2796
Δεξιά, πορτρέτο της αυτοκράτειρας Ελισάβετ ή Σίσι, περίπου το 1867, με την ουγγρική τήβεννο της στέψης. Η Ρόμι Σνάιντερ (αριστερά) υποδύθηκε τη Σίσι σε τρεις ταινίες τη δεκαετία του 1950 | Wikimedia Commons/public domain/ Dorotheum / Shutterstock / YouTube / CreativeProtagon

Σίσι της Αυστρίας, η αυτοκράτειρα-μύθος «επιστρέφει»

Δεξιά, πορτρέτο της αυτοκράτειρας Ελισάβετ ή Σίσι, περίπου το 1867, με την ουγγρική τήβεννο της στέψης. Η Ρόμι Σνάιντερ (αριστερά) υποδύθηκε τη Σίσι σε τρεις ταινίες τη δεκαετία του 1950
|Wikimedia Commons/public domain/ Dorotheum / Shutterstock / YouTube / CreativeProtagon

Σίσι της Αυστρίας, η αυτοκράτειρα-μύθος «επιστρέφει»

Υπήρξε η πιο διάσημη γυναίκα του 19ου αιώνα χάρη στην ομορφιά, τη λάμψη και το ανυπέρβλητο στυλ της, το μελαγχολικό χαμόγελο και τον ανυπότακτο χαρακτήρα της, που την έκανε να σπάει συνεχώς το πρωτόκολλο, αλλά και την αγάπη της για τον ουγγρικό λαό. Μετά τον θάνατό της, μάλιστα, η αυτοκράτειρα Ελισάβετ της Αυστρίας, σύζυγος του μονάρχη των Αψβούργων αυτοκράτορα Φραντς Γιόζεφ Α’, προστέθηκε σε έναν μακρύ κατάλογο ιστορικών γυναικών τις οποίες επαναπροσδιόρισε η ποπ κουλτούρα του 21ου αιώνα ως ηρωίδες του φεμινισμού, προς μεγάλη απογοήτευση ορισμένων ιστορικών, γράφει στο περιοδικό Smithsonian η δημοσιογράφος Ελίζαμπεθ Τζίνις με αφορμή την γερμανόφωνη σειρά του Netflix «Η Αυτοκράτειρα», μια από τις πιο δυνατές σειρές της πλατφόρμας, που ανανεώθηκε πρόσφατα για την τρίτη και τελευταία σεζόν της.

Εκεί, η Ελισάβετ ή Σίσι, όπως ήταν γνωστή, απεικονίζεται ως μια ψευδο-Ελίζαμπεθ Μπένετ (πρωταγωνίστρια του μυθιστορήματος «Υπερηφάνεια και Προκατάληψη» της Τζέιν Οστεν), που είναι πάντα έτοιμη για καυστικά σχόλια κατά τη διάρκεια του δείπνου. Στη δεύτερη σεζόν –ακόμα πιο ποιητική και απολαυστική από την πρώτη– η Ελισάβετ (την οποία υποδύεται η Ντεβρίμ Λίνγκναου) ετοιμάζεται να γεννήσει τον διάδοχο του θρόνου και σχολιάζει, ίσως με υπερβολική ακρίβεια: «Ξέρω ότι τα κορίτσια έχουν λιγότερη αξία σε αυτή την οικογένεια». Είναι μια αυτοκράτειρα που συναναστρέφεται με τον λαό, εκφράζει την άποψή της για την πολιτική, λέει τη γνώμη της και αμφισβητεί το κατεστημένο με κάθε τρόπο.

Ωστόσο η «Αυτοκράτειρα» δεν είναι η πρώτη απεικόνιση της Ελισάβετ που αποκλίνει από τα ιστορικά αρχεία. Στα μέσα της δεκαετίας του 1950, στην αυστριακή τριλογία «Sissi» (1955, 1956, 1957), η Ρόμι Σνάιντερ υποδύθηκε μια έξυπνη αλλά ευαίσθητη  Ελισάβετ, που βρέθηκε σε θέση εξουσίας σε νεαρή ηλικία και στη συνέχεια κατάφερε να ζήσει μια ζωή χωρίς πραγματικές επιπλοκές. Εκείνες οι ταινίες πρόσφεραν μια αποστειρωμένη εκδοχή της αυτοκράτειρας, με στόχο περισσότερο να ενισχύσουν την εικόνα της Αυστρίας μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο παρά να απεικονίσουν την Ελισάβετ όπως ήταν πραγματικά, γράφει η Τζίνις στο Smithsonian.

Η πραγματική Ελισάβετ θα ήταν μάλλον ευχαριστημένη με αυτές τις εκδοχές της ιστορίας της, καθώς είναι πιστές στην επιθυμία της να μείνει άβαφη και να μη φωτογραφηθεί μετά τα 30 της. Τη διατηρούν όπως ήταν στα νιάτα της, δημοφιλή για την ομορφιά, τα μακριά μαλλιά και το λεπτό σώμα της. Μπορεί αυτές οι αφηγήσεις να αποτελούν φαντασιώσεις, αλλά είναι γεγονός ότι η Ελισάβετ είχε μεγάλη αυτοκυριαρχία και ήταν επιδέξια στη δημιουργία μιας περσόνας που μπορεί να μην προώθησε τη θέση της στην Αυλή της Βιέννης, σίγουρα όμως βοήθησε να διαμορφωθεί η άποψη που έχει το ευρύ κοινό για εκείνη μέχρι σήμερα.

Ομως η πραγματικότητα της Ελισάβετ, όσο πιο κοντά μπορούν να την προσεγγίσουν οι σύγχρονοι παρατηρητές, ήταν πιο σκοτεινή, θολωμένη από ένα όραμα για το πώς ήταν να είσαι βασιλική σύζυγος τη δεκαετία του 1800, που την είχε στοιχειώσει. Οι βασίλισσες, οι πριγκίπισσες και οι αυτοκράτειρες αναμενόταν να γεννήσουν έναν διάδοχο, να έχουν έναν επιφανειακό ρόλο στη μοναρχία και να βασίζονται στην εμφάνιση, ίσως πάνω από οτιδήποτε άλλο. Μπορεί να πρόκειται για υπεραπλούστευση, αντανακλά όμως επίσης τον τρόπο με τον οποίο η Ελισάβετ περιέγραφε τη ζωή της στην ποίησή της: ως ένα είδος φυλακής.

Σύμφωνα με μια μετάφραση της βιογράφου Μπριγκίτε Χάμαν, η αυτοκράτειρα είχε γράψει: «Κάποτε ήμουν τόσο νέα και πλούσια/ Ερωτευμένη με τη ζωή και την ελπίδα·/ Νόμιζα ότι τίποτα δεν μπορούσε να συγκριθεί με τη δύναμή μου,/ Ολος ο κόσμος ήταν ανοιχτός για μένα./ Αγάπησα, έζησα,/ Περιπλανήθηκα στον κόσμο·/ Αλλά ποτέ δεν έφτασα σε αυτό για το οποίο αγωνίστηκα./ Εξαπάτησα και εξαπατήθηκα».

Αυτοί οι στίχοι αντιπροσωπεύουν την Ελισάβετ στις πιο απελπισμένες στιγμές της, κάτι που δεν απέχει πολύ από το πώς την ορίζει μια από τις βιογράφους της, η επιμελήτρια του Μουσείου της Βιέννης, Μικαέλα Λίντινγκερ.

Η αυτοκράτειρα Ελισάβετ και ο Αυτοκράτορας Φραντς Γιόζεφ Α’, έφιπποι το 1898 στο Αχίλλειον της Κέρκυρας, αγνώστου φωτογράφου (Wikimedia Commons) CC BY-SA 3.0

«Ηταν ένα πολύ δυστυχισμένο και απομονωμένο άτομο και περιοριζόταν πολύ στο να προσπαθεί να γεμίσει τον χρόνο της μόνη της» λέει η Λίντινγκερ στο Smithsonian. «Αυτό ήταν το κύριο πρόβλημα. Θα μπορούσε να είχε προσπαθήσει να φροντίσει την εκπαίδευση των κοριτσιών ή τα νοσοκομεία ή να μειώσει το πρόβλημα της στέγασης στη Βιέννη. Θα μπορούσε να είχε κάνει όλα αυτά τα πράγματα. Αλλά δεν την ενδιέφεραν καθόλου».

Μια ανεξάρτητη βαυαρή δούκισσα στην αυστηρή αυλή της Βιέννης

Η Ελισάβετ γεννήθηκε το 1837 στο Μόναχο, τότε πρωτεύουσα του Βασιλείου της Βαυαρίας. Οι γονείς της, ο δούκας Μαξιμιλιανός Ιωσήφ και η πριγκίπισσα Λουδοβίκα της Βαυαρίας, ήταν δεύτερα ξαδέρφια. Η ένωσή τους δεν ήταν ευτυχισμένη. Η Λουδοβίκα αναγκάστηκε να  παντρευτεί τον Μαξιμιλιανό μετά από μια αποτυχημένη σχέση με τον μελλοντικό βασιλιά της Πορτογαλίας. Και εκείνος της είπε «ότι δεν την αγαπούσε και την παντρευόταν απλώς επειδή φοβόταν τον ισχυρό παππού του» γράφει η Μπριγκίτε Χάμαν στο βιβλίο της «The Reluctant Empress» («Η Απρόθυμη Αυτοκράτειρα», 1986).

Περιττό να πούμε, προσθέτει η βιογράφος, ότι αυτό το δυσοίωνο ξεκίνημα, σε συνδυασμό με την «ανησυχία και τις πολλές εξωσυζυγικές σχέσεις» του πατέρα της και τα συχνά παράπονα της μητέρας της, δεν άφησαν στην Ελισάβετ εντυπώσεις συζυγικής χαράς και ευτυχίας.

Το πορτρέτο της 15χρονης έφιππης Ελισάβετ το 1853 στο κάστρο Πόσεχοφεν της Βαυαρίας ήταν δώρο αρραβώνων στον Φραγκίσκο Ιωσήφ Α’ της Αυστρίας και για περίπου 60 χρόνια κρεμόταν πάνω από το κρεβάτι του αυτοκράτορα στο Χόφμπουργκ. Ηταν έργο (από κοινού) του Φραντς Ανταμ, που ειδικευόταν στην απεικόνιση αλόγων, και του διάσημου Καρλ φον Πιλότι, πλάι στον οποίο μαθήτευσαν οι Νικηφόρος Λύτρας, Νικόλαος Γύζης και Κ. Βολανάκης (Wikipedia Commons/public domain)

Μαζί με τα επτά αδέλφια της, η Ελισάβετ πέρασε μεγάλο μέρος της παιδικής της ηλικίας στη φύση, χωρίς τους περιορισμούς της βασιλικής αυλής. Απολάμβανε την ιππασία, το κολύμπι και την ορειβασία, ενώ έπαιζε ακόμη και με τα παιδιά των χωρικών της περιοχής. Αυτό ήταν επιτρεπτό εν μέρει, επειδή λογικά δεν θα την επέλεγαν για σύζυγο του αυτοκράτορα, κάτι που αναμενόταν για την Ελένε, την πιο μορφωμένη και υποτίθεται πολύ πιο όμορφη μεγαλύτερη αδελφή της.

Η σύγχρονη εικόνα της Ελισάβετ ως πρωτοφεμινίστριας πηγάζει εν μέρει από την παιδική της ηλικία, η οποία συχνά παρουσιάζεται ως ένα ειδυλλιακό, απελευθερωμένο περιβάλλον, στο οποίο τα παιδιά ενθαρρύνονταν να ζουν ελεύθερα και να ακολουθούν τα πάθη τους. Στην πραγματικότητα η Ελισάβετ μεγάλωσε με έναν αδιάφορο πατέρα, μάλλον τυχοδιώκτη παρά πατρική φιγούρα. Οσο για τη μητέρα της, «απλά δεν μπορούσε να τα βγάλει πέρα με τόσα πολλά παιδιά. Προσπαθούσε να τα εκπαιδεύσει και υπήρχαν υπηρέτες», αλλά χωρίς την υποστήριξη του συζύγου της, λέει η Μικαέλα Λίντινγκερ, «ήταν μόνη της και δεν μπορούσε να τα καταφέρει».

Το 1853 η 15χρονη Ελισάβετ συνόδευσε τη μητέρα της και την Ελένε στην Αυστρία για να παρακολουθήσουν τους αρραβώνες της αδερφής της με τον πρώτο τους ξάδελφο, Φραγκίσκο Ιωσήφ Α’, τον αυτοκράτορα των Αψβούργων της Αυστρίας. Εκείνη την εποχή η Αυστρία ήταν το μεγαλύτερο κράτος στην Ευρώπη με εξαίρεση τη Ρωσία, με περίπου 40 εκατ. κατοίκους. Τα σύνορα της αυτοκρατορίας εκτείνονταν από τη σημερινή Τσεχική Δημοκρατία στα βόρεια, την Κροατία στα νότια, την Ιταλία στα δυτικά και την Ουκρανία στα ανατολικά.

Το πορτρέτο της Ελισάβετ, με έμφαση στα μακριά μαλλιά της, φιλοτεχνημένο από τον Φραντς Ξάβερ Βίντερχαλτερ το 1865, υποτίθεται ότι ήταν ένας από τους αγαπημένους πίνακες του αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ (Wikimedia Commons/public domain)

Οταν όμως ο Φραγκίσκο Ιωσήφ γνώρισε τις δύο αδελφές γοητεύθηκε αμέσως από τη Σίσι, τη μικρότερη, και σύντομα θα τη ζητούσε σε γάμο. «Ελαμπε, και ξέρετε πώς μπορεί να λάμπει το πρόσωπό του όταν είναι χαρούμενος. Η αγαπητή μικρή δεν υποψιάστηκε τη βαθιά εντύπωση που είχε κάνει στον Φράντσι» έγραψε σε επιστολή της η μητέρα του, αυτοκράτειρα Σοφία.

Τα συναισθήματα της Ελισάβετ ήταν πιο περίπλοκα. Εξεπλάγη που ο αυτοκράτορας την είχε επιλέξει αντί για την αδελφή της, θεωρώντας τον εαυτό της ασήμαντο. Σύμφωνα με τη Χάμαν δήλωσε ότι αγαπούσε «πάρα πολύ τον αυτοκράτορα! Μακάρι να μην ήταν ο αυτοκράτορας!» Τον Απρίλιο του 1854 η Ελισάβετ παντρεύτηκε τον Φραγκίσκο Ιωσήφ και έγινε αυτοκράτειρα της Αυστρίας, ένας τίτλος που έμελλε να τη φοβίζει.

Ο Μίκαελ Βόλφαρτ, επιμελητής του Sisi Museum στη Βιέννη (έναν προορισμό όπου η αυτοκράτειρα Σίσι είναι ο κύριος μαγνήτης των τουριστών μαζί με τον Μότσαρτ), περιγράφει την Ελισάβετ ως μια ατίθαση κόρη που αναγκάστηκε να αναλάβει έναν από τους πιο δομημένους ρόλους της αυστριακής μοναρχίας: «Προερχόμενη από αυτή την οικογένεια, κατέληξε στην αυτοκρατορική οικογένεια και στην αυτοκρατορική αυλή της Βιέννης, που ήταν πολύ καθολική, πολύ παλιομοδίτικη» λέει ο αυστριακός επιελητής στο Smithsonian. «Δεν ήθελαν ανθρώπους με σύγχρονη σκέψη στην αυλή, και αυτό ήταν το μεγάλο πρόβλημα».

Η Μικαέλα Λίντινγκερ το θέτει απλά: η Ελισάβετ «δεν είχε ατομικά δικαιώματα». Ηρθε στη Βιέννη σε ηλικία 16 ετών για να παντρευτεί τον αυτοκράτορα, και από πολλές απόψεις έχασε την αυτονομία της. Πόσο, όμως, μπορεί να λυπηθεί κανείς μια αυτοκράτειρα που είχε στα πόδια της όλα όσα θα μπορούσε να επιθυμήσει και παρ’ όλα αυτά δεν ήταν ευτυχισμένη; Αυτό είναι το αιώνιο δίλημμα, γράφει η Ελίζαμπεθ Τζίνις στο έγκριτο περιοδικό.

Ανατρέποντας όλα τα κλισέ των ταινιών εποχής και της προηγούμενης απεικόνισης της αυτοκράτειρας Ελισάβετ, η Μαρί Κρόιτσερ με την ταινία της «Κορσές» («Corsage», 2022) παρουσίασε ένα διαφορετικό πορτρέτο, δείχνοντάς τη να γερνάει.

Το ίδιο το μουσείο «Sisi», μέσα στο Χόφμπουργκ, το αυτοκρατορικό παλάτι της δυναστείας των Αψβούργων στη Βιέννη, που δέχεται κάθε χρόνο 25 εκατ. επισκέπτες, προτείνει μια εκλεκτική ιστορία. Ανοιξε το 2004 και σχεδιάστηκε από τον διακεκριμένο ενδυματολόγο και σκηνογράφο Ρολφ Λάνγκενφας, ο οποίος αποφάσισε να το οργανώσει σε πέντε ενότητες που «ξεκινούν με τον θάνατο και τελειώνουν με τον θάνατο», όπως λέει ο Βόλφαρτ στο Smithsonian. Εξάλλου, προσθέτει, η σοκαριστική δολοφονία της Ελισάβετ από τον Λουίτζι Λουκένι, έναν ιταλό αναρχικό που τη μαχαίρωσε το 1898 στη Βιέννη, «ήταν η αρχή του μύθου».

Λιθογραφία του αυστριακού ζωγράφου Βιντζέντζ Κάτσλερ. Απεικονίζει τον αυτοκράτορα Φραγκίσκο Ιωσήφ Α’, την αυτοκράτειρα Ελισάβετ και τα παιδιά τους Ροδόλφο, Μαρία Βαλέρια (στην αγκαλιά της μητέρας της) και Γκίζελα στα θερινά ανάκτορα του Γκέντελο στην Ουγγαρία, περί το 1870 (Wikimedia Commons/public domain)

Αρχικά το μουσείο είχε πολύ λίγα αυθεντικά αντικείμενα της αυτοκράτειρας. Αντ’ αυτού, οι εκθέσεις του ήταν σε μεγάλο βαθμό θεματικές εγκαταστάσεις. Χρειάστηκαν δέκα χρόνια για να αποκτήσει μια μόνιμη συλλογή με προσωπικά αντικείμενα της Ελισάβετ, όπως το κιβώτιο με την γκαρνταρόμπα της, που αγοράστηκε έναντι 32.000 ευρώ το 2012, η οποία περιλαμβάνει μεταξύ άλλων ένα νυχτικό και ένα φόρεμα που φορούσε η αυτοκράτειρα στο «Αχίλλειον», το εξοχικό της στο ορεινό χωριό Γαστούρι της Κέρκυρας.

Στην αρχή της καριέρας της, το 1998, όταν είχε προσληφθεί ως βοηθός επιμελήτρια στο Μουσείο της Βιέννης, η Μικαέλα Λίντιγκερ εκλήθη να διοργανώσει μια έκθεση για την Ελισάβετ στη θερινή κατοικία της «Hermesvilla», έξω από τη Βιέννη, με αφορμή τα 100 χρόνια από τη δολοφονία της στις 10 Σεπτεμβρίου 1898. Προσπάθησε τότε να συλλέξει όλους τους μύθους που την περιέβαλλαν και να οργανώσει τις αίθουσες σύμφωνα με τα ποιήματά της. «Ετσι, κάθε αίθουσα είχε έναν στίχο από την ποίησή της, και προσπαθήσαμε να κάνουμε τους ανθρώπους να τη δουν ως ένα διαφορετικό άτομο από αυτό που βλέπουν στις ταινίες. Υπήρχαν πολλοί άνθρωποι που δεν γνώριζαν καν ότι έγραφε ποιήματα» λέει Λίντιγκερ στο Smithsonian.

Αλλοι μελετητές, όπως η Ολίβια Γκρούμπερ Φλόρεκ, ιστορικός τέχνης στο Delaware County Community College, ενδιαφέρθηκαν για τα πορτρέτα της Ελισάβετ, ιδιαίτερα για εκείνα του γερμανού ζωγράφου Φραντς Ξάβερ Βίντερχαλτερ, τα οποία δεν ταίριαζαν στα πρότυπα απεικόνισης της βασιλικής οικογένειας της εποχής, καθώς επικεντρώνονταν σε φυσικά χαρακτηριστικά και ειδικότερα στα μακριά, ελεύθερα μαλλιά της.

Πορτρέτα του αυτοκράτορα Φραγκίσκου Ιωσήφ Α’ και της συζύγου του Ελισάβετ, που φιλοτέχνησε το 1865 ο γερμανός ζωγράφος Φραντς Ξάβερ Βίντερχαλτερ (Wikipedia Commons/public domain)

Ωστόσο, όσο και αν γοήτευε τον κόσμο της εποχής της η Σίσι, άλλο τόσο τον απογοήτευε επειδή δεν ακολουθούσε τους αυτοκρατορικούς κανόνες, γράφει στο Smithsonian η Τζίνις. Για παράδειγμα, ενώ έπρεπε να φοράει τα παπούτσια της μόνο μία φορά και να τα δίνει κατόπιν στις υπηρέτριές της, δεν το έκανε, εξοργίζοντας το προσωπικό της. Κρυβόταν επίσης από τα μάτια του κόσμου. Κάθε βράδυ πλήθη ανθρώπων συγκεντρώνονταν στην αυλή του Χόφμπουργκ για να δουν έστω και φευγαλέα τη θρυλική αυτοκράτειρα πίσω από τα παράθυρά της, λέει ο Βόλφαρτ. Αλλά η Ελισάβετ αρνιόταν να δώσει στον λαό της αυτό που ήθελε.

Αρχικά εκπλήρωνε τα συζυγικά της καθήκοντα, γεννώντας τρία παιδιά σε μόλις τέσσερα χρόνια, τη Σοφία, την Γκίζελα και τον διάδοχο του θρόνου Ροδόλφο. Δέκα χρόνια αργότερα, στα 30 της, απέκτησε τη Μαρία Βαλέρια. Στη συνέχεια, όμως, δήλωσε ότι τελείωσε και αποσύρθηκε ακόμη περισσότερο, ώστε να απαλλαγεί από αυτό που θεωρούσε «σωματικές φρικαλεότητες της εγκυμοσύνης».

Παρά την αγάπη του για τη σύζυγό του, ο Φραγκίσκος Ιωσήφ είχε πολλές εξωσυζυγικές σχέσεις, όπως εξάλλου συνήθιζαν οι μονάρχες της εποχής. Φήμες έλεγαν ότι το ίδιο έκανε και η Ελισάβετ, πράγμα που όμως η ίδια είχε αρνηθεί σθεναρά λέγοντας: «Σίγουρα δεν ανατράφηκα για να γίνω αυτοκράτειρα και ξέρω ότι πολλά λείπουν από την ανατροφή μου, αλλά ποτέ δεν έκανα κάτι ανάρμοστο, μάρτυς μου ο Θεός. Είχα την ευκαιρία. Ηθελαν να με χωρίσουν από τον αυτοκράτορα».

Η τελευταία φωτογραφία της αυτοκράτειρας Ελισάβετ της Αυστροουγγαρίας (αριστερά) στο Τερίτετ της Ελβετίας, με την κυρία επί των τιμών Ιρμα Στάραϊ, στις 2 Σεπτεμβρίου 1898, μία εβδομάδα πριν από τη δολοφονία της (Wikimedia Commons / public domain / Austrian National Library)

Η σχέση του ζευγαριού ήταν περίπλοκη και τα προβλήματα εμφανίστηκαν λίγα χρόνια μετά τον γάμο τους, καθώς οι πολιτικές απόψεις τους άρχισαν να αποκλίνουν και ο αυτοκράτορας δεν δεχόταν να συζητάει πολιτικά με τη σύζυγό του, προτιμώντας τη μητέρα του ως πιο έμπιστη.

«Δεν έπαιξε κανέναν από τους ρόλους που της είχαν ανατεθεί από την παράδοση και το περιβάλλον της: ούτε τον ρόλο της στοργικής και αφοσιωμένης συζύγου, ούτε τον ρόλο της μητέρας, ούτε τον ρόλο της κυρίαρχης μορφής σε μια τεράστια αυτοκρατορία» γράφει η Μπριγκίτε Χάμαν. «Επέμενε στα δικαιώματά της ως άτομο και αυτό το πέτυχε. Το γεγονός ότι η αυτοπραγμάτωσή της δεν την έκανε ευτυχισμένη είναι η τραγωδία της ζωής της». Ο Μίκαελ Βόλφαρτ συμφωνεί με την εκτίμηση της βιογράφου: «Η ιδιαιτερότητά της ήταν ότι απαιτούσε πολύ αυστηρά το δικαίωμα στην αυτοδιάθεση. Πίστευε ότι οι γυναίκες δεν έπρεπε να κυριαρχούνται από τους άνδρες και ότι έπρεπε να είναι ελεύθερες».

«Ηταν μια πολύ σκληρή γυναίκα» προσθέτει η Λίντιγκερ. «Προσπάθησε να έχει έναν φράκτη γύρω της που κανείς δεν μπορούσε να διαπεράσει. Εγραψε πολλά ποιήματα για τους Αψβούργους, για την αυλή και την οικογένεια, περιγράφοντας με μεγάλη ακρίβεια όλους αυτούς τους ανθρώπους. Και δεν είναι ωραία, είναι πολύ σκληρά». Ωστόσο η όποια επαφή της Ελισάβετ με την πραγματικότητα ήταν στην καλύτερη περίπτωση ισχνή, τουλάχιστον με βάση το περιεχόμενο της ποίησής της. Πίστευε ότι είχε μοιραίες σχέσεις με ορισμένους άνδρες όπως ο γερμανοεβραίος ποιητής Χάινριχ Χάινε, ο οποίος υποτίθεται ότι της υπαγόρευε ποιήματα, και ο μυθολογικός ήρωας Αχιλλέας, που έδωσε το όνομά του στο παλάτι της στην Κέρκυρα.

Μέσα από τα ποιήματά της, σημειώνει η Τζίνις στο Smithsonian, παρουσιάζεται ένα πραγματικό πορτρέτο της Ελισάβετ. Ομως η αυτοκράτειρα θεωρούσε τη δημοσίευσή τους τόσο επιζήμια για την ίδια και για όσους κατονομάζονταν σε αυτά, ώστε το 1890 διέταξε να μείνουν κλειδωμένα για τα επόμενα 60 χρόνια.

Απεικόνιση της δολοφονίας της αυτοκράτειρας Ελισάβετ στη Βιέννη από τον ιταλό αναρχικό Λουίτζι Λουκένι στις 10 Σεπτεμβρίου 1898, αγνώστου καλλιτέχνη (Wikimedia Commons / public domain)

Οι παρευρισκόμενοι στο άνοιγμα του κιβωτίου το 1951 «πιθανότατα έμειναν λίγο άναυδοι όταν είδαν τους τόμους ποίησης που είχε γράψει η αυστριακή αυτοκράτειρα» έγραψε ο ιστορικός Αντρέι Αμππλάναλπ σε μια ανάρτησή το του 2021 στο blog του Εθνικού Μουσείου της Ελβετίας. «Είχαν υποθέσει ότι θα έβρισκαν σημαντικά έγγραφα στο χρηματοκιβώτιο».

Αξίζει τέλος να σημειωθεί ότι η αυτοκράτειρα άσκησε την πολιτική επιρροή της με σημαντικό τρόπο μόνο μία φορά, κατά τη διαπραγμάτευση του Αυστροουγγρικού Συμβιβασμού, το 1867 (Ausgleich). Αυτή η συμφωνία δημιούργησε τη διπλή μοναρχία της Αυστροουγγαρίας, δίνοντας πλήρη αυτονομία διακυβέρνησης στην Ουγγαρία, την οποία ο Φραγκίσκος Ιωσήφ είχε θέσει υπό στρατιωτική δικτατορία μετά την αποτυχημένη προσπάθεια των ούγγρων υπηκόων για ανεξαρτησία το 1848. Σύμφωνα με τους νέους όρους, ο αυτοκράτορας θα κυβερνούσε τόσο την Αυστρία όσο και την Ουγγαρία, αλλά κάθε χώρα θα ήταν κυρίαρχο κράτος.

Το έντονο ενδιαφέρον της Ελισάβετ για την προσπάθεια ανεξαρτησίας της Ουγγαρίας μπορεί να αποδοθεί εν μέρει στη στενή προσωπική (πλατωνική) σχέση της με τον ούγγρο πρωθυπουργό, κόμη Γκιούλα Αντράσι. Οταν συναντήθηκαν για πρώτη φορά το 1866, η Ελισάβετ φέρεται να έκανε σαφή την προσωπική της συμπάθεια για την Ουγγαρία, λέγοντας: «Βλέπετε, όταν οι υποθέσεις του αυτοκράτορα στην Ιταλία πηγαίνουν άσχημα, με πονάει. Οταν, όμως, συμβαίνει το ίδιο με την Ουγγαρία, είναι θάνατος για μένα».

Ακολουθήστε το Protagon στο Google News

Διαβάστε ακόμη...

Διαβάστε ακόμη...