Θα γίνει η Σουηδία νέα πυρηνική δύναμη στην Ευρώπη;
Θα γίνει η Σουηδία νέα πυρηνική δύναμη στην Ευρώπη;
Η λίμνη Φοατζάουρε δεν είναι μια φυσική λίμνη. Βρίσκεται σε ένα στρατιωτικό πεδίο δοκιμών κρυμμένο στην άγρια φύση της σουηδικής Λαπωνίας, νότια της περιοχής Γιόκμοκ, και η ύπαρξή της συνιστά απομεινάρι μιας αμυντικής πολιτικής που παρέμενε απόρρητη για πολλά χρόνια.
Πήρε το όνομά της από τη Σουηδική Υπηρεσία Αμυντικής Ερευνας (FOA) και τη λέξη «jaure», που στη γλώσσα των ιθαγενών Σάμι σημαίνει «λίμνη». Αρχικά ήταν ένας κρατήρας που δημιουργήθηκε από μία από τις μεγαλύτερες εκρήξεις που έχουν σημειωθεί ποτέ στη χώρα, όπως επισημαίνει ρεπορτάζ των Times του Λονδίνου.
Το 1956 και το 1957 πυροδοτήθηκαν μυστικά ισχυρές βόμβες κοντά στο χωριό Νάουστα, με στόχο την προσομοίωση μιας μικρής ατομικής έκρηξης, στο πλαίσιο προετοιμασίας της Σουηδίας για ένα εθνικό πρόγραμμα ανάπτυξης πυρηνικού οπλοστασίου. Μετά τις δοκιμαστικές εκρήξεις, ο κρατήρας γέμισε σιγά σιγά με νερό, και μετατράπηκε σε λίμνη.
Καθώς ο πόλεμος και οι γεωπολιτικές αναταραχές έχουν επιστρέψει στην Ευρώπη, αυτά τα μακροχρόνια βυθισμένα πυρηνικά μυστικά αρχίζουν να αναδύονται ξανά στην επιφάνεια. Μια σειρά πρόσφατων δημοσιευμάτων του Τύπου αναδεικνύουν το ερώτημα σχετικά με το εάν η Σουηδία πρέπει να επαναφέρει το πυρηνικό της πρόγραμμα, είτε μόνη της είτε σε συνεργασία με τους νέους ευρωπαίους συμμάχους της στο NATO.
Παρότι η συζήτηση παραμένει προς το παρόν σε επίπεδο εικασιών και δεν υπάρχουν στοιχεία ότι η κυβέρνηση έχει κάποιο σοβαρό σχέδιο για την ανάπτυξη πυρηνικών κεφαλών, το δίλημμα έχει αρχίσει να διαχέεται στο πολιτικό προσκήνιο. Τον περασμένο Μάρτιο, ο Τζίμι Ακεσον, ηγέτης του δεξιού κόμματος των Σουηδών Δημοκρατών, από την υποστήριξη του οποίου εξαρτάται ο κυβερνητικός συνασπισμός, ήταν ο πρώτος εξέχων πολιτικός που φλέρταρε με την ιδέα.
«Η Σουηδία διαθέτει την τεχνική κατάρτιση της πυρηνικής τεχνολογίας εδώ και καιρό», ανέφερε ο Ακεσον στην εφημερίδα Goteborgs-Posten. «Αλλά η πολιτική βούληση επιθυμούσε κάτι διαφορετικό. Νομίζω ότι όλα θα έπρεπε να είναι στο τραπέζι αυτή την εποχή», συμπλήρωσε. Αρκετές εβδομάδες αργότερα, ο ερευνητής της FOA, Ρόμπερτ Ντάλσιο, δήλωσε σε ένα σεμινάριο: «Τώρα πρέπει να συζητήσουμε για τη δημιουργία ανεξάρτητου πυρηνικού οπλοστασίου, με σουηδικά υλικά».
Την άποψη αυτή συμμερίζεται και η Αλις Τεοντορέσκου Μάουε, ευρωβουλευτής του κεντροδεξιού κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών, που συμμετέχει στην κυβέρνηση, η οποία προτείνει η χώρα να παίξει τον ρόλο που της αναλογεί σε μια κοινή ευρωπαϊκή στρατηγική για τα πυρηνικά όπλα.
Η Σουηδία δεν είναι η μόνη ευρωπαϊκή χώρα που εξετάζει το ζήτημα, γράφουν οι Times. Η Πολωνία ζητά συμμετοχή τόσο στα γαλλικά όσο και στα αμερικανικά πυρηνικά αποτρεπτικά μέσα. Ο πρωθυπουργός της, Ντόναλντ Τουσκ, υπαινίσσεται επίσης ότι η χώρα του θα μπορούσε να εξετάσει το ενδεχόμενο κατασκευής των δικών της ατομικών όπλων – αν και οι ειδικοί πιστεύουν ότι αυτή η πιθανότητα είναι τόσο τεχνικά, όσο και πολιτικά αδύνατη.
Αλλά και γερμανοί πολιτικοί συζητούν την πιθανότητα συμμετοχής της χώρας τους σε κάποια μορφή κοινής ευρωπαϊκής αποτρεπτικής δύναμης, αν και η κοινή γνώμη αντιτίθεται σε κάθε είδους γερμανικού στρατιωτικού πυρηνικού προγράμματος.
Δεν είναι σαφές εάν η Σουηδία έχει την τεχνολογική ή βιομηχανική ικανότητα να κατασκευάσει πυρηνικά όπλα χωρίς σημαντική βοήθεια από μια υπάρχουσα πυρηνική δύναμη. Παρότι διαθέτει έξι πυρηνικούς ηλεκτροπαραγωγικούς σταθμούς που παρέχουν σχεδόν το ένα τρίτο της ηλεκτρικής της ενέργειας, ο τελευταίος τέτοιος κατασκευάστηκε πριν από 40 χρόνια. Ειδικοί θεωρούν ότι το κόστος κατασκευής πυρηνικών όπλων είναι απαγορευτικό.
Σύμφωνα με τους Times, η Σουηδία έχει μια βαθιά θεσμική ιστορία πειραματισμών σχετικά με το ζήτημα, συμπεριλαμβανομένων δεκαετιών μυστικού σχεδιασμού πυρηνικής πολιτικής την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, σε μια περίοδο που ήταν επισήμως ουδέτερη – αλλά είχε υπογράψει κρυφά μια εγγύηση ατομικής ασφάλειας με τις Ηνωμένες Πολιτείες.
Για πάνω από δύο δεκαετίες μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η χώρα, που αποτελούσε πρότυπο πασιφισμού και πρωταγωνιστούσε στο διεθνές κίνημα για τον περιορισμό των πυρηνικών όπλων, αναζητούσε κρυφά τα μέσα συναρμολόγησης μιας ατομικής βόμβας. Η πρωτοβουλία ξεκίνησε το 1945, όταν η FOA ανέλαβε να διερευνήσει το είδος του νέου όπλου που είχαν χρησιμοποιήσει οι ΗΠΑ στις επιθέσεις τους στη Χιροσίμα και το Ναγκασάκι.
Παραμένοντας ουδέτερη στον αγώνα κατά της ναζιστικής Γερμανίας, η Σουηδία βγήκε από τον πόλεμο σε μεγάλο βαθμό αλώβητη. Η οικονομία της ήταν σε πλήρη ανάπτυξη, δεν χρειαζόταν να ανοικοδομήσει τις υποδομές της, ενώ είχε και τα δικά της κοιτάσματα ουρανίου, αν και ήταν χαμηλής ποιότητας.
Το 1948, ο αρχηγός του αμυντικού επιτελείου της Σουηδίας ανέθεσε στην FOA να διερευνήσει τις δυνατότητες της χώρας να αποκτήσει πυρηνικά όπλα και να κατασκευάσει μια ατομική βόμβα με βάση το πλουτώνιο. Οι σουηδοί ηγέτες της εποχής πίστευαν στην ένοπλη ουδετερότητα – και θεωρούσαν ότι τα πυρηνικά όπλα ίσως ήταν απαραίτητα για τη διατήρησή της. Μη συμμετέχοντας στο NATO, η Σουηδία επιθυμούσε να αμυνθεί έναντι μιας πιθανής σοβιετικής εισβολής.
Τα επόμενα χρόνια, ο στόχος της παραγωγής πυρηνικών όπλων οδήγησε στην εξόρυξη ουρανίου από την κεντρική Σουηδία, ενώ παράλληλα κατασκευάστηκαν και δύο πυρηνικοί αντιδραστήρες, ένας στην Αγκέστα, νότια της Στοκχόλμης, και ένας έξω από την βιομηχανική πόλη Νόρσεπινγκ – αν και ο τελευταίος δεν τέθηκε ποτέ σε λειτουργία. Το σχέδιο ήταν το πλουτώνιο να ληφθεί μέσω της σχάσης του ουρανίου σε πυρηνικούς αντιδραστήρες.
Στη συνέχεια, η FOA πραγματοποίησε τις μυστικές μη πυρηνικές δοκιμές της στη σουηδική Λαπωνία. Η πιο ισχυρή περιελάμβανε 61 τόνους εκρηκτικών – και δημιούργησε μια στήλη καπνού ύψους σχεδόν 1,5 χιλιομέτρου. Το 1957, η CIA κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Σουηδία είχε «ένα επαρκώς ανεπτυγμένο πρόγραμμα αντιδραστήρων που θα της επέτρεπε να παράγει κάποια πυρηνικά όπλα μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια».
Οκτώ χρόνια αργότερα, οι αναλυτές εκτιμούσαν ότι η χώρα απείχε μόλις έξι μήνες από την κατασκευή μιας βόμβας. Ωστόσο το πρότζεκτ είχε ήδη αρχίσει να χάνει τη δυναμική του, εν μέρει λόγω του αντιπυρηνικού κινήματος στη χώρα, εν μέρει λόγω του κολοσσιαίου κόστους του, και εν μέρει λόγω των μυστικών εγγυήσεων ασφαλείας που παρείχαν οι ΗΠΑ στη Σουηδία.
Οι εγκαταστάσεις είτε κατεδαφίστηκαν είτε χρησιμοποιήθηκαν για άλλους σκοπούς – και το 2012 τα τελευταία υπολείμματα του πλουτωνίου μεταφέρθηκαν στην άλλη άκρη του Ατλαντικού για αποθήκευση στις ΗΠΑ. Τώρα, η αναβίωση του προγράμματος στις μέρες μας είναι μη ρεαλιστική, σύμφωνα με τους αναλυτές, καθώς η Σουηδία θα πρέπει ουσιαστικά να ξεκινήσει από το μηδέν.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
