Στο σφυρί κορυφαία συλλογή γαλλικών κρασιών
Στο σφυρί κορυφαία συλλογή γαλλικών κρασιών
Ο μαρκήσιος Ντε Λιρ Σαλούς ήταν τόσο σχολαστικός όσον αφορά την ποιότητα, ώστε αν ένα κρασί που παρήχθη στο Château d’Yquem του στο Μπορντό δεν ανταποκρινόταν στα αυστηρά του πρότυπα, αρνιόταν να πουλήσει οποιοδήποτε μπουκάλι του οίκου του εκείνη τη χρονιά. Τώρα, δύο χρόνια μετά τον θάνατό του, περίπου 2.500 από τα προσεκτικά επιλεγμένα κρασιά που βρίσκονταν στην ιδιωτική κάβα του πρόκειται να δημοπρατηθούν στο Παρίσι.
Εκτός από το Yquem, ένα φημισμένο γλυκό λευκό κρασί, άλλα θρυλικά κρασιά που συνέλεξε, όπως τα Pétrus, Lafite Rothschild και Romanée-Conti, θα βγουν στο σφυρί από τον οίκο δημοπρασιών Drouot στις 13 Νοεμβρίου, όπως αναφέρει δημοσίευμα των Times του Λονδίνου.
Τα πιο περιζήτητα θα είναι πιθανώς τρία μισά μπουκάλια Yquem που κατασκευάστηκαν το 1937, χρονιά που έδωσε μία από τις σπουδαιότερες σοδειές του 20ού αιώνα. Προσφέρονται με τιμή εκκίνησης τα 1.500 ευρώ, αλλά αναμένεται να «πιάσουν» πολύ μεγαλύτερα ποσά.
Η χαρακτηριστική γλυκύτητα του Yquem και άλλων κρασιών Sauternes από το Μπορντό προέρχεται από αυτό που χαρακτηρίζεται ως «σήψη pourriture» ή ευγενής σήψη: έναν μύκητα που μετατρέπει τα ώριμα σταφύλια σε σταφίδες, έτσι ώστε να περιέχουν υψηλότερο ποσοστό ζάχαρης.
Η ευγενής σήψη εμφανίζεται συχνότερα στο Sauternes από ό,τι σε άλλες ποκιλίες λόγω του κλίματος, αλλά η παραγωγή του είναι μια δαπανηρή και χρονοβόρα επιχείρηση, με την ποιότητα να ποικίλλει σημαντικά από έτος σε έτος. Μεταξύ των πρώτων θαυμαστών του Yquem υπήρξε ο τρίτος πρόεδρος των ΗΠΑ, Τόμας Τζέφερσον, ο οποίος, ως πρεσβευτής στη Γαλλία, είχε εξάρει το συγκεκριμένο κρασί μετά από επίσκεψή του στην περιοχή το 1787.
Αργότερα ζήτησε 250 μπουκάλια από τη σοδειά του 1784 και παρήγγειλε επιπλέον μπουκάλια για τον πρώτο αμερικανό πρόεδρο, τον Τζορτζ Ουάσινγκτον, δίνοντας εντολή να χαραχθούν ανάγλυφα τα αρχικά τους στο ποτήρι. Αλλά πάνω από δύο αιώνες αργότερα το κρασί του Τζέφερσον δοκιμάστηκε και περιγράφηκε ως «καθαρόαιμο άλογο που ουρεί σε καθαρό άχυρο», προκαλώντας ερωτήματα σχετικά με το αν τελικά ήταν Yquem.

Ο μαρκήσιος συνέλεξε επίσης μερικά από τα πιο διάσημα châteaux του Μπορντό, μεταξύ των οποίων τα Lafite Rothschild, Latour, Haut-Brion, Cheval Blanc, Angélus, Margaux και Palmer. Λάτρευε και τα μπορντό Βουργουνδίας, καθώς καταγόταν από την περιοχή και εκτιμούσε τα πιο γνωστά κρασιά της – ένα μπουκάλι Romanée-Conti grand cru του 1990 θα δημοπρατηθεί με τιμή εκκίνησης τα 15.000 ευρώ.
Στη συλλογή του περιλαμβάνονται κρασιά διεθνούς κύρους, όπως τρεις φιάλες του φημισμένου γερμανικού Scharzhofberger, η τιμή εκκίνησης των οποίων είναι 2.000 ευρώ. Προς πώληση θα είναι και πολλά γλυκά αυστριακά, αλλά και ουγγρικά κρασιά – όπως τα γνωστά Tokajis.
Ο μαρκήσιος ήταν μια από τις πιο γλαφυρές προσωπικότητες στον περιορισμένο κύκλο των οινοποιών του Μπορντό. Η οικογένειά του είχε στην κατοχή της το Château d’Yquem πριν από τη Γαλλική Επανάσταση, αλλά εκείνος κατείχε μόνο το 7% της περιουσίας – με το 48% να ελέγχεται από τον μεγαλύτερο αδελφό του και μικρότερα ποσοστά να ανήκουν σε άλλα μέλη της οικογένειας.
Οι συγγενείς του ξεσηκώθηκαν εναντίον της αυταρχικής διαχείρισής του και παραπονέθηκαν για έλλειψη μερισμάτων, γεγονός που οδήγησε σε μια ντροπιαστική δημόσια διαμάχη. Το 1996 συμφώνησαν να πουλήσουν το πλειοψηφικό μερίδιό τους στον δισεκατομμυριούχο ιδιοκτήτη του ομίλου ειδών πολυτελείας LVMH, Μπερνάρ Αρνό, παρά τις έντονες διαμαρτυρίες του μαρκησίου.
Ο μαρκήσιος διέταξε μια σειρά από νομικές προσφυγές κατά της πώλησης, αλλά τελικά ενέδωσε και κάλεσε τον Αρνό να τον επισκεφθεί στο κάστρο, ανοίγοντας ένα μπουκάλι Yquem του 1889 ως προσφορά συμφιλίωσης. Παρέμεινε διεθνής πρεσβευτής των Yquem έως τη συνταξιοδότησή του σε ηλικία 70 ετών, το 2004. Ακολούθως, τα στελέχη της LVMH συνέχισαν τις συναντήσεις μαζί του ώστε να τον ενημερώνουν για τις εξελίξεις του château.
Για μεγάλο μέρος της ζωής του είχε τον τίτλο του κόμη, μέχρι τον θάνατο του μεγαλύτερου αδελφού του το 2011, οπότε και πήρε εκείνον του μαρκησίου. Οι τίτλοι ευγενείας δεν έχουν νομική ιδιότητα στη Γαλλία, όπου τα αριστοκρατικά προνόμια καταργήθηκαν μετά την επανάσταση του 1789, παρ’ όλα αυτά αναγνωρίζονται και ενισχύουν τη φήμη του κατόχου τους ως υποστηρικτή της παράδοσης.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
