Σύνοδος στην Αλάσκα: «Η Ουκρανία στο μενού, αλλά όχι στο τραπέζι»
Σύνοδος στην Αλάσκα: «Η Ουκρανία στο μενού, αλλά όχι στο τραπέζι»
Η επικείμενη συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Βλαντίμιρ Πούτιν στην Αλάσκα δεν είναι απλώς ακόμη ένα διπλωματικό στιγμιότυπο. Για την Ουκρανία και την Ευρώπη, αποτελεί κομβικό σταυροδρόμι: μια διαπραγμάτευση χωρίς τον Βολοντίμιρ Ζελένσκι στο τραπέζι, αλλά με το μέλλον και τα σύνορα της χώρας του ως κύριο θέμα.
Οπως τόνισε ο Γκίντιον Ράχμαν, σε άρθρο του στους Financial Times, η σκηνή θυμίζει επικίνδυνα το Μόναχο του 1938, τότε που η Τσεχοσλοβακία βρέθηκε «στο μενού» αλλά όχι στο τραπέζι.
Παράλληλα, όπως προειδοποίησαν σε άλλη ανάλυσή τους οι New York Times, η συνάντηση εντάσσεται σε μια ευρύτερη στρατηγική του Κρεμλίνου να δημιουργήσει διχασμό ανάμεσα στη Δύση και την Ουκρανία, εκμεταλλευόμενος την πολιτική αβεβαιότητα στις ΗΠΑ και τις ευρωπαϊκές επιφυλάξεις, αν όχι τις αδυναμίες, απέναντι στην εμπλοκή στον πόλεμο.
Ο Ράχμαν σημείωσε στο άρθρο του στους FT ότι «η μεγαλύτερη ομοιότητα της συνόδου της Αλάσκας με το Μόναχο είναι ότι ο άμεσα ενδιαφερόμενος δεν θα συμμετέχει. Οπως το 1938 η Τσεχοσλοβακία δεν εκπροσωπήθηκε όταν οι Χίτλερ, Τσάμπερλεν, Μουσολίνι και Νταλαντιέ αποφάσιζαν για τα εδάφη της, έτσι και τώρα ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι θα απουσιάζει, ενώ ο Τραμπ και ο Πούτιν θα συζητούν για τα σύνορα της Ουκρανίας».
Οι Times της Νέας Υόρκης υπογράμμισαν από την πλευρά τους ότι αυτή η απομόνωση του Κιέβου, ειδικά σε μια κρίσιμη στιγμή που το πολεμικό μέτωπο αιμορραγεί, δημιουργεί ένα επικίνδυνο προηγούμενο, καθώς οι συζητήσεις μεταξύ των δύο υπερδυνάμεων μπορεί να αποφασίσουν το μέλλον της χώρας χωρίς την ουκρανική συμμετοχή, εντείνοντας την αίσθηση προδοσίας στην ουκρανική κοινή γνώμη.
Ο Τραμπ, όπως παρατήρησαν οι Financial Times, έχει μιλήσει ανοιχτά για «ανταλλαγές εδαφών», μια διατύπωση που προκαλεί συναγερμό στο Κίεβο και τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες, καθώς αφήνει περιθώριο για μόνιμη απώλεια ουκρανικών περιοχών. Ο φόβος είναι ότι ένας «ματαιόδοξος και αόριστος» Τραμπ θα μπορούσε να χειραγωγηθεί από τον «ψυχρό, λεπτολόγο» Πούτιν.
Οι New York Times τόνισαν επίσης ότι η πρόθεση του Τραμπ να προωθήσει ανταλλαγές εδαφών συνάδει με μια παλιά αμερικανική επιθυμία για «διευθετήσεις» που θα εξυπηρετούσαν αμερικανικά συμφέροντα, αλλά συχνά εις βάρος της κυριαρχίας άλλων κρατών, γεγονός που έχει προκαλέσει έντονη κριτική και στις ΗΠΑ.
Τι θέλει να κερδίσει ο Πούτιν στην Αλάσκα
Οπως ανέφερε εκτενές ρεπορτάζ των Financial Times για τους στόχους του Κρεμλίνου, ο Πούτιν βλέπει τη σύνοδο ως διπλωματική νίκη εκ των προτέρων. Ακόμη και χωρίς να κάνει ουσιαστικές παραχωρήσεις, θα πετύχει να εμφανιστεί ξανά στη διεθνή σκηνή, να σπάσει την απομόνωση και να δείξει ότι μπορεί να διαπραγματεύεται απευθείας με τον αμερικανό πρόεδρο, χωρίς την Ουκρανία ή την Ευρώπη παρούσες.
Σύμφωνα με την ανάλυση των New York Times, αυτό που επιδιώκει ο Πούτιν είναι η αναβάθμιση του ρόλου του σε παγκόσμιο παίκτη που μπορεί να αναδιαμορφώσει τις σφαίρες επιρροής, εδραιώνοντας την παρουσία της Ρωσίας σε περιοχές που θεωρεί ζωτικής σημασίας στρατηγικά και οικονομικά.
Αναλυτές όπως η Αλεξάντρα Προκοπένκο, του Carnegie Russia Eurasia Centre, εκτιμούν ότι ο ρώσος πρόεδρος δεν έχει κίνητρο να τερματίσει τώρα τον πόλεμο• ούτε το πεδίο μάχης ούτε η οικονομική πίεση τον αναγκάζουν να το κάνει. Αντιθέτως, προτεραιότητά του είναι να κρατά ζωντανό το ενδιαφέρον και τη συγκέντρωση του Τραμπ, ώστε η αμερικανική απογοήτευση με τη Μόσχα να μην μετατραπεί σε πραγματικό κόστος.
Οι New York Times συμπληρώνουν ότι η επιμονή του Πούτιν να μην παραχωρήσει τίποτα ουσιαστικό στις διαπραγματεύσεις οφείλεται και στην επιθυμία να παρουσιάσει την Ρωσία ως αμετακίνητη δύναμη, ενισχύοντας έτσι τη θέση του στην εσωτερική πολιτική σκηνή και ενάντια στις δυτικές κυρώσεις.
Η συγκυρία είναι χαρακτηριστική: λίγο πριν την πρόσκληση στην Αλάσκα, ο Τραμπ είχε αρχίσει να εγκρίνει μεγαλύτερες μεταφορές οπλισμού στην Ουκρανία και να απειλεί με δασμούς την Ινδία για αγορές ρωσικού πετρελαίου. Ομως, μετά από επίσκεψη του ειδικού απεσταλμένου του αμερικανού προέδρου, Στιβ Γουίτκοφ, στη Μόσχα, το κλίμα άλλαξε άρδην.
Τα αμετακίνητα «θέλω» του Κρεμλίνου
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ των Financial Times, ο Πούτιν δηλώνει ότι οι «στόχοι» του παραμένουν σταθεροί:
– Επίσημη παραίτηση της Ουκρανίας από το ΝΑΤΟ.
–Διατήρηση μη πυρηνικού καθεστώτος για το Κίεβο.
–«Αποστρατιωτικοποίηση» και «αποναζιστικοποίηση», όροι που πρακτικά ισοδυναμούν με απομάκρυνση του Ζελένσκι.
–Απόσυρση των ουκρανικών δυνάμεων από τέσσερις περιφέρειες (Ντονέτσκ, Λουχάνσκ, Χερσώνα, Ζαπορίζια) που η Ρωσία ελέγχει μερικώς, αλλά έχει ενσωματώσει επισήμως.
–Ακόμη και η υπό όρους διατήρηση ουκρανικής «κυριαρχίας» σε τμήματα της Χερσώνας και της Ζαπορίζια, όπως είπε ο Πούτιν, συνοδεύεται από απαίτηση ρωσικής «διόδου» προς την Κριμαία.
Οι New York Times τονίζουν ότι αυτά τα αιτήματα δεν είναι μόνο αμετάβλητα, αλλά και καίρια για το αφήγημα της «εθνικής ασφάλειας» του Κρεμλίνου, που επιχειρεί να παρουσιάσει τη σύγκρουση ως πόλεμο επιβίωσης απέναντι σε ένα δυτικό σχέδιο αποδυνάμωσης της Ρωσίας.
Το δίλημμα της Ουκρανίας
Οι Financial Times επεσήμαναν ότι οι ρωσικές δυνάμεις συνεχίζουν να πιέζουν στο ανατολικό μέτωπο, καταλαμβάνοντας εκατοντάδες τετραγωνικά χιλιόμετρα το καλοκαίρι και προωθούμενες κοντά σε στρατηγικές πόλεις όπως το Ποκρόβσκ. Παράλληλα, η ουκρανική κοινωνία δείχνει σημάδια κόπωσης: αν και η πλειοψηφία απορρίπτει μαζικές εδαφικές παραχωρήσεις, πάνω από το ήμισυ των πολιτών θα υποστήριζε ένα «πάγωμα» της γραμμής του μετώπου, με αντάλλαγμα εγγυήσεις ασφάλειας και σταδιακή άρση κυρώσεων.
Σύμφωνα με τους New York Times, το Κίεβο βρίσκεται σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, καθώς η στρατιωτικές εξελίξεις και η πολιτική κόπωση εντός της χώρας τροφοδοτούν έντονες διαφωνίες για τη στρατηγική που πρέπει να ακολουθήσει, ενώ οι δυτικές χώρες είναι διχασμένες σχετικά με το πώς να στηρίξουν την Ουκρανία χωρίς να προκαλέσουν περαιτέρω κλιμάκωση.
Οπως σημείωσε ο Ράχμαν στους FT, η ουκρανική θέση «καμία παραχώρηση εδάφους» είναι ζήτημα αρχών αλλά όχι ιδιαίτερα ρεαλιστική. Κλειδί είναι η διάκριση ανάμεσα σε de jure (νομική) και de facto (εκ των συνθηκών) αναγνώριση της ρωσικής κατοχής. Η πρώτη είναι απαράδεκτη, η δεύτερη μπορεί να γίνει ανεκτή στο πλαίσιο μιας ευρύτερης ειρηνευτικής συμφωνίας, όπως συνέβη με τις βαλτικές χώρες που επανέκτησαν την ανεξαρτησία τους δεκαετίες μετά την προσάρτηση από την ΕΣΣΔ.
Το «φινλανδικό» σενάριο
Ο πρόεδρος της Φινλανδίας, Αλεξάντερ Στουμπ, προτείνει, όπως γράφουν οι FT, να δει η διεθνής κοινότητα την εμπειρία της χώρας του μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Παρά την απώλεια 10% της επικράτειάς της και την ουδετερότητα που υιοθέτησε ώστε να μη προκληθεί η Μόσχα, η Φινλανδία διατήρησε την ανεξαρτησία της και τη δημοκρατία, αναπτύχθηκε και άνθισε. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο, η Ουκρανία θα μπορούσε να εξασφαλίσει ανεξαρτησία και δημοκρατία, ακόμη κι αν χρειαστεί να αποδεχθεί de facto εδαφικές απώλειες.
Οι New York Times επισημαίνουν ότι ένα τέτοιο μοντέλο, παρότι επώδυνο, θα μπορούσε να είναι ο μόνος ρεαλιστικός δρόμος για να αποφευχθεί η διαρκής σύγκρουση και να προστατευτεί το ουκρανικό κράτος από πλήρη κατάρρευση.
Στην κυριαρχία, όμως, δεν μπορεί να γίνουν εκπτώσεις: περιορισμοί που υπονομεύουν την άμυνα είναι μη αποδεκτοί. Αν όμως η ένταξη στην ΕΕ προχωρήσει, το ζήτημα του ΝΑΤΟ μπορεί να «παγώσει» προσωρινά, δεδομένου ότι η ένταξη στην Ατλαντική Συμμαχία φαντάζει, έτσι κι αλλιώς μακρινή.
Η στρατηγική του Πούτιν και το αφήγημα του Τραμπ
Οπως είπε ο Σαμ Γκριν, από το King’s College του Λονδίνου, στους Financial Times, ο Πούτιν έχει επεξεργαστεί λεπτομερώς τη στρατηγική του, ενώ ο Τραμπ αναζητά κυρίως μια γρήγορη «νίκη» για το πολιτικό αφήγημά του, αδιαφορώντας για τις τεχνικές λεπτομέρειες. Αυτό δημιουργεί τον κίνδυνο για μια συμφωνία που θα παρουσιαστεί ως επιτυχία, αλλά στην πράξη θα παγιδεύσει την Ουκρανία σε μια μειονεκτική θέση.
Οι New York Times προσέθεσαν στην ανάλυσή τους ότι η ευάλωτη ισορροπία ανάμεσα στη διπλωματία και την πολιτική σκοπιμότητα στις ΗΠΑ καθιστά το τοπίο ιδιαίτερα ρευστό, με πολλούς να φοβούνται ότι η βιασύνη του Τραμπ για «νίκες» ενόψει εκλογών μπορεί να οδηγήσει σε βραχυπρόθεσμα πολιτικά κέρδη αλλά μακροπρόθεσμες εθνικές ήττες.
Από την άλλη πλευρά, ορισμένοι αναλυτές βλέπουν το όραμα του Πούτιν ως μια «νέα Γιάλτα», με διαμοιρασμό σφαιρών επιρροής μαζί με τον Τραμπ και τον Σι Τζινπίνγκ και μια επάνοδο σε συνθήκες ψυχρού πολέμου.
Η σύνοδος της Αλάσκας μπορεί να είναι μόνο η αρχή μιας μακράς διαδικασίας. Η Ουκρανία και οι ευρωπαίοι σύμμαχοι, όπως αναφέρουν οι FT, ίσως χρειαστεί να «χαϊδέψουν» τον Τραμπ και να παίξουν το παιχνίδι του, ακόμη κι αν αυτό δεν είναι ιδανικό. Το ερώτημα παραμένει: θα μπορέσει το Κίεβο να διασφαλίσει την ανεξαρτησία, τη δημοκρατία και μια βιώσιμη κυριαρχία, χωρίς να συνθηκολογήσει στις πιο ακραίες απαιτήσεις του Κρεμλίνου;
Παράλληλα, όπως επεσήμαναν οι New York Times, η όποια συμφωνία πρέπει να ληφθεί με γνώμονα όχι μόνο την προσωρινή πολιτική σταθερότητα αλλά και το διεθνές δίκαιο και την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ώστε να αποφευχθούν παγίδες που θα αναζωπυρώσουν μελλοντικές συγκρούσεις. Είναι, μια πολύ δύσκολη εξίσωση.
«Θα γίνουμε υποσημείωση στην Ιστορία»
Την αμηχανία της Ευρώπης απέναντι στη χειμαρρώδη και φυσικά μονομερή διπλωματική τακτική –τακτική εντός και εκτός εισαγωγικών– του Τραμπ, κατέγραψαν και τρία άλλα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης, το CNN, το Bloomberg και η Wall Street Journal.
Οπως επεσήμανε το CNN, εν όψει της αιφνιδιαστικά ανακοινωθείσας συνόδου κορυφής που θα πραγματοποιηθεί την Παρασκευή στην Αλάσκα, ευρωπαίος διπλωμάτης, που ζήτησε να μην κατονομαστεί καθώς δεν είχε εξουσιοδότηση να μιλήσει επίσημα, δήλωσε το εξής: «Κινδυνεύουμε να γίνουμε απλώς μια υποσημείωση στην Ιστορία».
Σε μεγάλο βαθμό, τόνισε το αμερικανικό δίκτυο οι ευρωπαϊκοί φόβοι οφείλονται στο πόσο λίγα είναι γνωστά σχετικά με τις προτάσεις του Κρεμλίνου για τον τερματισμό των συγκρούσεων στην Ουκρανία. Ο Πούτιν δεν έχει δώσει λεπτομέρειες, ενώ ο απεσταλμένος των ΗΠΑ, Στιβ Γουίτκοφ, δεν έκανε καμία δήλωση μετά τη συνάντησή του με τον ρώσο πρόεδρο την περασμένη Τετάρτη.
Ο ίδιος ο Τραμπ είπε μετά την αναχώρηση του Γουίτκοφ από τη Μόσχα: «Είναι πολύ περίπλοκο. Θα πάρουμε κάποια πίσω, θα γίνουν ανταλλαγές. Θα υπάρξει κάποια ανταλλαγή εδαφών, προς το συμφέρον και των δύο πλευρών».
Οι Ευρωπαίοι φοβούνται ότι το «συμφέρον και των δύο» είναι ένα μάλλον απίθανο αποτέλεσμα. Δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι ο Πούτιν έχει υποχωρήσει ούτε κατά μια ίντσα από τις μεγαλοπρεπείς απαιτήσεις του.
«Δεν υπάρχει κανένα αίσθημα στο Παρίσι, το Βερολίνο ή το Λονδίνο ότι η κατάληψη εδάφους κάποιου άλλου ενδιαφέρει αυτή τη διοίκηση των ΗΠΑ, και οι Ευρωπαίοι το βρίσκουν βαθιά ανησυχητικό», ανέφερε ο διπλωμάτης.
Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία, η Γερμανία, η Ιταλία και η ΕΕ ένιωσαν την υποχρέωση να δηλώσουν σε κοινή ανακοίνωση το Σάββατο: «Παραμένουμε δεσμευμένοι στην αρχή ότι τα διεθνή σύνορα δεν πρέπει να αλλάζουν με τη βία». Στην ανακοίνωση αυτή προσχώρησαν επίσης η Πολωνία και η Φινλανδία.
H Wall Street Journal, εφημερίδα του ομίλου Μέρντοκ και του αμερικανικού κατεστημένου, σημείωσε σε ρεπορτάζ της πως η Ουκρανία και οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες κατέθεσαν κοινή πρόταση προς την Ουάσιγκτον, απορρίπτοντας το σχέδιο του Ρώσου προέδρου Βλαντίμιρ Πούτιν για κατάπαυση πυρός με αντάλλαγμα την παραχώρηση ουκρανικών εδαφών.
Η Ουκρανία και οι μεγάλες ευρωπαϊκές χώρες κατέθεσαν κοινή πρόταση προς την Ουάσιγκτον, απορρίπτοντας το σχέδιο του Πούτιν για κατάπαυση πυρός με αντάλλαγμα την παραχώρηση ουκρανικών εδαφών.
Το ευρωπαϊκό σχέδιο συζητήθηκε σε συνάντηση με τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς, τον υπουργό Εξωτερικών Μάρκο Ρούμπιο, τον ειδικό απεσταλμένο για την Ουκρανία Κιθ Κέλογκ και τον σύμβουλο Στιβ Γουίτκοφ.
Προβλέπει κατάπαυση πυρός πριν από οποιαδήποτε άλλη ενέργεια, ανταλλαγή εδαφών μόνο σε αμοιβαία βάση και ισχυρές εγγυήσεις ασφαλείας για την Ουκρανία, μεταξύ των οποίων και η πιθανή ένταξη στο ΝΑΤΟ.
Σύμφωνα με τον Βανς, οι ΗΠΑ εργάζονται για την πραγματοποίηση τριμερούς συνάντησης μεταξύ Τραμπ, Πούτιν και Ζελένσκι. Η πρωτοβουλία αυτή ήρθε ως απάντηση στη ρωσική πρόταση που, όπως μετέφεραν Ευρωπαίοι και Ουκρανοί αξιωματούχοι, προέβλεπε κατάπαυση πυρός με αντάλλαγμα την αποχώρηση της Ουκρανίας από περίπου το ένα τρίτο της περιφέρειας Ντονέτσκ που εξακολουθεί να ελέγχει.
Το υπόλοιπο μέτωπο θα «πάγωνε» στις περιοχές Ζαπορίζια και Χερσώνα, τις οποίες η Μόσχα διεκδικεί.
Ο πρόεδρος Ζελένσκι απέρριψε το ρωσικό σχέδιο ως «πρόταση να συζητάμε το αδύνατο», τονίζοντας ότι «η Ουκρανία δεν θα παραδώσει τη γη της». Παράλληλα, ζήτησε αυστηρότερες κυρώσεις κατά της ρωσικής οικονομίας.
Η κοινή ανακοίνωση των Εμανουέλ Μακρόν, Φρίντριχ Μερτς και Κιρ Στάρμερ υπογράμμισε ότι κάθε διπλωματική λύση πρέπει να διασφαλίζει τα συμφέροντα ασφαλείας της Ουκρανίας και της Ευρώπης, συνδυάζοντας «ενεργή διπλωματία, στήριξη προς το Κίεβο και πίεση στη Μόσχα για τον τερματισμό του παράνομου πολέμου».
Η επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, Κάγια Κάλας, προειδοποίησε ότι μια «εύθραυστη κατάπαυση πυρός» θα ωφελούσε μόνο τη Ρωσία, παγιώνοντας τις εδαφικές της κατακτήσεις. Αντιτίθενται στην παραχώρηση πόλεων όπως το Σλοβιάνσκ και το Κραματόρσκ διότι θα συνιστούσε στρατηγικό κέρδος για τον Πούτιν χωρίς ουσιαστικό αντάλλαγμα.
Η ευρωπαϊκή θέση παραμένει σαφής: καμία απόφαση για το μέλλον της Ουκρανίας δεν μπορεί να ληφθεί χωρίς τη συμμετοχή της, ενώ θα συνεχίσουν την παροχή στρατιωτικής και οικονομικής βοήθειας στο Κίεβο, ανεξαρτήτως του αποτελέσματος της συνάντησης Τραμπ – Πούτιν.
Τέλος, ευρωπαϊκές χώρες επιδιώκουν συνομιλίες με τον Τραμπ πριν από την προγραμματισμένη συνάντησή του με τον Πούτιν στην Αλάσκα, σύμφωνα με το Bloomberg, που επικαλείται πηγές.
Ανώνυμες πηγές αναφέρουν ότι οι Ευρωπαίοι ηγέτες θέλουν να μιλήσουν μαζί του πριν από την Παρασκευή, ημερομηνία κατά την οποία αναμένεται η συνάντηση.
Οι επαφές θα ακολουθήσουν ένα Σαββατοκύριακο εντατικής διπλωματίας μεταξύ Αμερικανών, Ουκρανών και Ευρωπαίων αξιωματούχων, το οποίο περιλάμβανε συνάντηση στο Ηνωμένο Βασίλειο το Σάββατο με τον Αμερικανό αντιπρόεδρο Τζέι Ντι Βανς και τον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών Ντέιβιντ Λάμι.
Οι πρέσβεις της ΕΕ ενημερώθηκαν την Κυριακή και οι υπουργοί Εξωτερικών της ΕΕ συνεδριάζουν σήμερα μέσω τηλεδιάσκεψης.
Σύμφωνα με το Bloomberg, η Ρωσία απαιτεί από την Ουκρανία να παραχωρήσει ολόκληρη την ανατολική περιοχή Ντονμπάς και την Κριμαία ως προϋπόθεση για εκεχειρία και έναρξη διαπραγματεύσεων για μόνιμη διευθέτηση. Αυτό θα σήμαινε παράδοση τμημάτων των περιοχών Λουχάνσκ και Ντόνετσκ που παραμένουν υπό ουκρανικό έλεγχο, δίνοντας στη Μόσχα νίκη που δεν έχει επιτύχει στρατιωτικά από τον Φεβρουάριο του 2022.
Η Ουκρανία και οι Ευρωπαίοι σύμμαχοι πιέζουν για εκεχειρία και παράλληλη διατήρηση της οικονομικής πίεσης στη Μόσχα μέσω κυρώσεων. Ο Τραμπ είχε απειλήσει με κυρώσεις τη Ρωσία, θέτοντας τελεσίγραφο που έληξε την περασμένη Παρασκευή.
Ο Βολοντίμιρ Ζελένσκι δήλωσε το Σαββατοκύριακο ότι το Κίεβο δεν θα παραχωρήσει εδάφη. Οι ευρωπαίοι ηγέτες, σε κοινή δήλωσή τους το Σάββατο, τόνισαν: «Παραμένουμε προσηλωμένοι στην αρχή ότι τα διεθνή σύνορα δεν πρέπει να αλλάξουν με τη βία».
Οι όροι που συζητούνται μεταξύ Αμερικανών και Ρώσων προβλέπουν διακοπή των ρωσικών επιθέσεων στις περιοχές Χερσώνα και Ζαπορίζια στις υφιστάμενες γραμμές μάχης.
Ο Πούτιν έχει επαναλάβει ότι οι πολεμικοί στόχοι της Ρωσίας παραμένουν αμετάβλητοι: ουδετερότητα της Ουκρανίας, εγκατάλειψη της ένταξης στο ΝΑΤΟ και αποδοχή της απώλειας της Κριμαίας και τεσσάρων ακόμη περιοχών στην ανατολική και νότια Ουκρανία.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
