Protagon Main Image
| REUTERS/ Shutterstock / CreativeProtagon
Θέματα

Η εντυπωσιακή, επικίνδυνη νίκη του Ισραήλ

Παρά την «κατσάδα» του Τραμπ, και με την προϋπόθεση ότι η εκεχειρία θα τηρηθεί, «πρόκειται για μια στιγμή θριάμβου για τον Νετανιάχου», σημειώνουν δημοσιογράφοι του Economist για τη στρατιωτική κυριαρχία του Ισραήλ. Η παρουσία του πλέον στην περιοχή είναι πιο ενισχυμένη ακόμη και από ό,τι μετά τον Πόλεμο των Εξι Ημερών το 1967
Protagon Team

«Υπάρχουν ακλόνητοι κανόνες στους πολέμους της Μέσης Ανατολής που ούτε καν ο Ντόναλντ Τραμπ δεν μπορεί να αλλάξει. Μόλις ανακοινωθεί μια εκεχειρία αμφότερες οι πλευρές σπεύδουν να καταφέρουν ένα ακόμη πλήγμα. Μετά από την έναρξη της εξαπολύουν μια τελευταία ομοβροντία», σχολιάζει ο Economist μετά το επικίνδυνο αλαλούμ με την εκεχειρία του Τραμπ στον πόλεμο των 12 ημερών μεταξύ του Ισραήλ και του Ιράν.

Τελικά ο αμερικανός πρόεδρος κατάφερε να αποκαταστήσει την τάξη, αφού κατσάδιασε τόσο το Τελ Αβίβ όσο και την Τεχεράνη, αναφέροντας χαρακτηριστικά, πως «δεν ξέρουν τι στο διάολο κάνουν!». Στη συνέχεια τηλεφώνησε προσωπικά στον ιρασηλινό πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου, απαιτώντας να επιστρέψουν πίσω τα ισραηλινά μαχητικά που κατευθύνονταν προς το Ιράν. Αυτό, δεν συνέβη αλλά οι Ισραηλινοί πραγματοποίησαν συμβολικό πλήγμα.

Ωστόσο, παρά την προεδρική κατσάδα και με την προϋπόθεση ότι η εκεχειρία θα τηρηθεί, «πρόκειται για μια στιγμή θριάμβου για τον Νετανιάχου», εκτιμά ο Economist, σημειώνοντας πως η στρατιωτική κυριαρχία του Ισραήλ στην περιοχή βρίσκεται στο απόγειό της, με τη χώρα να είναι, πλέον, ενισχυμένη περισσότερο και από όσο ήταν μετά τον Πόλεμο των Εξι Ημερών το 1967. Ενα κράτος μόλις δέκα εκατομμυρίων ελέγχει τους αιθέρες μεγάλου μέρους της Μέσης Ανατολής, ενώ έπειτα από έναν πόλεμο σε πολλαπλά μέτωπα, όλοι οι εχθροί του –από τη Χαμάς και τη Χεζμπολάχ, έως τους Χούθι και το Ιράν– είτε εξουδετερώθηκαν είτε ταπεινώθηκαν.

Ομως, το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης ενδέχεται να έχει μόνο υποστεί ζημιές παρά να έχει καταστραφεί, όπως επιμένει ο αμερικανός πρόεδρος. Και το Ισραήλ καλείται να αποφασίσει εάν θα συνεχίσει να δρα προληπτικά στο πλαίσιο ενός υπερ-στρατιωτικοποιημένου οράματος για το μέλλον ή εάν θα επιδιώξει να περάσει από τον ατελείωτο πόλεμο στη σταθερότητα. Πρέπει επίσης να αποφασίσει εάν ο Νετανιάχου, ο οποίος έως πριν από λίγες εβδομάδες χαρακτηριζόταν από πολλούς Ισραηλινούς «τοξικός», θα συνεχίσει να ηγείται της χώρας.

Ο ισραηλινός πρωθυπουργός προειδοποιούσε επί δεκαετίες για την «υπαρξιακή απειλή» που έθετε το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν. O Economist εκτιμά πως ούτε αυτό ούτε το πρόγραμμα βαλλιστικών πυραύλων του Ιράν έχουν καταστραφεί ολοσχερώς, αλλά έχουν επιβραδυνθεί σημαντικά, από μήνες έως χρόνια. Η στρατιωτική επιτυχία είναι επιθετική αλλά και αμυντική, καθώς από τους περίπου 500 πυραύλους που εκτόξευσε το Ιράν κατά του Ισραήλ, μόνο το 6% έπληξε κατοικημένες περιοχές, σκοτώνοντας 28 ανθρώπους, πολύ λιγότερους από όσους ανάμεναν οι ίδιοι οι Ισραηλινοί αρχικά. Το Ιράν ενίσχυε επί δεκαετίες το πυραυλικό του οπλοστάσιο ενώ είχε αναπτύξει μια ισχυρή δύναμη μη επανδρωμένων αεροσκαφών εγχώριας παραγωγής, ωστόσο η Τεχεράνη πρακτικά ταπεινώθηκε –κρίνει ο Economist– γεγονός που αναμφίβολα χαροποίησε τους άραβες γείτονές του.

Το καθεστώς εξακολουθεί να υπάρχει

Η συνέχεια θα εξαρτηθεί σημαντικά από την τύχη του καθεστώτος της Τεχεράνης, το οποίο έχει αναμφίβολα αποδυμανωθεί. Το μπλακ άουτ στο Διαδίκτυο επιτρέπει στο καθεστώς να κάνει λόγο ακόμη και για νίκη, καθώς όμως αποκαλύπτεται σταδιακά η πραγματική εικόνα, η εξουσία ενδέχεται να κλονιστεί.

Οι εξουθενωτικές κυρώσεις μπορεί να αρθούν πλήρως μόνο εάν το Ιράν αποδεχτεί μια συνθήκη αφοπλισμού με τους όρους του Τραμπ, αν και ο αμερικανός πρόεδρος άφησε να εννοηθεί ότι δεν θα αντιταχθεί στις ιρανικές εξαγωγές πετρελαίου στην Κίνα). Επιπλέον, οι σύμμαχοί του, μέσω των οποίων η Τεχεράνη επιδίωκε να κυριαρχήσει στη Μέση Ανατολή, βρίσκονται σε δεινή θέση.

Ωστόσο, παρ’ όλα αυτά, το καθεστώς εξακολουθεί να υπάρχει. Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης σύρραξης, ο Μπενιαμίν Νετανιάχου κάλεσε τον ιρανικό λαό να «απελευθερωθεί», αλλά έμπειροι παρατηρητές του Ιράν στην κοινότητα πληροφοριών του Ισραήλ αμφιβάλλουν ότι οι Ιρανοί θα βγουν στους δρόμους και πιστεύουν ότι η αλλαγή καθεστώτος αυτή τη στιγμή είναι μη ρεαλιστική.

Ομως, «αυτή η προοπτική ενός αποδυναμωμένου και απομονωμένου αλλά ακόμη επιθετικού Ιράν θέτει ένα μακροπρόθεσμο στρατιωτικό δίλημμα στο Ισραήλ», γράφει ο Economist. Η Τεχεράνη εξακολουθεί να κατέχει δεκάδες εκτοξευτές πυραύλων ενώ διαθέτει επίσης πυρηνική τεχνογνωσία (η οποία δεν μπορεί να καταστραφεί) συν κάποια αποθέματα ουρανίου υψηλού εμπλουτισμού, ακόμη και εάν μέρος τους μπορεί να βρίσκεται κάτω από τα ερείπια των εγκαταστάσεων του Φόρντο και του Ισφαχάν. «Είναι πολύ πιθανό μακροπρόθεσμα να αναβιώσει μια πυρηνική ορμή», όπως σημειώνεται στο βρετανικό δημοσίευμα.

Το επόμενο βήμα του Νετανιάχου

Πώς μπορεί, όμως, να αντιδράσει το Ισραήλ; Μία επιλογή είναι να εφαρμόσει την «μαξιμαλιστική, προληπτική πολιτική ασφαλείας» που έχει υιοθετήσει τους τελευταίους μήνες στον Λίβανο και τη Συρία, όπου οι Ισραηλινοί διατηρούν την αεροπορική υπεροχή ενώ οποιαδήποτε υποψία πιθανής απειλής αντιμετωπίζεται με αεροπορικές επιδρομές και την επιστράτευση πληρεξουσίων. Για παράδειγμα στη Συρία τα πολεμικά αεροσκάφη του Ισραήλ πετούν ελεύθερα, εξαπολύοντας επιθέσεις κάθε λίγες εβδομάδες εναντίον ένοπλων ομάδων. Το Ισραήλ έχει επίσης επεκτείνει μια ζώνη ασφαλείας στο έδαφος ενώ παράλληλα φλερτάρει με τη μειονότητα των Δρούζων.

Πρόκειται, όμως, για μια τακτική που στην περίπτωση του Ιράν μάλλον δεν είναι βιώσιμη, καταρχάς γιατί βρίσκεται 1.000 χιλιόμετρα μακριά και είναι τεράστιο. Περίπου 1.200 αποστολές μέσα σε 12 ημέρες έχουν φέρει την πολεμική αεροπορία του Ισραήλ στα όριά της. Επιπλέον επρόκειτο για μια ιδιαίτερα δαπανηρή επιχείρηση: με βάση εκτιμήσεις οικονομολόγων της κυβέρνησης του Ισραήλ, η συνέχιση της εκστρατείας για έναν χρόνο θα κόστιζε περίπου το 20% του ΑΕΠ του Ισραήλ.

Η «μαξιμαλιστική, προληπτική πολιτική ασφαλείας» συνεπάγεται επίσης έναν διαρκή χαμηλής έντασης πόλεμο στη Γάζα με τεράστιο ανθρώπινο κόστος, φυσικά, για τους Παλαιστίνιους οι οποίοι μετά από 21 μήνες πολέμου θρηνούν τουλάχιστον 55.000 νεκρούς. Εως σήμερα το συνολικό κόστος του πολέμου στη Γάζα για το Ισραήλ υπερβαίνει το 10% του ΑΕΠ της χώρας. Η κεντρική τράπεζα εκτιμά ότι ακόμη και μια προσωρινή επέκταση των επιχειρήσεων στη Γάζα  θα περιόριζε περαιτέρω την ανάπτυξη και θα αύξανε το έλλειμμα κατά 2%, ανεβάζοντας το χρέος στο 71% του ΑΕΠ. Ζήτημα αποτελεί, φυσικά, και η κόπωση των ισραηλινών πολιτών.

Μετά την κατάπαυση του πυρός στο Ιράν ο Μπενιαμίν Νετανιάχου δήλωσε πως το Ισραήλ κέρδισε μια θέση στην «πρώτη σειρά των μεγάλων δυνάμεων του κόσμου». Αλλά δεν είναι τόσο ισχυρό «ώστε να ενεργεί ως μόνιμος ηγεμόνας στη Μέση Ανατολή», το οποίο συνεπάγεται διαπραγματεύσεις από θέση ισχύος, με τον Economist να θυμίζει πως μετά από τον πόλεμο του 1973, το Ισραήλ κατέληξε να συνάψει ειρήνη με την Αίγυπτο το 1979.

Πόσο εφικτή είναι η διπλωματική συμφωνία;

Αξιωματούχοι ασφαλείας αναγνωρίζουν ότι για να διατηρηθεί μια –έστω εύθραυστη ειρήνη– με το Ιράν, η μόνη βιώσιμη επιλογή είναι μια διπλωματική συμφωνία, με την Τεχεράνη να καλείται να αποδεχτεί αυστηρούς περιορισμούς στα προγράμματά της για πυρηνικά και βαλλιστικούς πυραύλους. Από αυτήν την άποψη, μια συμφωνία στο ιρανικό καθεστώς μπορεί να επιβληθεί μόνον από την κυβέρνηση Τραμπ. Σε κάθε περίπτωση σίγουρα θα χρειαστούν μήνες διαπραγματεύσεων, κατά τη διάρκεια των οποίων το Ισραήλ θα πρέπει να επιδείξει υπομονή.

Στη Γάζα, εν τω μεταξύ, πριν από δύο εβδομάδες, το Ισραήλ και η Χαμάς ήταν κοντά σε συμφωνία για εκεχειρία, η οποία θα σταματούσε τις μάχες για τουλάχιστον 60 ημέρες και, ενδεχομένως, να οδηγούσε σε μια διαρκή εκεχειρία. Ισραηλινοί αξιωματούχοι πλέον πιστεύουν ότι, με το Ιράν να κλονίζεται, η Χαμάς θα είναι πιο απεγνωσμένη για μια συμφωνία.

Αλλά θεωρείται βέβαιο πως οποιαδήποτε σοβαρή απόπειρα στροφής από τον πόλεμο στις διαπραγματεύσεις θα περιοριστεί από την εσωτερική πολιτική του Ισραήλ. Τα ακροδεξιά κόμματα στον συνασπισμό του Νετανιάχου είναι αντίθετα στον τερματισμό του πολέμου στη Γάζα, την οποία ονειρεύονται να επανεποικίσουν. «Τώρα με όλες μας τις δυνάμεις στη Γάζα για να τελειώσουμε τη δουλειά», έγραψε επί τούτω στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ο Μπεζαλέλ Σμότριτς, υπουργός Οικονομικών του Ισραήλ και ηγέτης του ακροδεξιού κόμματος Θρησκευτικός Σιωνισμός.

Προς το παρόν δεν είναι ακόμη σαφές αν η Ακροδεξιά θα αντιταχθεί σε συνομιλίες με το Ιράν. Η ευρύτερη κοινή γνώμη στο Ισραήλ είναι πιο κεντρώα αλλά δεν πολυπιστεύει σε μια λύση δύο κρατών και είναι ιδιαίτερα επιφυλακτική με όλους τους εχθρούς του Ισραήλ. Το ποσοστό των Ισραηλινών που πιστεύουν σε ένα ειρηνικό, ανεξάρτητο παλαιστινιακό κράτος έχει μειωθεί από 50% το 2013 σε μόλις 21% σήμερα, σύμφωνα με το αμερικανικό Pew Research Center, ενώ περίπου το 73% των Ισραηλινών ήταν υπέρ των επιθέσεων στο Ιράν.

Ομως ο ισραηλινός πρωθυπουργός, αν το επέλεγε, ενδέχεται να μπορούσε, χάρη στο πολιτικό κεφάλαιο που έχει συσσωρεύσει, να αψηφήσει τους σκληροπυρηνικούς εταίρους του και τα σχέδιά τους για διαρκή πόλεμο και κατοχή της Γάζας, μετατοπίζοντας, συγχρόνως, την κοινή γνώμη. Κάποιοι εντός του Λικούντ, του κόμματός του, πιστεύουν ότι θα εκμεταλλευτεί την ευκαιρία για να διεξάγει πρόωρες εκλογές, προκαλώντας, ίσως, ακόμη και μια αναδιάρθρωση των πολιτικών συμμαχιών εντός του Ισραήλ.

«Η επιτυχία του στο Ιράν θα μπορούσε να ενισχύσει τα ποσοστά του στις δημοσκοπήσεις και να του προσφέρει περισσότερη ισχύ, ώστε να εξηγήσει στους Ισραηλινούς ότι το να αποτελούν ένα μονίμως σε επιφυλακή σπαρτιατικό νησί στη Μέση Ανατολή έχει τεράστια μειονεκτήματα», γράφει (και εύχεται) ο Economist.

«Μετά το φιάσκο της 7ης Οκτωβρίου, κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί πώς θα άλλαζε η στρατηγική θέση του Ισραήλ. Τώρα το ερώτημα είναι αν ο Νετανιάχου μπορεί να ανατρέψει ξανά το πεπρωμένο του Ισραήλ, επιτρέποντας στη χώρα του να μεταβεί από τον προκλητικό μαξιμαλισμό στη μεγιστοποίηση των κερδών της με ρεαλιστικό τρόπο».

Exit mobile version