντιλέιν, γιο του ηθοποιού Στίβεν Ντιλέιν, στον ρόλο ενός άστεγου στο Λονδίνο, και η ταινία είναι γεμάτη από τολμηρές, στυλιστικές ακροβασίες, από σεκάνς φαντασίας μέχρι εντυπωσιακά μουσικά ιντερμέδια.
Στην ταινία που σκηνοθετεί η Γιόχανσον, με τίτλο «Eleanor the Great», πρωταγωνιστεί η 95χρονη Τζον Σκουίμπ (συμμετείχε στις παραγωγές «The Age of Innocence» και «Nebraska»). Ενσαρκώνει μια επιζήσασα του Ολοκαυτώματος, απέναντι στον Τσούετελ Ετζιοφορ. «Επειδή είναι ηθοποιός από τα έξι της χρόνια, έχει πολύ καλές σημειώσεις για τους ηθοποιούς. Εχει τα πάντα μέσα στο κεφάλι της» γράφει ο Εντ Πότον στους Times.
Στο «The Chronology of Water» της Στιούαρτ πρωταγωνιστεί η Ιμοτζεν Πουτς. Πρόκειται για την αληθινή ιστορία της Λίντια Γιούκναβιτς, μιας αμερικανίδας συγγραφέως που νίκησε την κακοποίησή της ως παιδί μέσω της ανταγωνιστικής κολύμβησης και της συγγραφής.
Οι Κάννες έχουν γίνει ένας από τους πιο σημαντικούς «δείκτες» των Οσκαρ και παραμένουν το φεστιβάλ όπου μπορεί κάποιος να δει τις καλύτερες ταινίες. Στα φετινά βραβεία Οσκαρ κυριάρχησαν τίτλοι που έκαναν πρεμιέρα εκεί το 2024: Η ταινία «Eμίλια Πέρεζ» ηγήθηκε των υποψηφιοτήτων με 13, το «The Substance» ήταν υποψήφιο σε πέντε κατηγορίες και η «Anora» κέρδισε πέντε Οσκαρ, μεταξύ των οποίων καλύτερης ταινίας, σκηνοθεσίας και πρώτου γυναικείου ρόλου.
Η διεθνής «καταγωγή» αυτών των ταινιών ήταν ισχυρή: παρά το γεγονός ότι το «Anora» διαδραματίζεται στις ΗΠΑ, το καστ ήταν κυρίως από τη Ρωσία και την Αρμενία, ενώ το «Eμίλια Πέρεζ» ήταν στην ισπανική γλώσσα και είχε, όπως και το «The Substance», γάλλο σκηνοθέτη και γαλλική οικονομική υποστήριξη.
Πριν από μια δεκαετία η εικόνα έμοιαζε πολύ διαφορετική. Η Βενετία αποτέλεσε το εφαλτήριο των Οσκαρ για ταινίες όπως το «Birdman» (2014), το «Spotlight» (2015), το «La La Land» (2016) και το «The Shape of Water» (2017). Ο Τιερί Φρεμό, διευθυντής του Φεστιβάλ Καννών από το 2007, αντιτίθεται εδώ και καιρό στην ιδέα η επιτυχία των Καννών να «μετριέται» βάσει της απήχησης που έχουν στο Χόλιγουντ. «Δεν καταλαβαίνω αυτή την εμμονή με τις αμερικανικές ταινίες» υποστήριξε στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας το 2018. «Νομίζω ότι ένα φεστιβάλ πρέπει να δείχνει τον κινηματογράφο όλου του κόσμου».
Αλλά τα πράγματα άρχισαν να αλλάζουν το 2019, όταν τα «Παράσιτα» του Μπονγκ Τζουν-χο πήρε τον Χρυσό Φοίνικα και συνέχισε κερδίζοντας τέσσερα Οσκαρ. Η νοτιοκορεατική ταινία έδωσε στον Φερμό τον τζάκποτ συνδυασμό παγκόσμιου κινηματογραφικού κύρους και mainstream αποδοχής, ένα μείγμα που το φεστιβάλ συνέχισε να προσφέρει.
Φέτος ο Λινκλέιτερ, ο Αντερσον και ο επίσης Αμερικανός Αρι Αστερ θα διεκδικήσουν τον Φοίνικα απέναντι σε σκηνοθέτες όπως ο νοτιοαφρικανός Ολιβερ Χέρμανους, ο νορβηγός Γιόαχιμ Τρίερ και επτά γυναίκες, μεταξύ των οποίων η βρετανίδα Λιν Ράμσεϊ («Ratcatcher», «We Need to Talk About Kevin») και η γαλλίδα Τζούλια Ντουκουρνό, η οποία κέρδισε τον Φοίνικα το 2021 για το «Titane».
Ο Αντερσον, του οποίου οι δύο προηγούμενες ταινίες είχαν κάνει πρεμιέρα στις Κάννες, το επιχειρεί για τρίτη κατά σειρά φορά με το «The Phoenician Scheme», μια μαύρη κωμωδία κατασκοπείας όπου πρωταγωνιστούν οι Μπενίσιο ντελ Τόρο, Σκάρλετ Γιόχανσον, Τομ Χανκς, Μπένεντικτ Κάμπερμπατς, Ρίτσαρντ Αγιουέιντ και Μπιλ Μάρεϊ.
Εν τω μεταξύ, ο Λινκλέιτερ («Boyhood») φέρνει έναν αέρα nouvelle vague, σχεδιασμένο με ακρίβεια για την Κρουαζέτ: μια γαλλόφωνη ταινία για τα γυρίσματα του «Με Κομμένη την Ανάσα» του Ζαν Λικ Γκοντάρ. Ο Αστερ, σκηνοθέτης του «Midsommar», συμμετέχει με το «Eddington», ένα γουέστερν με θέμα την αντιπαράθεση μεταξύ του σερίφη μιας μικρής πόλης (Φοίνιξ) και ενός δημάρχου (Πέδρο Πασκάλ) στο Νέο Μεξικό, σύμφωνα, πάντα, με τον αρθρογράφο των Times.
Το «Die, My Love» του Ράμσεϊ, σε διασκευή του Εντα Ουόλς από το μυθιστόρημα της Αριάνα Χάρβιτς του 2017, με πρωταγωνίστρια την Τζένιφερ Λόρενς, είναι μια σκοτεινή κωμωδία θρίλερ που διαδραματίζεται στη γαλλική επαρχία και αφορά μια νέα μητέρα που βυθίζεται στην επιλόχεια κατάθλιψη και στην ψύχωση.
«Θα κυριαρχήσουν αυτές οι ταινίες στις υποψηφιότητες των Οσκαρ και των Bafta του επόμενου έτους; Είναι πιθανό, αλλά για να είμαι ειλικρινής, η πιο ενδιαφέρουσα κούρσα είναι αυτή μεταξύ των ηθοποιών που παρουσιάζουν τις πρώτες τους ταινίες. Η Γιόχανσον και η Στιούαρντ είναι και οι δύο έξυπνες, διακριτικές ηθοποιοί, με αρκετούς άσσους στο μανίκι τους και μια δελεαστική προοπτική ως σκηνοθέτες. Και αν το υπόλοιπο φεστιβάλ είναι τόσο εφευρετικό όσο το “Urchin” του Ντίκινσον, το 2025 μοιάζει να είναι μια χρονιά εκλεκτής ποιότητας» σημειώνει ο συντάκτης των Times.
