Protagon Main Image
| Stefan Rousseau/Pool via Reuters / Creative Protagon
Επικαιρότητα

Τουρκία και Eurofighter: Λύση ανάγκης, πίσω πόρτα στην Ευρωπαϊκή Αμυνα ή χαλινάρι στο «μαντρί» της Δύσης;

Για πρώτη φορά τα τελευταία 75 χρόνια, η Αγκυρα υποχρεώθηκε να στραφεί στην προμήθεια μαχητικού αεροσκάφους που δεν έχει κατασκευαστεί στις ΗΠΑ, την ώρα που η ανάπτυξη –πόσο μάλλον η παράδοση– του εθνικού της μαχητικού ΚΑΑΝ καθυστερεί δραματικά, και πάλι εξαιτίας των Αμερικανών. Οι αναγνώσεις του deal των 9,2 δισ. με τον Στάρμερ και ενώ σειρά παίρνει ο καγκελάριος Μερτς, με φόντο το ελληνικό βέτο για το SAFE
Protagon Team

«Είναι πολλά τα λεφτά, Αρη». Με τη φράση αυτή από την ταινία «Λόλα» του Ντίνου Δημόπουλου το 1964, που στο πέρασμα των ετών εξελίχθηκε σε λαϊκή ρήση, θα μπορούσε να περιγραφεί η ουσία του μεγάλου deal των Eurofighter για τον Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με τη συνδρομή των Ευρωπαίων εντός και εκτός ΕΕ: τόσο των Βρετανών υπό τον Κιρ Στάρμερ, όσο και των Γερμανών υπό τον Φρίντριχ Μερτς και κατά δεύτερο λόγο Ισπανών, Ιταλών και Γάλλων.

Τα 40 Eurofighter Typhoon (Tranche 5, όπως τουλάχιστον προκύπτει από το κόστος πρόσκτησής τους) που εξασφάλισε ο Ερντογάν στη συνάντηση με τον περιχαρή μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας (δείτε τη σχετική ανάρτηση κάτω) βρετανό πρωθυπουργό, αποτελούν δίχως άλλο μια κάποια λύση μετά την  «πόρτα» Τραμπ για τα F-35.

Σε μια άλλη ανάγνωση, η προμήθεια των Εurofighter Typhoon στην Τουρκία αποτελεί πιθανώς ένα είδος πίσω πόρτας στην Ευρωπαϊκή Αμυνα για την Αγκυρα που συνειδητοποιεί ότι βέτο Ελλάδας και Κύπρου για το SAFE δεν είναι απλώς ρητορική απειλή, ενώ «μεταφράζεται» και ως ένα χαλινάρι ώστε να παραμείνει –ως νατοϊκός σύμμαχος βεβαίως και μάλιστα με τον δεύτερο μεγαλύτερο στρατό στη Συμμαχία– στο «μαντρί» της Δύσης.

Οι αντιδράσεις και τα σχόλια στη γείτονα μετά την ανακοίνωση του deal Στάρμερ – Ερντογάν, ύψους 8 δισ. στερλίνων (περίπου 9,2 δισ. ευρώ), ήταν όπως αναμενόταν, πανηγυρικές.

Ο τουρκικός Τύπος αναγνώρισε τη συμφωνία ως «επιστροφή της Τουρκίας στην αμυντική συνεργασία με την Ευρώπη».

Η Milliyet έσπευσε να βάλει τίτλο «Νέα εποχή στη Γαλάζια Πατρίδα» στην εκτίμησή της ότι η αγορά των Eurofighter αποτελεί μήνυμα ισχύος στο Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. «Η συμφωνία ανησυχεί την Ελλάδα και το Ισραήλ», γράφει η τουρκική εφημερίδα, υποστηρίζοντας ότι «θα αλλάξει την ισορροπία δυνάμεων, καθώς η αγορά των Eurofighter έχει προκαλέσει σημαντικό θόρυβο στον παγκόσμιο Τύπο και έχει αναστατώσει την Ελλάδα και το Ισραήλ».

«Ευτυχές το τέλος με το Eurofighter», γράφει η Αksam, επισημαίνοντας ότι η Ευρώπη «από το εμπάργκο (κυρίως λόγω Γερμανίας), γύρισε στη συνεργασία», σημειώνοντας παράλληλα ότι μετά την επίσκεψη Στάρμερ στην Αγκυρα, σειρά παίρνει την Πέμπτη ο γερμανός καγκελάριος Φρίντριχ Μερτς

«Αυτή η επίσκεψη είναι για μας πράγματι πολύ σημαντική. Η Τουρκία, όχι μόνο ως εταίρος του ΝΑΤΟ αλλά και ως συνομιλητής, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο σε πολλά πολιτικά ζητήματα. Το έκανε και τους τελευταίους μήνες», δήλωσε τη Δευτέρα ο αναπληρωτής εκπρόσωπος της γερμανικής κυβέρνησης, Στέφεν Μάιερ, ο οποίος ωστόσο αρνήθηκε να απαντήσει σε ερώτηση σχετικά με τα Eurofighter, τονίζοντας ότι δεν επιθυμεί να προκαταλάβει το περιεχόμενο των συνομιλιών.

Στο στοχευμένο ερώτημα, δε, εάν κατά την επίσκεψη θα τεθούν και ζητήματα κράτους δικαίου (στη σκιά των διώξεων Ιμάμογλου), ο εκπρόσωπος ανέφερε ότι πρόκειται για την πρώτη επίσκεψη του καγκελάριου στην Τουρκία, «επομένως στο επίκεντρο θα βρεθούν τα διμερή θέματα», για να συμπληρώσει, πάντως, ότι «οι δημοκρατικές θεμελιώδεις αξίες και τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι κάτι πολύ σημαντικό για την κυβέρνηση και αυτό ισχύει για όλες τις συνομιλίες μας».

Στα γερμανικά ΜΜΕ, πάντως, αναδεικνύεται η αλλαγή «γραμμής» της κυβέρνησης Μερτς σχετικά με την Τουρκία. «Η Γερμανία φλερτάρει με τον Ερντογάν: Η τρυφερή προσέγγιση της Τουρκίας παρά την καταστολή», είναι ο τίτλος του ρεπορτάζ της Frankfurter Rundschau, η οποία επισημαίνει ότι το Βερολίνο προωθεί μια «θετική ατζέντα» στις σχέσεις με την Τουρκία, με τίμημα τα ανθρώπινα δικαιώματα και το δημοκρατικό έλλειμμα στην Τουρκία να τίθενται σε δεύτερη μοίρα.

Χαρακτηριστικό, επίσης, ότι παρ’ όλο που η επίσκεψη Στάρμερ στην Τουρκία συνέπεσε με το νέο ένταλμα σύλληψης του Εκρέμ Ιμάμογλου για «κατασκοπεία», ο βρετανός πρωθυπουργός δεν τόλμησε να κάνει οιαδήποτε αναφορά και το ίδιο, όπως προεξοφλείται, αναμένεται να κάνει και ο γερμανός καγκελάριος.

Μετά την ολοκλήρωση του deal για την προμήθεια των 20 Eurofighter, ο τούρκος υπουργός Εθνικής Αμυνας ανακοίνωσε ότι στόχος της Αγκυρας είναι να φθάσει στα 44 μαχητικά με την προσθήκη ακόμη 24 μεταχειρισμένων από το Κατάρ και το Ομάν. Η πρώτη παράδοση, πάντως, δεν θα πρέπει να αναμένεται πριν από το το 2030 και μόνο τα πρώτα μαχητικά από το Κατάρ θα αρχίσουν να παραδίδονται μέσα στο επόμενο  έτος.

Οπως προαναφέρθηκε, το υψηλό κόστος πρόσκτησης «μαρτυρά» ότι όσον αφορά τα καινούργια Eurofighter, η Τουρκία θα αποκτήσει την τελευταία εκδοχή του ευρωπαϊκής κατασκευής μαχητικού, με όλα τα όπλα που μπορεί αυτό να φέρει, συμπεριλαμβανομένων των πυραύλων αέρος – αέρος Meteor αλλά και αέρος – εδάφους Brimstone.

Και εδώ, πέρα από τους σταθερά φίλα προσκείμενους στην Τουρκία προμηθευτές, όπως η Γερμανία, η Βρετανία και η Ισπανία –και ενώ και άλλες ευρωπαϊκές χώρες θεωρούν κρίσιμο τον ρόλο της γείτονος στα σχέδια επανεξοπλισμού της Γηραιάς Ηπείρου– έρχεται ο ρόλος της Γαλλίας που επίσης μετέχει στο κονσόρτσιουμ συμπαραγωγής του Eurofighter, MBDA, και από την οποία η Ελλάδα, ως γνωστόν, έχει ζητήσει να μπλοκάρει την εξαγωγή των πυραύλων Meteor (που αναπτύσσει η MBDA) σε διάφορα επίπεδα.

Παρότι οι περισσότερες χώρες της ΕΕ επιθυμούν τη στενότερη συνεργασία με την Τουρκία και την αμυντική βιομηχανία της (ήδη, άλλωστε, Ιταλία και Ισπανία προχωρούν τάχιστα σε διμερή συνεργασία μαζί της), το βέτο Ελλάδας και Κύπρου για τους όρους που θα πρέπει να πληροί η Αγκυρα προκειμένου να αποκτήσει πρόσβαση στα δάνεια του κανονισμού SAFE της ΕΕ, είναι πολύ συγκεκριμένο και κυρίως, χωρίς περιθώρια υποχώρησης.

Με άλλα λόγια, τουρκική είσοδος στο project επανεξοπλισμού της Ευρώπης και ροή ευρωπαϊκού χρήματος στην αμυντική βιομηχανία του Ερντογάν δεν πρόκειται να υπάρξει αν δεν προηγηθούν άρση του casus belli και αποκήρυξη της θεωρίας των «γκρίζων ζωνών» στο Αιγαίο.

Διότι απλούστατα δεν μπορεί να υπάρξει χρηματοδότηση από ευρωπαϊκά κονδύλια σε μια χώρα η οποία αμφισβητεί την κυριαρχία κράτους-μέλους της ΕΕ, το απειλεί με πόλεμο, ενώ παράλληλα κατέχει και έδαφος άλλης χώρας-μέλους.

Εξ ου και η επιλογή να τεθούν οι δύο αυτοί όροι για την είσοδο της Τουρκίας στο SAFE, καθώς casus belli και «γκρίζες ζώνες» είναι αλληλοσυμπληρούμενα ζητήματα, δεδομένης της πάγιας θέσης της Τουρκίας να περιοριστεί στο απόλυτο η επήρεια των νησιών και κατ’ επέκταση τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας στο Αιγαίο εν γένει.

Ετσι, λοιπόν, αν και η Βρετανία δεν είναι πια μέλος της ΕΕ, το deal Στάρμερ – Ερντογάν, σε συνδυασμό με τις διμερείς συμφωνίες αμυντικής συνεργασίας χωρών-μελών της ΕΕ με τρίτες χώρες, λειτουργεί για την Τουρκία και ως κλειδί εισόδου, από την πίσω πόρτα, στο project του ReArm Europe.

Kαι αυτό επειδή το ταξίδι του Ερντογάν στην Ουάσινγκτον και η πολυδιαφημισμένη συνάντησή του με τον Τραμπ στον Λευκό Οίκο δεν πήγαν και τόσο καλά όπως όλοι περίμεναν στην Αγκυρα, αφού τίποτα δεν άλλαξε ως προς το θέμα της πώλησης F-35 στην Τουρκία (ή έστω για τα F-16, ήτοι τον εκσυγχρονισμό των γηρασμένων που διατηρεί στη δύναμή της η Τουρκική Αεροπορία και την απόκτηση νέων).

Ετσι για πρώτη φορά τα τελευταία 75 χρόνια, η Τουρκία υποχρεώθηκε να στραφεί στην προμήθεια μαχητικού αεροσκάφους που δεν έχει κατασκευαστεί στις ΗΠΑ και ενώ η ανάπτυξη –πόσο μάλλον η παράδοση– του εθνικού της μαχητικού ΚΑΑΝ καθυστερεί δραματικά, και πάλι εξαιτίας των Αμερικανών, αφού ακόμη δεν έχει ανάψει πράσινο φως για την παράδοση των (αμερικανικής κατασκευής) κινητήρων που αποζητά η Αγκυρα ώστε κάποια μέρα να πετάξει το μαχητικό της.

Οπότε η αγορά των Eurofighter θεωρείται και λύση ανάγκης, αφού από συμπαραγωγός χώρα του F-35, η Τουρκία βρέθηκε λόγω των δεσμών με Πούτιν (βλέπε απόκτηση και διατήρηση των ρωσικών S-400 στο οπλοστάσιό της, σε συνδυασμό με τις κυρώσεις CAATSA από το Κογκρέσο) στο απόλυτο κενό ως προς την ενίσχυση-εκσυγχρονισμό του στόλου της πολεμικής αεροπορίας της.

Εν τω μεταξύ, στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, η Ελλάδα έχει εντάξει στις επιχειρησιακές της δυνατότητες 24 Rafale (και πιθανώς αναμένει και άλλα), προχωρά με γοργούς ρυθμούς στο πρόγραμμα αναβάθμισης των 82 F-16 Viper και στα τέλη της δεκαετίας αναμένει και τα πρώτα από τα 20 F-35 της Πολεμικής Αεροπορίας.

Αυτό σημαίνει ότι σε λίγα χρόνια, η χώρα μας μπορεί να διαθέτει τριάντα και πλέον F-35 (μαχητικά πέμπτης γενιάς) και 36-40 Rafale (4,5ης γενιάς), οπότε ακόμη και αν τα 20 Eurofighter που θα πάρει η Τουρκία είναι τύπου Tranche 5 (η τελευταία έκδοση), το συγκριτικό πλεονέκτημα για τη ΠΑ παραμένει μεγάλο.

Exit mobile version