«Χακαρισμένα» κουνούπια κατά του δάγκειου πυρετού
«Χακαρισμένα» κουνούπια κατά του δάγκειου πυρετού
Πριν από λίγες εβδομάδες, μια πομπή οχημάτων πέρασε από τρεις πόλεις στη Βραζιλία και απελευθέρωσε τεράστια σμήνη κουνουπιών στον αέρα.
Οπως αναφέρει σε δημοσίευμά της η ιστοσελίδα της επιστηγμονικής επιθεώρησης Νature, όλα αυτά τα έντομα φέρουν ένα μυστικό «όπλο», ένα βακτήριο που ονομάζεται Wolbachia και μειώνει την πιθανότητα να μεταδωθεί σε ανθρώπους ο δυνητικά θανατηφόρος ιός του δάγκειου πυρετού.
Αυτά τα «χακαρισμένα», όπως τα χαρακτηρίζουν οι ειδικοί, κουνούπια είναι το πιο πρόσφατο όπλο της Βραζιλίας στη μάχη της κατά του δάγγειου πυρετού, που μολύνει κάθε χρόνο εκατομμύρια πολίτες. Ενα βιοϊατρικό εργαστήριο που εγκαινιάστηκε στην πόλη Κουριτίμπα τον Ιούλιο έχει τη δυνατότητα να παράγει 100 εκατομμύρια αυγά κουνουπιών την εβδομάδα, γεγονός που το καθιστά τη μεγαλύτερη τέτοια εγκατάσταση παγκοσμίως. Η εταιρεία που τη λειτουργεί, η Wolbito do Brasil, στοχεύει στην προστασία περίπου 14 εκατομμυρίων Βραζιλιάνων ετησίως μέσω των κουνουπιών που φέρουν Wolbachia.
Αυτή είναι μια καλοδεχούμενη είδηση για τις υγειονομικές αρχές της Βραζιλίας, καθώς η απειλή του δάγγειου αυξάνεται με ταχύτατους ρυθμούς. Το 2024 η χώρα βίωσε το χειρότερο ξέσπασμα: 6,6 εκατομμύρια πιθανά κρούσματα και περισσότερους από 6,300 θανάτους. Η φετινή επιδημία, αν και λιγότερο σοβαρή, είναι επίσης από τις μεγαλύτερες που έχουν καταγραφεί, με 1,6 εκατομμύρια πιθανές περιπτώσεις μέχρι στιγμής.
Η Αργεντινή, η Κολομβία και το Περού γνώρισαν επίσης ρεκόρ κρουσμάτων το 2024. Σε όλη τη Λατινική Αμερική και στην Καραϊβική οι θάνατοι από δάγκειο ξεπέρασαν πέρυσι τις 8,400 και σε παγκόσμιο επίπεδο τις 12.000 – το υψηλότερο νούμερο που έχει καταγραφεί ποτέ για τη συγκεκριμένη νόσο.
Το εμβόλιο
Καθώς ο αριθμός των κρουσμάτων αυξάνεται και η κρίση διογκώνεται, η μέθοδος με Wolbachia δεν είναι το μόνο στοίχημα της Βραζιλίας. Ενα τοπικά παραγόμενο εμβόλιο κατά του δάγκειου αναμένει την έγκριση της εθνικής ρυθμιστικής αρχής φαρμάκων, ενώ προβλέπεται ότι το υπουργείο Υγείας θα ξεκινήσει τη χορήγηση δεκάδων εκατομμυρίων δόσεων από το επόμενο έτος.
Αυτές οι δύο εξελίξεις προσφέρουν ελπίδα και σε άλλες χώρες της ευρύτερης περιοχής. Καθώς παράγοντες όπως η κλιματική αλλαγή, η προσαρμοστικότητα των κουνουπιών, το παγκοσμιοποιημένο εμπόριο και οι μετακινήσεις ανθρώπων τροφοδοτούν την εξάπλωση, ο δάγκειος εξελίσσεται σε παγκόσμια κρίση, με περίπου 3,9 δισ. ανθρώπους να αντιμετωπίζουν κίνδυνο μόλυνσης. Καθώς η Βραζιλία αναπτύσσει τους «στρατούς» των μολυσμένων με το βακτήριο κουνουπιών της, αλλά και το εμβόλιο, ο υπόλοιπος κόσμος παρακολουθεί στενά την εξέλιξη της προσπάθειας.
Η τοπική προσέγγιση
Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα βασικό εμβόλιο κατά του δάγκειου που χρησιμοποιείται διεθνώς: το Qdenga, με άδεια από την ιαπωνική φαρμακευτική εταιρεία Takeda. Το εμβόλιο έχει εγκριθεί σε πολλές χώρες, μεταξύ αυτών και η Βραζιλία, η οποία υπήρξε η πρώτη που το ενέταξε στο δημόσιο Σύστημα Υγείας της.
Ωστόσο η διάθεση του Qdenga στη Βραζιλία είναι περιορισμένη. Η χώρα αγόρασε φέτος εννέα εκατομμύρια δόσεις του εμβολίου (δύο ανά άτομο), αρκετές για τον εμβολιασμό 4,5 εκατομμυρίων ατόμων από τον πληθυσμό των άνω των 210 εκατομμυρίων. Μέχρι στιγμής το Qdenga χορηγείται σε παιδιά 10-14 ετών, μία από τις ομάδες με τον μεγαλύτερο κίνδυνο νοσηλείας λόγω δάγκειου, καθώς και σε ηλικιωμένους. Η ασφάλεια και η αποτελεσματικότητά του δεν έχουν ακόμη δοκιμαστεί στους άνω των 60.
Οι κύριοι λόγοι του περιορισμένου προγράμματος στη Βραζιλία είναι η διαθεσιμότητα και το κόστος. Παρότι η χώρα εξασφάλισε το Qdenga από την Takeda σε μια από τις χαμηλότερες τιμές παγκοσμίως (περίπου 19 δολάρια ΗΠΑ ανά δόση), το κόστος παραμένει υψηλό σε σύγκριση με άλλα εμβόλια. Επιπλέον, ακόμη και στο πιο αισιόδοξο σενάριο, ο μέγιστος αριθμός δόσεων που θα μπορούσε να διαθέσει η Takeda έως το 2028 είναι 50 εκατομμύρια, αρκετός δηλαδή για τον εμβολιασμό 25 εκατομμυρίων ανθρώπων. Ακόμη, σε άτομα που δεν είχαν ξαναπεράσει δάγκειο, οι κλινικές δοκιμές δεν έδειξαν αποτελεσματικότητα του Qdenga έναντι και των τεσσάρων παραλλαγών του ιού.
Η Βραζιλία προσπαθεί να ξεπεράσει αυτούς τους περιορισμούς με το εμβόλιο μίας δόσης που αναπτύχθηκε στο Ινστιτούτο Butantan, ένα δημόσιο βιοϊατρικό ερευνητικό κέντρο στο Σάο Πάολο. «Η τοπική παραγωγική ικανότητα μας προσφέρει ανεξαρτησία στις αποφάσεις — πόσες δόσεις χρειαζόμαστε και με τι ρυθμό θα εμβολιάσουμε», λέει ο Εσπερ Καγιάς, διευθυντής του Butantan. «Μπορείς να διαμορφώσεις τιμές πιο κατάλληλες και προσιτές για ένα δημόσιο Σύστημα Υγείας όπως της Βραζιλίας».
Οι ορότυποι
Το Butantan είναι επίσης αισιόδοξο ότι το εμβόλιό του θα είναι αποτελεσματικό έναντι και των τεσσάρων οροτύπων του δάγκειου. Η σοβαρή νόσος συνήθως εμφανίζεται όταν κάποιος μολύνεται από διαφορετικό ορότυπο από εκείνον της πρώτης μόλυνσής του. Αυτό σημαίνει ότι ένα επιτυχημένο εμβόλιο πρέπει να παράγει αντισώματα για όλους τους οροτύπους χωρίς να προκαλεί σοβαρές αντιδράσεις, κάτι που καθιστά την ανάπτυξή του ιδιαίτερα δύσκολη. «Ηταν πράγματι μια πρόκληση, καθώς κάθε ορότυπος συμπεριφέρεται διαφορετικά», λέει η Νέουζα Φρατζάτι Γκαλίνα, υπεύθυνη του εργαστηρίου ανάπτυξης ιικών εμβολίων στο Butantan.
Η ανάπτυξη του εμβολίου ξεκίνησε στα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας των ΗΠΑ στα τέλη της δεκαετίας του 1990. Τότε οι επιστήμονες μετέτρεψαν ιούς δάγκειου που είχαν απομονώσει από ασθενείς σε εξασθενημένα στελέχη εμβολίου ικανά να προκαλέσουν παραγωγή προστατευτικών αντισωμάτων χωρίς να προκαλούν νόσο. Το 2009 το Butantan επέκτεινε αυτή την έρευνα, προσπαθώντας να εξαλείψει τις δυσκολίες του συνδυασμού και των τεσσάρων στελεχών σε ένα εμβόλιο.
Μετά από δοκιμή 30 διαφορετικών συνθέσεων, το Butantan κατέληξε σε μία που αποδείχθηκε ιδιαίτερα αποτελεσματική στην πρόληψη λοιμώξεων, σύμφωνα με προκαταρκτικά αποτελέσματα μελέτης φάσης III με περισσότερους από 16.000 εθελοντές στη Βραζιλία. Η μελέτη έδειξε ότι δύο χρόνια μετά τον εμβολιασμό η σύνθεση ήταν κατά 89% αποτελεσματική στην πρόληψη λοιμώξεων σε άτομα που είχαν ήδη νοσήσει από δάγγειο, και κατά 74% σε άτομα δίχως προηγούμενη έκθεση.
«Ηταν μια καλά σχεδιασμένη μελέτη», λέει η Ανέλις Γουίλντερ-Σμιθ, επικεφαλής της ανάπτυξης εμβολίων στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας. Σημειώνει όμως ότι η δοκιμή διεξήχθη σε μία μόνο χώρα, επομένως υπήρχε ο κίνδυνος να μην κυκλοφορούσαν όλοι οι ορότυποι κατά την περίοδο συλλογής δεδομένων.
Οντως, οι ορότυποι 3 και 4 δεν ήταν διαδεδομένοι όταν έγιναν οι κλινικές δοκιμές – αλλά σήμερα κυκλοφορούν στη Βραζιλία. Οι ερευνητές του Butantan υποστηρίζουν ότι το εμβόλιο θα είναι αποτελεσματικό και έναντί τους, επικαλούμενοι δεδομένα από μελέτη φάσης II σε 300 ενήλικες, η οποία έδειξε ότι οι συμμετέχοντες παρήγαγαν εξουδετερωτικά αντισώματα για όλους τους ορότυπους.
Η μελέτη αυτή αξιολόγησε την ασφάλεια και την ανοσολογική απόκριση βραχυπρόθεσμα, αντί να εξετάσει τη μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα στην πρόληψη λοιμώξεων. Τα πλήρη αποτελέσματα της μελέτης φάσης III στη Βραζιλία, που θα παρέχουν στοιχεία για τη μακροπρόθεσμη αποτελεσματικότητα, δεν έχουν ακόμη δημοσιοποιηθεί, καθώς βρίσκονται σε διαδικασία αξιολόγησης.
Παρ’ όλο που δεν είναι ακόμα καθορισμένο το πότε η Anvisa, η ρυθμιστική αρχή της Βραζιλίας, θα εγκρίνει το εμβόλιο, η κυβέρνηση ποντάρει σε αυτό. Τον Φεβρουάριο, ο πρόεδρος Λουίς Ινάσιο Λούλα ντα Σίλβα ανακοίνωσε ότι, ξεκινώντας από το 2026, το υπουργείο Υγείας θα αγοράζει 60 εκατομμύρια δόσεις ετησίως.
Για να ανταποκριθεί σε αυτή τη ζήτηση το Butantan παράγει ήδη το εμβόλιο στις εγκαταστάσεις του στο Σάο Πάολο. Στην καταπράσινη πανεπιστημιούπολή του ένα ολόκληρο κτίριο είναι αφιερωμένο στην παραγωγή δόσεων.
Οσον αφορά την έγκριση του εμβολίου, «είμαστε πολύ αισιόδοξοι. Αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχει επιτακτική ανάγκη αυτό το προϊόν να φτάσει στα χέρια του κόσμου. Ετσι, κινηθήκαμε γρήγορα και ξεκινήσαμε την παραγωγή εμβολίων από τα τέλη του περασμένου έτους» λέει ο Κάγιας
Αν και οι προσπάθειες του Butantan θα εστιάσουν αρχικά στην κάλυψη των αναγκών της Βραζιλίας για εκατομμύρια δόσεις, ο Καγιάς εκτιμά ότι το εμβόλιο θα μπορούσε να φτάσει και σε άλλες χώρες. Το Butantan συζητά ήδη με τον εταίρο του, τον φαρμακευτικό γίγαντα Merck, και με τον Παναμερικανικό Οργανισμό Υγείας (PAHO), για το πώς θα διατεθεί το εμβόλιο και σε άλλες χώρες. Το λογικό πρώτο βήμα, λέει, θα ήταν να διατεθεί μέσω του PAHO στη Λατινική Αμερική και στην Καραϊβική και στη συνέχεια σε άλλες περιοχές.
Στο μεταξύ η Merck αναπτύσσει ένα πιθανό εμβόλιο για την Ασία με σχεδόν ταυτόσημη σύνθεση, βασισμένη στη γνώση που έχει αναπτύξει το Butantan. Σε ανακοίνωσή της η φαρμακευτική ανέφερε ότι το Butantan «μοιράζεται κλινικά δεδομένα και άλλες γνώσεις». Τον Ιούνιο η Merck ξεκίνησε να εντάσσει συμμετέχοντες στη δική της μελέτη φάσης III. «Ολα τα δεδομένα, οι εμπειρίες και τα διδάγματα που έχουν συλλεγεί με το εμβόλιο του Butantan θα φανούν χρήσιμα», λέει η Γουίλντερ-Σμιθ.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
