Η εικόνα που για πολλές δεκαετίες είχε ο κόσμος για τον Τομ Πάρκερ, τον μάνατζερ του Ελβις Πρίσλεϊ, ήταν η χειρότερη. Για το κοινό, ο αποκαλούμενος «Συνταγματάρχης», τον οποίο στην ταινία του Μπαζ Λούρμαν «Ελβις» (2022) υποδύθηκε ο Τομ Χανκς, ήταν κερδοσκόπος, χειριστικός και νταής, συνώνυμος της διπρόσωπης καλλιτεχνικής εκπροσώπησης, όπου το κέρδος υπερισχύει της τέχνης και ο καλλιτέχνης χάνει πάντα τη μερίδα του λέοντος.
Το γιατί μπορεί κανείς να το καταλάβει. Ακόμα και το όνομα «Συνταγματάρχης» Τομ Πάρκερ ήταν επινοημένο αφού το πραγματικό του όνομα ήταν Αντρέας Κορνέλις βαν Κούικ. Αλλά «Ο Συνταγματάρχης και ο Βασιλιάς», ένα νέο βιβλίο για τη σχέση του Ελβις Πρίσλεϊ με τον θρυλικό «αρχιτέκτονα» της καριέρας του, το οποίο υπογράφει ο Πίτερ Γκουράλνικ, διαλύει πολλές από αυτές τις υποθέσεις παρουσιάζοντας το πολύ πιο περίπλοκο πορτρέτο ενός εξαιρετικά ηθικού μάνατζερ, σχολιάζει ο Ιμον Φόρντε στον Guardian.
Ο Γκουράλνικ γνωρίζει την πολυπλοκότητα αυτής της ιστορίας καλύτερα από οποιονδήποτε άλλον, εκτός ίσως από τον Πάρκερ και τον ίδιο τον Πρίσλεϊ, αφού έχει ήδη γράψει δύο συγκλονιστικές βιογραφίες του τραγουδιστή («Last Train to Memphis», 1995 και «Careless Love», 2000). Η βιογραφία του «Συνταγματάρχη», δε, που μόλις κυκλοφόρησε δεν είναι λιγότερο ογκώδης, καθώς ξεδιπλώνεται σε σχεδόν 600 σελίδες.
Το βιβλίο είναι χωρισμένο σε δύο μέρη: το πρώτο μισό είναι μια βιογραφία ενώ στο δεύτερο μισό αναδημοσιεύονται μερικά επιλεγμένα κείμενα από τα δεκάδες χιλιάδες γράμματα, σημειώματα και τηλεγραφήματα που ο Πάρκερ έγραψε και αρχειοθέτησε κατά τη διάρκεια της καριέρας του, γράφει ο Φόρντε στον Guardian. Παρατηρεί, δε, ότι ο συγγραφέας της βιογραφίας «Ο Συνταγματάρχης και ο Βασιλιάς», έχοντας πλήρη πρόσβαση σε όλη αυτή την αλληλογραφία, μπόρεσε να δει τις εσωτερικές πτυχές και τη στρατηγική σκέψη του ανθρώπου πίσω από τον μυθικό καλλιτέχνη.
Κάνοντας έρευνα για το βιβλίο του, ο Γκουράλνικ επανεκτίμησε όλα όσα είχε σκεφτεί προηγουμένως για τον Πάρκερ για να του δώσει «τη θέση που του αξίζει στην ιστορία», εκφράζοντας την περίπλοκη πράξη ισορροπίας του βιογράφου. «Δεν είχα πρόθεση να τον δικαιολογήσω», λέει, «ούτε να τον καταδικάσω».
Ενας Ολλανδός χωρίς χαρτιά
Ο Πάρκερ γεννήθηκε στην Μπρέντα της Ολλανδίας το 1909 και ήρθε παράνομα στην Αμερική τη δεκαετία του 1920, χωρίς έγγραφα. Στη συνέχεια, ξανάγραψε τη ιστορία του κατά πως τον βόλευε, ισχυριζόμενος ότι γεννήθηκε στο Χάντινγκτον της Δυτικής Βιρτζίνια. Το 1929 κατατάχθηκε στον αμερικανικό στρατό και στη συνέχεια εργάστηκε σε καρναβάλια πριν διευθύνει μουσικά σχήματα όπως οι Hank Snow, Gene Austin και Eddy Arnold. Η ευκαιρία της ζωής του εμφανίστηκε τον Ιανουάριο του 1955 όταν είδε τον Πρίσλεϊ στο Louisiana Hayride. Τότε, κατάλαβε αμέσως ότι θα ήταν ένα νέο είδος σταρ και ότι ο Πάρκερ έπρεπε να τον καθοδηγήσει.
Ανέλαβε επίσημα το μανατζάρισμα του Πρίσλεϊ τον Μάρτιο του 1956 εκπροσωπόντας μια νέα γενιά μάνατζερ που εκτιμούσαν την τέχνη έναντι του εμπορίου. Τόσο η μοίρα του όσο και η μοίρα του Ελβις, οι επιτυχίες τους και οι εντάσεις τους ήταν άρρηκτα συνδεδεμένες μέχρι τον θάνατο του Πρίσλεϊ το 1977, γράφει ο Ιμον Φόρντε στον Guardian.
«Είναι ένας εντελώς διαφορετικός άνθρωπος από αυτόν που ο κόσμος υποθέτει ότι είναι», υποστηρίζει ο Γκουράλνικ, ο οποίος γνώρισε για πρώτη φορά τον Πάρκερ το 1988 και αλληλογραφούσε τακτικά μαζί του. «Ηταν λαμπρός και αστείος», λέει για τον παιχνιδιάρικο τρόπο με τον οποίο ο Πάρκερ δημιούργησε τον μύθο του αλλά και για την πονηριά με την οποία προστάτευε τον εαυτό του. «Είχε τα εργαλεία είτε για να με αφοπλίζει είτε για να με κρατάει σε απόσταση. Ηταν πάντα πέντε βήματα μπροστά», σχολιάζει ο αμερικανός συγγραφέας.
Ο Πάρκερ αντιλαμβανόταν απολύτως ότι ο ρόλος του ήταν να κάνει σταρ «το αγόρι», όπως αποκαλούσε τον Πρίσλεϊ, ενώ παράλληλα είχε γίνει η ασπίδα που εμπόδιζε τη φιλοδοξία των στελεχών της δισκογραφικής εταιρείας, των ατζέντηδων για τις ζωντανές εμφανίσεις και του Χόλιγουντ να «μειώσουν την ένταση του Ελβις». Ο Πρίσλεϊ ήταν ο μοναδικός δημιουργός στον οποίο αναφερόταν ο Πάρκερ, ο οποίος σπάνια πρόσφερε συμβουλές για τις σκηνικές εμφανίσεις του σταρ και δεν έδινε συμβουλές για τις επιλογές των τραγουδιών ή τις ηχογραφήσεις. «Ο Ελβις ήταν ο καλλιτέχνης του. Αγκάλιαζε τη μουσική του επειδή αγκάλιαζε τον καλλιτέχνη», τονίζει ο Γκουράλνικ.
Μάνατζερ άλλου τύπου
Το μάνατζμεντ των καλλιτεχνών συχνά περιλαμβάνει κάποιο επίπεδο διαχείρισης της σκηνικής παρουσίας τους, σχολιαζει ο Φόρντε στον Guardian. Ο Μπράιαν Επσταϊν, για παράδειγμα, έβαλε κοστούμια στους Beatles. Ο Αντριου Λουγκ Ολνταμ άφησε τους Rolling Stones αξύριστους. Ο Μάλκολμ ΜακΛάρεν, στο μυαλό του τουλάχιστον, ήταν ο μαριονετίστας των Sex Pistols. Ο Πάρκερ, ωστόσο, σπάνια ανακατευόταν. «Ο Ελβις ήταν κάποιος τον οποίο ο Πάρκερ θεωρούσε ικανό για άπειρη ανάπτυξη», λέει ο Γκουράλνικ. Και σπάνια έχανε την ψυχραιμία του. Εργαζόταν για τον Ελβις 16-18 ώρες την ημέρα, επτά ημέρες την εβδομάδα και η αφοσίωσή του ήταν απόλυτη.
Ποια είναι η γνώμη του Γκουράλνικ για το καρναβαλικό υπόβαθρο του Πάρκερ (ιστορικά οι άνθρωποι των καρναβαλιών αντιμετωπίζονταν με καχυποψία ως περιπλανώμενοι ξένοι) ή το γεγονός ότι ήταν μετανάστης; Μήπως οι προκαταλήψεις επηρέασαν τον τρόπο με τον οποίο το κοινό ερμήνευσε τη συμπεριφορά του; Ο αμερικανός συγγραφέας πιστεύει ότι στην πραγματικότητα ο Πάρκερ το αγκάλιασε όλο αυτό αντί να το αποφύγει. «Κανείς δεν ήταν πιο Αμερικανός ή πιο αυτοδημιούργητος από τον Τομ Πάρκερ», υποστηρίζει. Ολόκληρη η ζωή του Πάρκερ στην Αμερική ήταν η δημιουργία μύθων.
Ο Πάρκερ επαναδιαπραγματεύτηκε μια εμφάνιση του Ελβις στο Λας Βέγκας σε ένα τραπεζομάντιλο μιας καφετέριας ξενοδοχείου. Του ζήτησαν να εξετάσει και κάποια «άλλα καλούδια» (δηλαδή μια συμφωνία κάτω από το τραπέζι), αλλά εκείνος αρνήθηκε κατηγορηματικά. «Ολα πάνω στο τραπέζι ή ξεχάστε το», επέμεινε ο Πάρκερ. «Δεν κάνουμε δουλειές με αυτόν τον τρόπο», τους είπε.
Στην πραγματικότητα, παντως, η αρνητική άποψη του κόσμου για τον Πάρκερ αναπτύχθηκε μετά τον θάνατο του Ελβις. Από τα μέσα της δεκαετίας του 1950 έως τα μέσα της δεκαετίας του 1970, ο Πάρκερ έχαιρε «σχεδόν καθολικού» θαυμασμού στις βιομηχανίες της μουσικής και του κινηματογράφου, υποστηρίζει ο Γκουράλνικ. «Μίλησα με πολλούς ανθρώπους όλα αυτά τα χρόνια που έκαναν δουλειές με τον Πάρκερ, οι οποίοι έλεγαν ότι μπορούσες να τον εμπιστευτείς ανεπιφύλακτα», λέει στον Guardian.
Ο Πάρκερ πίστευε ότι όλες οι επιχειρηματικές συμφωνίες πρέπει να γίνονται με αδιαμφισβήτητη ηθική. «Δίδαξε στον Χανκ Σάπερσταϊν [ο οποίος χειριζόταν τα εμπορεύματα του Πρίσλεϊ] την ηθική των επιχειρήσεων», λέει ο Γκουράλνικ, δείχνοντας επιστολές, που έστειλε ο Πάρκερ στον Σάπερσταϊν, με οδηγίες για το πώς να φέρεται δίκαια στο προσωπικό και τους κατασκευαστές.
Το 1955, ο Πάρκερ κατάφερε να πείσει την RCA να πληρώσει την Sun Records πάνω από την αξία του συμβολαίου του για την εξαγορά του Πρίσλεϊ, καταβάλλοντας 35.000 δολάρια (συν χιλιάδες ακόμη σε δικαιώματα) όταν ο Φράνκι Λέιν, ο πιο καταξιωμένος καλλιτέχνης της εποχής είχε εξαγοραστεί το 1951 από την Columbia για 25.000 δολάρια. Επίσης, επαναδιαπραγματεύτηκε το συμβόλαιο του Πρίσλεϊ με την RCA μόλις άρχισαν να έρχονται οι επιτυχίες, βελτιώνοντας σημαντικά τους όρους του μετά από μόλις 11 μήνες.
Ακόμη, γνωρίζοντας τις αδιόρθωτες δαπάνες του Πρίσλεϊ και το τεράστιο φορολογικό βάρος (και οι δύο θεωρούσαν την πληρωμή υψηλών φόρων πατριωτική πράξη), ο Πάρκερ άνοιξε έναν τραπεζικό λογαριασμό έκτακτης ανάγκης με ένα εκατομμύριο δολάρια σε περίπτωση που ο Πρίσλεϊ έπεφτε σε μπελάδες. Ηταν επίσης τακτικός «fixer» των φίλων του Πρίσλεϊ στην «Μαφία του Μέμφις», παρεμβαίνοντας αθόρυβα για να καθαρίζει το χάος που άφηναν πίσω τους, ώστε ο σταρ να αποφεύγει τις ανεπιθύμητες επιπτώσεις.
Βαθιά ψυχολογική συνδεση δύο ανθρώπων με διαφορετικούς εθισμούς
Ο Πάρκερ, ωστόσο, ήταν εθισμένος στον τζόγο, χάνοντας έως και 800.000 δολάρια μέσα σε μια βραδιά στο Λας Βέγκας. Ηταν γνωστή η αγάπη και των δύο για το ξόδεμα. «Ο Ελβις δεν ενδιαφερόταν για χρήματα, απλώς τα ξόδευε», επιμένει ο Γκουράλνικ. Αλλά «ούτε και ο “Συνταγματάρχης” ενδιαφερόταν πλέον να μαζεύει χρήματα. Τα έχανε στο τραπέζι των τυχερών παιχνιδιών».
Τέλος ο «Συνταγματάρχης» παρέμεινε πιστός στον Πρίσλεϊ για πολύ καιρό μετά τον θάνατό του, παρά το γεγονός ότι το 1983 η οικογένεια τον απομάκρυνε από τις επιχειρηματικές υποθέσεις. Δεν ανέλαβε κανέναν άλλο καλλιτέχνη μετά τον Πρίσλεϊ, αν και προσέφερε συμβουλές στην Σελίν Ντιόν στις αρχές της καριέρας της. Δεν ένιωθε ότι ήταν αναχρονιστικός, περισσότερο πίστευε ότι είχε πετύχει όλα όσα μπορούσε να πετύχει ένας μάνατζερ στο πλευρό του μεγαλύτερου σταρ στον κόσμο. Για τον Πάρκερ κάθε άλλη πράξη και κάθε άλλη συμφωνία θα ήταν κατώτερη, γράφει στον Guardian ο Ιμον Φόρντε.
Ο Γκουράλνικ λέει: «Οι επιστολές μού έδωσαν μια εικόνα για το τι κρυβόταν πίσω από τις δημόσιες δηλώσεις» και το βιβλίο του είναι λιγότερο ένα άκριτο ξέπλυμα της φήμης του Πάρκερ και περισσότερο μια επίκαιρη αναπροσαρμογή της.
Ο μεγαλύτερος μύθος για τον Πάρκερ ίσως ήταν ότι παγίδευσε τον Πρίσλεϊ σε άθλιες ταινίες του Χόλιγουντ για να εξασφαλίσει διεθνείς περιοδείες, επειδή φοβόταν ότι θα απελαθεί. Ο Γκουράλνικ, ωστόσο, υπονοεί ότι ο Πάρκερ θα μπορούσε εύκολα να εξασφαλίσει αμερικανικό διαβατήριο μέσω του γάμου του με Αμερικανίδα πολίτη. Επιπλέον, ήταν στενός φίλος με τον πρόεδρο Λίντον Μπ. Τζόνσον. Το γιατί δεν το επεδίωξε παραμένει μυστήριο.
Οι επιστολές του Πάρκερ δείχνουν ότι το 1960 σκεφτόταν σοβαρά μια παγκόσμια περιοδεία του Πρίσλεϊ και το 1973 εξέταζε μια πιθανή περιοδεία στην Ιαπωνία. Ο Γκουράλνικ υποστηρίζει ότι ο πραγματικός λόγος που ο Ελβις δεν τραγούδησε ποτέ εκτός ΗΠΑ δεν οφειλόταν στον Πάρκερ, αλλά στον ίδιο. Ο σταρ ποτέ δεν ενδιαφερόταν ιδιαίτερα, και αυτό οφειλόταν κυρίως στον εθισμό του στις αμφεταμίνες και άλλα ναρκωτικά, καθώς και στην τάση του να οπλοφορεί, οπότε ήταν αδύνατον να περάσει τα σύνορα με όλα αυτά μαζί του. Ο Πάρκερ ανησυχούσε για το πώς μπορούσε να εξασφαλίσει την κατάλληλη προστασία του Πρίσλεϊ. «Αυτό για το οποίο μιλούσε ήταν η ασφάλεια για να μην συλληφθεί ο Ελβις. Ποιος θα κουβαλούσε τα ναρκωτικά, τα οποία πήγαιναν παντού με τον Ελβις; Και ποιος θα κουβαλούσε τα όπλα;», αναρωτιόταν.
Ο Πρίσλεϊ και ο «Συνταγματάρχης» ήταν περίπλοκα συνδεδεμένοι, αλλά ο Γκουράλνικ βρήκε επιστολές στις οποίες ο Πάρκερ παραδεχόταν ότι δεν ήταν ποτέ μέρος του κοινωνικού κύκλου του Πρίσλεϊ, παρόλα αυτά φαινόταν να μην τον ενοχλεί. Παραλίγο να χωρίσουν το 1973 μετά από έναν καβγά στο Λας Βέγκας, ωστόσο οι επιστολές του Πάρκερ από εκείνη την εποχή περιγράφουν ήρεμα πώς θα μπορούσαν να διακόψουν εύκολα τη σχέση τους. «Δεν έχω κακά συναισθήματα», έγραψε, «αλλά ούτε είμαι μαριονέτα σε σκοινί».
Τελικά τα πράγματα δεν έφτασαν στα άκρα επειδή η αμοιβαία εξάρτησή τους ήταν πολύ μεγάλη, όπως και ο αμοιβαίος θαυμασμός τους. Σε ένα σπάνιο τηλεγράφημά του κατά την υπογραφή της αρχικής συμφωνίας με την RCA ο Πρίσλεϊ έγραψε στον Πάρκερ: «Σ’ αγαπώ σαν πατέρα». Αλλά η σχέση τους ήταν περισσότερο από πατρική. Υπήρχε, όπως νιώθει ο Γκουράλνικ, μια βαθύτερη ψυχολογική σύνδεση μεταξύ τους.
«Εφτασα στο σημείο να βλέπω τη σχέση μεταξύ του Πάρκερ και του Ελβις σαν ένα είδος κοινής τραγωδίας», λέει ο αμερικανός συγγραφέας. «Ο καθένας είχε τους δικούς του εθισμούς. [Ο Πάρκερ] ήταν τόσο ευάλωτος, όχι μόνο εκείνη τη στιγμή αλλά ευάλωτος από την παιδική του ηλικία με τρόπους που απλά δεν θα μάθουμε ποτέ, υπέφερε τόσο πολύ από κάποια μορφή τραύματος, ώστε πραγματικά δεν άντεχε να τον αγγίζει κάποιος που δεν γνώριζε», υποστηρίζει.
Σύμφωνα δε με τη Λόαν, τη δεύτερη σύζυγό του, ο Τομ Πάρκερ ήταν «ένας εσωστρεφής άνθρωπος που έπρεπε να μάθει να συμπεριφέρεται σαν εξωστρεφής για να επιβιώσει».
Ο Τομ Πάρκερ πέθανε το 1997 και πήρε μαζί του στον τάφο μερικά από τα μυστικά του, αλλά ο «Συνταγματάρχης και ο Βασιλιάς» του Πίτερ Γκουράλνικ προσφέρει την πιο ολοκληρωμένη, περίπλοκη και μυθοπλαστική κατανόηση που θα μπορούσε ποτέ να υπάρξει, τονίζει ο Ιμον Φόρντε στον Guardian.
