Protagon Main Image
| Pavel Bednyakov/Pool via Reuters / Creative Protagon
Θέματα

Πώς η Δύση γεμίζει το πολεμικό ταμείο του Πούτιν

Από την έναρξη της εισβολής το 2022, η Ρωσία έχει εισπράξει, από τις εξαγωγές ορυκτών καυσίμων, τρεις φορές περισσότερα χρήματα από όσα έχει λάβει η Ουκρανία σε βοήθεια από τους συμμάχους της
Protagon Team

Οι δυτικές χώρες φαίνεται ότι έχουν εμπλακεί σε έναν φαύλο κύκλο, καθώς από τη μια χρηματοδοτούν την Ουκρανία για να αντιμετωπίσει τη Ρωσία και φορτώνουν τη Μόσχα με κυρώσεις, αλλά από την άλλη συνεχίζουν να αγοράζουν ρωσικά ορυκτά καύσιμα, γεμίζοντας τα ταμεία του Πούτιν.

Από την έναρξη της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, τον Φεβρουάριο του 2022, η Ρωσία έχει εισπράξει, από τις εξαγωγές ορυκτών καυσίμων, τρεις φορές περισσότερα χρήματα από όσα έχει λάβει η Ουκρανία σε βοήθεια που της έχουν χορηγήσει οι σύμμαχοί της, γράφει το BBC, επικαλούμενο στοιχεία από διεθνείς οργανισμούς και ανεξάρτητες ομάδες ερευνών.

Τα στοιχεία δείχνουν ότι ακόμη και οι δυτικοί σύμμαχοι της Ουκρανίας έχουν πληρώσει περισσότερα χρήματα στη Ρωσία για τους υδρογονάνθρακές της, από ό,τι έχουν δώσει στην Ουκρανία για την άμυνά της.

Τα έσοδα από την πώληση πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι το κλειδί για τη διατήρηση της πολεμικής μηχανής της Ρωσίας σε λειτουργία. Το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο αντιπροσωπεύουν το ένα τρίτο των κρατικών εσόδων της Ρωσίας και περισσότερο από το 60% των εξαγωγών της.

Μετά την εισβολή του 2022, οι σύμμαχοι της Ουκρανίας επέβαλαν κυρώσεις στους ρωσικούς υδρογονάνθρακες. Οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο απαγόρευσαν εντελώς το ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο, ενώ η ΕΕ απαγόρευσε τις εισαγωγές αργού πετρελαίου μέσω θαλάσσης από τη Ρωσία, αλλά όχι το φυσικό αέριο, συνεχίζει το BBC.

Κι όμως, από την αρχή της εισβολής μέχρι τις 29 Μαΐου 2025, η Ρωσία είχε αποκομίσει έσοδα άνω των 883 δισ. ευρώ από τις εξαγωγές ορυκτών καυσίμων, συμπεριλαμβανομένων 228 δισεκατομμυρίων ευρώ από τις χώρες που επέβαλαν κυρώσεις, σύμφωνα με το Κέντρο Ερευνας για την Ενέργεια και τον Καθαρό Αέρα (CREA).

Το μεγαλύτερο μέρος αυτού του ποσού, 209 δισ. ευρώ, προήλθε από κράτη μέλη της ΕΕ, σύμφωνα με το BBC. Τα κράτη της ΕΕ συνέχισαν να εισάγουν φυσικό αέριο μέσω αγωγών απευθείας από τη Ρωσία μέχρι που η Ουκρανία διέκοψε τη λειτουργία των αγωγών που περνούν από το έδαφός της, τον Ιανουάριο του 2025. Το ρωσικό αργό πετρέλαιο εξακολουθεί να διοχετεύεται στην ΕΕ, μέσω αγωγών στην Ουγγαρία και τη Σλοβακία.

Οσο για το ρωσικό φυσικό αέριο, αυτό εξακολουθεί να διοχετεύεται στην Ευρώπη, σε αυξανόμενες ποσότητες μέσω Τουρκίας, γράφει το BBC: Τα στοιχεία του CREA δείχνουν ότι ο όγκος ρωσικού φυσικού αερίπου που έφτασε στην Ευρώπη αυξήθηκε κατά 26,77% τον Ιανουάριο και τον Φεβρουάριο του 2025, σε σχέση με την ίδια περίοδο το 2024.

Η Ουγγαρία και η Σλοβακία εξακολουθούν επίσης να λαμβάνουν ρωσικό φυσικό αέριο, μέσω Τουρκίας.

Παρά τις προσπάθειες της Δύσης, το 2024 τα ρωσικά έσοδα από τα ορυκτά καύσιμα μειώθηκαν κατά μόλις 5% σε σύγκριση με το 2023, μαζί με μια ανάλογη μείωση κατά 6% στον όγκο των εξαγωγών της χώρας, σύμφωνα με το CREA. Πέρυσι σημειώθηκε αύξηση κατά 6% στα ρωσικά έσοδα από τις εξαγωγές αργού πετρελαίου και αύξηση κατά 9% σε ετήσια βάση στα έσοδα από το φυσικό αέριο που εξάγεται μέσω αγωγών.

Οι ρωσικές εκτιμήσεις αναφέρουν ότι οι εξαγωγές φυσικού αερίου προς την Ευρώπη αυξήθηκαν έως και κατά 20% το 2024, με τις εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) να φτάνουν σε επίπεδα ρεκόρ. Επί του παρόντος, οι μισές από τις ρωσικές εξαγωγές LNG προορίζονται για την ΕΕ, αναφέρει το CREA.

Η επικεφαλής εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, Κάγια Κάλας, λέει ότι η συμμαχία δεν έχει επιβάλει «τις ισχυρότερες δυνατές κυρώσεις» στο ρωσικό πετρέλαιο και φυσικό αέριο επειδή ορισμένα κράτη μέλη φοβούνται κλιμάκωση της σύγκρουσης και επειδή η αγορά τους είναι «φθηνότερη βραχυπρόθεσμα».

Οι εισαγωγές LNG δεν έχουν συμπεριληφθεί στο τελευταίο, 17ο πακέτο κυρώσεων κατά της Ρωσίας που ενέκρινε η ΕΕ, αλλά η ένωση έχει υιοθετήσει έναν οδικό χάρτη για τον τερματισμό όλων των εισαγωγών ρωσικού φυσικού αερίου μέχρι το τέλος του 2027.

Τα στοιχεία, σημειώνει το BBC, δείχνουν ότι τα χρήματα που κερδίζει η Ρωσία από την πώληση ορυκτών καυσίμων ξεπερνούν σταθερά το ποσό της βοήθειας που λαμβάνει η Ουκρανία από τους συμμάχους της.

Η δίψα για καύσιμα μέχρι τώρα εμποδίζει τις προσπάθειες της Δύσης να περιορίσει την ικανότητα της Ρωσίας να χρηματοδοτήσει τον πόλεμό της.

Η Μάι Ρόσνερ, ακτιβίστρια της ομάδας πίεσης Global Witness, λέει στο BBC ότι πολλοί δυτικοί υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής φοβούνται ότι η μείωση των εισαγωγών ρωσικών καυσίμων θα οδηγήσει σε υψηλότερες τιμές ενέργειας.

«Δεν υπάρχει πραγματική επιθυμία από πολλές κυβερνήσεις να περιορίσουν την ικανότητα της Ρωσίας να παράγει και να πωλεί πετρέλαιο. Υπάρχει υπερβολικός φόβος για το τι θα σήμαινε αυτό για τις παγκόσμιες αγορές ενέργειας. Υπάρχει μια γραμμή κάτω από την οποία οι αγορές ενέργειας θα υπονομεύονταν πολύ ή και θα εκτροχιάζονταν», εξηγεί.

«Παραθυράκι στη διύλιση»

Εκτός από τις άμεσες πωλήσεις, μέρος του πετρελαίου που εξάγεται από τη Ρωσία καταλήγει στη Δύση αφού υποστεί επεξεργασία σε τρίτες χώρες, μέσω αυτού που είναι γνωστό ως «παραθυράκι στη διύλιση» γράφει το BBC. Μερικές φορές αραιώνεται με αργό πετρέλαιο από άλλες χώρες.

Το CREA αναφέρει ότι έχει εντοπίσει τρία «πλυντήρια διύλισης» στην Τουρκία και τρία στην Ινδία, τα οποία επεξεργάζονται ρωσικό αργό πετρέλαιο και στη συνέχεια πωλούν το καύσιμο που προκύπτει στις χώρες που έχουν επιβάλει κυρώσεις. Αναφέρει ότι έχουν ήδη χρησιμοποιήσει ρωσικό αργό πετρέλαιο αξίας 6,1 δισεκατομμυρίων ευρώ για την παραγωγή προϊόντων που κατέληξαν στις χώρες που έχουν επιβάλει κυρώσεις.

Το υπουργείο πετρελαίου της Ινδίας αποκάλεσε την έκθεση της CREA «παραπλανητική προσπάθεια αμαύρωσης της εικόνας της Ινδίας».

«Αυτές οι χώρες γνωρίζουν ότι όσοι έχουν επιβάλει κυρώσεις είναι πρόθυμοι να αποδεχτούν την κατάσταση. Πρόκειται για ένα κενό. Αυτό που γίνεται είναι απολύτως νόμιμο. Ολοι το ξέρουν, αλλά κανείς δεν κάνει πολλά για να το αντιμετωπίσει πραγματικά», λέει στο BBC ο Βαϊμπράβ Ραγκουναντάν, αναλυτής του CREA.

Οι ακτιβιστές και οι ειδικοί υποστηρίζουν ότι οι δυτικές κυβερνήσεις έχουν τα εργαλεία για να περιορίσουν τη ροή εσόδων από πετρέλαιο και φυσικό αέριο στα ταμεία του Κρεμλίνου.

Σύμφωνα με τον πρώην αναπληρωτή υπουργό ενέργειας της Ρωσίας, Βλαντιμίρ Μίλοφ, ο οποίος είναι πλέον ένθερμος αντίπαλος του Βλαντιμίρ Πούτιν, οι κυρώσεις που επιβάλλονται στο εμπόριο ρωσικών υδρογονανθράκων θα πρέπει να εφαρμόζονται πιο αποτελεσματικά –ιδιαίτερα το ανώτατο όριο τιμών πετρελαίου που υιοθετήθηκε από την G7, το οποίο ο ίδιος λέει ότι «δεν λειτουργεί».

Φοβάται, ωστόσο, ότι η αναδιοργάνωση της κυβέρνησης των ΗΠΑ, που ξεκίνησε ο Τραμπ, θα παρεμποδίσει οργανισμούς όπως το υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ ή το Γραφείο Ελέγχου Ξένων Περιουσιακών Στοιχείων (OFAC), οι οποίοι είναι βασικοί για την επιβολή των κυρώσεων.

Ενας άλλος δρόμος είναι η συνεχιζόμενη πίεση στον «σκιώδη στόλο» των δεξαμενόπλοιων της Ρωσίας που εμπλέκονται στην παράκαμψη των κυρώσεων, γράφει το BBC.

«Πρόκειται για μια πολύπλοκη διαδικασία. Πρέπει να θεσπίζονται, κάθε μερικές εβδομάδες, νέες κυρώσεις εναντίον εικονικών εταιρειών, εμπόρων, ασφαλιστών κ.λπ.», λέει ο Μίλοφ. Συμπληρώνει ότι οι δυτικές κυβερνήσεις ήταν πολύ πιο αποτελεσματικές σε αυτόν τον τομέα, ιδιαίτερα με την εισαγωγή νέων κυρώσεων από την απερχόμενη κυβέρνηση Μπάιντεν, τον Ιανουάριο του 2025.

Σύμφωνα με τον Ραγκουναντάν, θα ήταν σχετικά εύκολο για την ΕΕ να εγκαταλείψει τις ρωσικές εισαγωγές LNG:

«Το 50% των ρωσικών εξαγωγών LNG κατευθύνεται προς την Ευρωπαϊκή Ενωση και μόνο το 5% της συνολικής κατανάλωσης φυσικού αερίου της ΕΕ το 2024 προερχόταν από τη Ρωσία. Ετσι, εάν η ΕΕ αποφασίσει να διακόψει εντελώς το ρωσικό φυσικό αέριο, θα βλάψει τη Ρωσία πολύ περισσότερο από ό,τι θα βλάψει τους καταναλωτές της», λέει στο BBC.

Ο Ντόναλντ Τραμπ, από την πλευρά του, πιστεύει ότι ο πόλεμος στην Ουκρανία θα τελειώσει εάν ο ΟΠΕΚ μειώσει τις τιμές του πετρελαίου. Ειδικοί, που μίλησαν στο BBC, πιστεύουν ότι αυτή η ιδέα δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα.

«Οι άνθρωποι στη Μόσχα γελούν με αυτή την ιδέα, επειδή το κομμάτι που θα υποφέρει περισσότερο είναι η αμερικανική βιομηχανία σχιστολιθικού πετρελαίου, η λιγότερο ανταγωνιστική από άποψη κόστους πετρελαϊκή βιομηχανία στον κόσμο», εξηγεί ο Μίλοφ.

Το κόστος παραγωγής αργού πετρελαίου της Ρωσίας είναι χαμηλότερο από ό,τι στις χώρες του ΟΠΕΚ, όπως η Σαουδική Αραβία, επομένως αυτές οι χώρες θα πληγούν από τις χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου περισσότερο και νωρίτερα από τη Ρωσία. «Δεν υπάρχει περίπτωση η Σαουδική Αραβία να συμφωνήσει σε αυτό. Εχει δοκιμαστεί στο παρελθόν και έχει οδηγήσει σε σύγκρουση μεταξύ της Σαουδικής Αραβίας και των ΗΠΑ», λέει ο Μίλοφ στο BBC.

Τα ζητήματα που προκύπτουν από την αγορά ρωσικού πετρελαίου είναι, για τη Δύση, τόσο ηθικά όσο και πρακτικά, καταλήγει το BBC.

Από τη μια χρηματοδοτεί τον επιτιθέμενο, σε έναν πόλεμο που καταδικάζει και από την άλλη χρηματοδοτεί την αντίσταση. Αυτή η εξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα δείχνει ότι η Δύση βρίσκεται ακόμη υποτελής στις ιδιοτροπίες των ενεργειακών αγορών, των παγκόσμιων παραγωγών ενέργειας και των εχθρικών προς αυτήν δικτατόρων.

Exit mobile version