Protagon Main Image
Θέματα

ΕΕ – ΗΠΑ: Οι δασμοί είναι το λιγότερο

Αν το μόνο ζήτημα στο τραπέζι ήταν το εμπόριο, η ΕΕ ίσως μπορούσε να απαντήσει επιθετικά, με στόχο να αναγκάσει την Ουάσινγκτον να κάνει πίσω. Ομως, εδώ «παίζεται» η ασφάλεια και η Ουκρανία. Εφόσον η Ευρώπη έχει εδώ και δεκαετίες αναθέσει την άμυνά της στις ΗΠΑ, έπρεπε να προσφέρει εμπορικούς όρους που θα κρατούσαν τον απρόβλεπτο Τραμπ δεσμευμένο και παρόντα
Protagon Team

Η νέα εμπορική συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ προκάλεσε έντονες αντιδράσεις, με τους επικριτές της να κάνουν λόγο για υποχώρηση της Ευρώπης απέναντι στον Τραμπ. Ωστόσο, η συμφωνία δεν είναι τόσο επώδυνη όσο παρουσιάζεται, γράφει ο Economist. Αντί να εστιάζει στα εξωτερικά εμπόδια και προβλήματα, η Ευρωπαϊκή Ενωση πρέπει να αναγνωρίσει τις εσωτερικές της αδυναμίες: έλλειψη μεταρρυθμίσεων, επενδύσεων και ενοποίησης της ενιαίας αγοράς.

Σχεδόν αμέσως μόλις ανακοινώθηκε ότι η πρόεδρος της Κομισιόν Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ συμφώνησαν για τους δασμούς, ξεκίνησε η επίθεση από τις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

Ο γάλλος πρωθυπουργός, Φρανσουά Μπαϊρού, μίλησε για «μια σκοτεινή ημέρα,  κατά την οποία μια συμμαχία ελεύθερων λαών, ενωμένων για να υπερασπιστούν τις αξίες και τα συμφέροντά τους, επιλέγει να υποταχθεί». Ο καγκελάριος της Γερμανίας, Φρίντριχ Μερτς, προειδοποίησε για «σοβαρές ζημιές» στην οικονομία. Ο λαϊκιστής πρωθυπουργός της Ουγγαρίας, Βίκτορ Ορμπαν, το έθεσε πιο ωμά: «Ο Τραμπ έφαγε την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν για πρωινό».

Πράγματι, η συμφωνία δεν μοιάζει με καμία άλλη που έχει συνάψει ποτέ η ΕΕ. Οι ευρωπαϊκές εξαγωγές προς τις ΗΠΑ θα υπόκεινται πλέον σε δασμούς 15%, αισθητά μεν χαμηλότερους από το 30% που απειλούσε ο Τραμπ σε περίπτωση μη συμφωνίας, αλλά σχεδόν δεκαπλάσιους σε σχέση με τα προ Τραμπ επίπεδα. Ταυτόχρονα, η ΕΕ θα καταργήσει τους δασμούς για τα αμερικανικά βιομηχανικά προϊόντα και θα διευκολύνει την είσοδο ορισμένων αγροτικών ειδών.

Το μπλοκ αναμένεται να αγοράζει ενέργεια 750 δισ. από τις ΗΠΑ (σε βάθος τριετίας) και να επενδύσει 600 δισ. στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού. Για όσους βλέπουν το εμπόριο σαν παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος, όπου το έλλειμμα σημαίνει ήττα και οι εξαγωγές νίκη, η Ευρώπη βγήκε σαφώς χαμένη.

Κι όμως, σημειώνει ο Economist, όσοι απορρίπτουν τη συμφωνία το κάνουν για τους λάθος λόγους. Είναι δεδομένο ότι με την εμμονή του Τραμπ στους δασμούς, η εποχή των χαμηλών εμπορικών φραγμών δεν πρόκειται να επιστρέψει όσο ο ίδιος είναι στην εξουσία. Η συμφωνία, όμως, δεν είναι τόσο καταστροφική όσο παρουσιάζεται. Η ΕΕ πέτυχε παρόμοιους όρους με αυτούς που ισχύουν για την Ιαπωνία· συνεπώς, η σχετική θέση της στο παγκόσμιο εμπόριο δεν επιδεινώθηκε. Επιπλέον, τα ευρωπαϊκά αυτοκίνητα δεν θα αντιμετωπίζουν πλέον υψηλότερους κλαδικούς δασμούς. Ούτε αναγκάστηκε η ΕΕ να εγκαταλείψει τις ρυθμίσεις της για τις ψηφιακές υπηρεσίες, παρότι αυτές πλήττουν κατά κύριο λόγο αμερικανικούς τεχνολογικούς κολοσσούς.

Κάποιοι επικαλούνται την «ασυμμετρία» της συμφωνίας: ότι δηλαδή οι ευρωπαίοι παραγωγοί πληρώνουν δασμούς, ενώ οι Αμερικανοί αποκτούν πρόσβαση στις ευρωπαϊκές αγορές. Ομως, επισημαίνει ο Economist, το εμπόριο δεν είναι ένα παιχνίδι όπου ο ένας κερδίζει και ο άλλος χάνει. Οι ευρωπαίοι καταναλωτές θα επωφεληθούν από περισσότερες επιλογές και χαμηλότερες τιμές, ενώ το μεγαλύτερο βάρος των δασμών θα το επωμιστούν οι αμερικανικές επιχειρήσεις και οι αμερικανοί πολίτες, ακόμη κι αν κάποιες ξένες εταιρείες μειώσουν τις τιμές τους ώστε να παραμείνουν ανταγωνιστικές.

Επιπλέον, το ευρύτερο γεωπολιτικό πλαίσιο δεν άφηνε πολλά περιθώρια κλιμάκωσης. Αν το μόνο ζήτημα στο τραπέζι ήταν το εμπόριο, η ΕΕ ίσως μπορούσε να απαντήσει επιθετικά, με στόχο να αναγκάσει την Ουάσινγκτον να κάνει πίσω. Ομως, «πρόκειται και για την ασφάλεια, για την Ουκρανία», όπως είπε ο Επίτροπος Εμπορίου της ΕΕ, Μάρος Σέφτσοβιτς. Εφόσον η Ευρώπη έχει εδώ και δεκαετίες αναθέσει την άμυνά της στις ΗΠΑ, έπρεπε να προσφέρει εμπορικούς όρους που θα κρατούσαν τον απρόβλεπτο Τραμπ δεσμευμένο και παρόντα.

Οι επικριτές της συμφωνίας ξεχνούν το βασικό, συνεχίζει ο Economist: τα προβλήματα της ΕΕ δεν οφείλονται σε μία συμφωνία. Οπως τόνισε και ο Μάριο Ντράγκι σε πολυσέλιδη έκθεση του 2024, η Ευρώπη έχει επείγουσα ανάγκη για μεταρρυθμίσεις, καινοτομία και επενδύσεις. Οι δασμοί 15% που επέβαλε ο Τραμπ ωχριούν μπροστά στο εσωτερικό κόστος: το ΔΝΤ εκτιμά ότι οι ενδοευρωπαϊκοί εμπορικοί φραγμοί ισοδυναμούν με δασμούς 44% στα αγαθά και 110% στις υπηρεσίες. Οι κεφαλαιαγορές της Ευρώπης παραμένουν ρηχές και κατακερματισμένες, αδύναμες να στηρίξουν καινοτόμα και ριψοκίνδυνα εγχειρήματα. Και η ήπειρος απέχει ακόμα πολύ από τις επενδύσεις που απαιτούνται για να καλυφθεί το χάσμα παραγωγικότητας.

Αντί να επικεντρώνονται σε όσα κάνουν λάθος οι Αμερικανοί, οι Ευρωπαίοι θα έπρεπε να κοιτάξουν τι δεν κάνουν οι ίδιοι, καταλήγει ο Economist. Τα κράτη-μέλη μπλοκάρουν κάθε σοβαρή μεταρρύθμιση. Η Γερμανία δεν θέλει να ενισχύσει ούτε τις δικές της κεφαλαιαγορές, πόσο μάλλον να ενοποιήσει τις ευρωπαϊκές. Η Γαλλία είναι το βασικό εμπόδιο στην προώθηση νέων εμπορικών συμφωνιών που θα άνοιγαν νέες αγορές για τους εξαγωγείς. Σχεδόν έναν χρόνο μετά την έκθεση Ντράγκι, ελάχιστες προτάσεις έχουν υλοποιηθεί. Ενας εμπορικός πόλεμος θα είχε, πιθανώς, κάποια χρησιμότητα: να ταρακουνήσει τους πολιτικούς και να τους βγάλει από την αδράνειά τους. Αντί να αναλώνονται σε αφορισμούς, οι επικριτές ας πιάσουν δουλειά.

Exit mobile version