Πώς θα άρει η ΕΕ την «κατάρα της Φον ντερ Λάιεν»;
Πώς θα άρει η ΕΕ την «κατάρα της Φον ντερ Λάιεν»;
Ο Μαρκ ντε Βος, συν-επικεφαλής της δεξαμενής σκέψης Itinera Institute με έδρα τις Βρυξέλλες, περιγράφει με έναν πρωτότυπο τρόπο τις προκλήσεις της νέας Κομισιόν και της προέδρου της Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν. Σε άρθρο του στους Financial Times, ο Ντε Βος θυμίζει αρχικά τη φράση του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ το 2007, όταν ήταν πρόεδρος του Eurogroup: «Ολοι ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε, αλλά δεν ξέρουμε πώς να επανεκλεγούμε μόλις το κάνουμε».
Αυτή η «κατάρα Γιούνκερ», όπως την αποκαλεί συμβολικά στο άρθρο του, σημαίνει κατά τον ίδιο ότι στις μέρες μας οι πολιτικοί της ΕΕ ξέρουν τι πρέπει να κάνουν, αλλά δεν ξέρουν πώς να το πληρώσουν. «Ονομάστε το, με αναφορά στη σημερινή πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, “η κατάρα της Φον ντερ Λάιεν”» σημειώνει ο Ντε Βος.
Ο ίδιος θυμίζει ότι τρεις σημαντικές εκθέσεις που δημοσιεύθηκαν πέρυσι, από τον πρώην Πρωθυπουργό της Ιταλίας Ενρίκο Λέτα, τον επίσης πρώην Πρωθυπουργό της Ιταλίας και επί οκτώ έτη πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) Μάριο Ντράγκι και τον Σάουλι Νιινίστο, πρώην πρόεδρο της Φινλανδίας και συντάκτη της έκθεσης για την ενίσχυση της πολιτικής και στρατιωτικής ετοιμότητας της Ευρώπης, δείχνουν μια σαφή κατεύθυνση. Αυτή της εμβάθυνσης της ολοκλήρωσης των αγορών, της ενίσχυσης της καινοτομίας και των επενδύσεων (σε κρίσιμους τομείς και τεχνολογίες), καθώς και της οικοδόμησης στρατηγικής αυτονομίας για την αντιμετώπιση κρίσεων και συγκρούσεων. Αυτή όμως η προσπάθεια για ευημερία, ισχύ και ασφάλεια συνοδεύεται από ένα πρωτοφανές τίμημα. Για παράδειγμα, ο Ντράγκι υποστηρίζει ότι απαιτούνται πρόσθετες ετήσιες δαπάνες ύψους 800 δισ. ευρώ…
«Πού μπορεί να βρει η ΕΕ αυτού του είδους τα χρήματα και πώς μπορούν να κινητοποιηθούν δαπάνες τέτοιας κλίμακας για την υποστήριξη κοινών προτεραιοτήτων και όχι στενών εθνικών προτιμήσεων;» διερωτάται ο Μαρκ ντε Βος στους Financial Times.
Η πιο κομψή λύση, απαντά ο ίδιος, θα ήταν η μαζική σύμπραξη δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Σε ένα ιδανικό σενάριο, η ΕΕ, μαζί με την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ), θα προσέφερε στους θεσμικούς επενδυτές και σε εκείνους που διαχειρίζονται επιχειρηματικά κεφάλαια, χρήματα που δεν μπορούν να αρνηθούν. Δηλαδή τη δυνατότητα να διεκδικήσουν μερίδιο στο οικονομικό και τεχνολογικό μέλλον της ηπείρου. Αλλά ο συντονισμός αυτού του εγχειρήματος από τις Βρυξέλλες σε 27 κράτη-μέλη θα ήταν, κατά τον Ντε Βος, ένα ηράκλειο έργο.
«Σκεφτείτε μόνο πώς ο πολύ απλούστερος κοινός ευρωπαϊκός αμυντικός δεσμός απέτυχε να υλοποιηθεί, παρά τη φρίκη στην Ουκρανία. Στη συνέχεια, υπάρχουν οι φόροι. Μια ΕΕ που αυξάνει τους εισαγωγικούς δασμούς, τις εισφορές για τις εκπομπές ρύπων και άλλους φόρους για να καταστήσει δίκαιους και βιώσιμους τους όρους ανταγωνισμού στην ευρωπαϊκή αγορά μπορεί δυνητικά να επενδύσει δεκάδες δισεκατομμύρια ετησίως. Ωστόσο οι φόροι μπορεί να είναι αντιπαραγωγικοί εάν πλήττουν την ίδια την ευρωπαϊκή βιομηχανία που επιδιώκουμε να διατηρήσουμε και να προστατεύσουμε. Και μπορεί να είναι εντελώς καταστροφικοί αν καταλήξουν να επιβαρύνουν σοβαρά εταιρείες από χώρες με τις οποίες η Ευρώπη δεν επιθυμεί εμπορικό πόλεμο» σημειώνει ο Ντε Βος.
Αυτό που απομένει είναι οι μηχανισμοί χρέους, τονίζει στους FT. Αλλά η σταθερότητα της ημιτελούς νομισματικής ένωσης της Ευρώπης επιβάλλει προληπτική δημοσιονομική πειθαρχία στα κράτη-μέλη. Τα ελλείμματα για στρατηγικές επενδύσεις παραμένουν δυνατά, αλλά απαιτούν διαπραγματεύσεις ανά χώρα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Το αμοιβαίο ευρωπαϊκό χρέος που επενδύεται απευθείας από τις Βρυξέλλες είναι ένας «πολιτικός Ρουβίκωνας» που τα κράτη-μέλη δεν έχουν ακόμη διασχίσει.
Οπως εξηγεί ο αρθρογράφος στους FT, «η ΕΕ όχι μόνο έχει πολύ λίγους πόρους, αλλά δεν ξέρει και πώς να δαπανήσει γρήγορα και αποτελεσματικά αυτά που διαθέτει. Οι διαδικασίες είναι αργές, γραφειοκρατικές και γενικά όχι πολύ διαφανείς για τις συμμετέχουσες εταιρείες ή χώρες. Το μπλοκ πρέπει να ανταγωνιστεί την Κίνα, τη Ρωσία και τις ΗΠΑ σε μια παγκόσμια κούρσα εξοπλισμών κρατικού καπιταλισμού και μερκαντιλισμού (σ.σ.: κυβερνητικές ρυθμίσεις εθνικιστικού χαρακτήρα για τη συσσώρευση πλούτου). Αλλά οι Βρυξέλλες δεν έχουν ούτε το πολιτικό ούτε το οικονομικό βάρος για να ανταγωνιστούν το Πεκίνο, τη Μόσχα ή την Ουάσινγκτον».
Ετσι, κατά τον Ντε Βος, αν η ΕΕ θέλει πραγματικά να ανταποκριθεί στις φιλοδοξίες της, η υπάρχουσα πλατφόρμα για σημαντικά έργα κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος μπορεί να αποτελέσει εφαλτήριο, υπό την προϋπόθεση ότι μπορεί να επεκταθεί και να επιταχυνθεί. Πιο πιθανό είναι ένα οικοσύστημα επενδυτικών πρωτοβουλιών και μέσων εκτός των επίσημων προγραμμάτων της ΕΕ, μέσω συνασπισμών επενδυτών ή/και κρατών-μελών. Το πλεονέκτημα του πρωτοπόρου θα παίξει ρόλο, καθώς οι χώρες με συμμετοχή σε στρατηγικούς τομείς μπορούν να διεκδικήσουν μελλοντικό μερίδιο αγοράς συμβάλλοντας στις συλλογικές φιλοδοξίες της ΕΕ.
«Αυτός λοιπόν είναι ο τρόπος για να αρθεί η κατάρα της Φον ντερ Λάιεν» σημειώνει ο αρθρογράφος και συν-επικεφαλής της δεξαμενής σκέψης Itinera Institute στους Financial Times:
—«Επιτρέψτε σε συνασπισμούς κρατών να συνδυαστούν με βάση το αντίστοιχο προσωπικό συμφέρον και σε στρατηγική συνεργασία με τις βιομηχανίες τους, μεταφέροντας τις κρατικές ενισχύσεις σε ένα συντονισμένο πολυεθνικό επίπεδο».
—«Ξεχάστε τον παλιό διαχωρισμό μεταξύ της ευρωπαϊκής αγοράς και των εγχώριων κρατικών ενισχύσεων – η δεύτερη εξυπηρετεί την ολοκλήρωση της πρώτης για γεωπολιτικούς σκοπούς».
—«Ξεχάστε τους μηχανισμούς λήψης αποφάσεων που συχνά παρακωλύουν τη δράση της ΕΕ. Αντιθέτως, δημιουργήστε χώρο για ad hoc ρυθμίσεις στο πλαίσιο της συνολικής στρατηγικής του μπλοκ. Ξεχάστε ακόμη και τη διάκριση μεταξύ κρατών-μελών και τρίτων χωρών: αυτό που έχει σημασία είναι ο σωστός γεωπολιτικός συνασπισμός για την υποστήριξη των πολιτικών της ΕΕ, και αυτό περιλαμβάνει μια χώρα όπως το Ηνωμένο Βασίλειο σε θέματα ασφάλειας και άμυνας».
Κλείνοντας, ο Μαρκ ντε Βος υποστηρίζει μάλιστα ότι «η άρση της κατάρας της Φον ντερ Λάιεν θα μπορούσε να άρει ακόμη και την κατάρα του Brexit». Αναμφίβολα είναι μια άποψη που έχει ενδιαφέρον, πόσο μάλλον για την Ελλάδα.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
