Ο Λίαμ Νίσον μπορεί τώρα να σε κάνει να γελάς
Ο Λίαμ Νίσον μπορεί τώρα να σε κάνει να γελάς
Οι τρεις κωμωδίες του franchise «Τρελές σφαίρες», με τον καταιγισμό των σλάπστικ και των σουρεαλιστικών σεκάνς, και έναν Λέσλι Νίλσεν απόλυτο κυρίαρχο των εξωφρενικών σκηνών, ταυτίστηκαν όσο λίγες άλλες ταινίες με το κωμικό σινεμά των δεκαετιών του 1980 και του 1990. Και φέτος το καλοκαίρι, μετά από 31 χρόνια απουσίας, το franchise επιστρέφει ανανεωμένο, με το τέταρτο σίκουελ της σειράς σκηνοθετημένο από τον Ακίβα Σάφερ και πρωταγωνιστές – έκπληξη τους Λίαμ Νίσον και Πάμελα Αντερσον.
Ο έρωτας των δύο πρωταγωνιστών, δε, που όπως δείχνουν τα πράγματα άνθισε στα γυρίσματα και οι οποίοι δεν τον έχουν μεν δηλώσει δημοσίως αλλά ούτε και τον κρύβουν, έχει επισκιάσει προς το παρόν οτιδήποτε άλλο σχετικό με την ταινία. Στις εκδηλώσεις Τύπου δεν παύουν να μιλούν για τη γνωριμία τους και να μοιράζονται τις πρώτες εντυπώσεις που αποκόμισε ο ένας για τον άλλο. Θα έλεγε, λοιπόν, κανείς ότι αυτό το ρομάντζο που έγινε viral με το καλημέρα σας είναι το τέλειο διαφημιστικό κόλπο για την προώθηση του σίκουελ, ωστόσο αν τους παρακολουθήσει κανείς έστω και για λίγο, θα διαπιστώσει ότι είναι και οι δύο ακαταμάχητα απλοί, ανεπιτήδευτοι, πραγματικοί και ανθρώπινοι, με την ευτυχία του ώριμου έρωτα αποτυπωμένη στα πρόσωπα και τις κινήσεις τους.
Το ζευγάρι είναι υπέροχα ταιριαστό και συγκινητικό, όμως εξίσου υπέροχο είναι το γεγονός ότι το σούπερ σέξι κορίτσι του «Baywatch» (ένας ρόλος που είχε λειτουργήσει για χρόνια ανασταλτικά για την Πάμελα Αντερσον) επιστρέφει αυτή τη φορά στο πλευρό του «σκληρού» βορειοϊρλανδού action hero με το σκοτεινό άδειο βλέμμα, ο οποίος επιδεικνύει για πρώτη φορά στην οθόνη την άνεσή του να ανταποκρίνεαι στις απαιτήσεις ενός κωμικού ρόλου: Στις τέταρτες «Τρελές Σφαίρες» («Naked Gun») παίρνοντας τη σκυτάλη από τον Λέσλι Νίλσεν, ο Λίαμ Νίσον υποδύεται τον Φρανκ Ντρέμπιν Τζ., γιο του γκαφατζή αστυνομικού, που είχε υποδυθεί στο παρελθόν ο Νίλσεν.
Πατώντας πάνω στη φυσική του σοβαρότητα και στο ανέκφραστο πρόσωπό του -αλλά και χωρίς να μιμείται τον ανυπέρβλητο Λέσλι Νίλσεν- ο 73χρονος Λίαμ Νίσον χτίζει τώρα μια νέα κωμική περσόνα, πράγμα που ήταν πολύ δύσκολο έως και αδύνατο ίσως να φανταστεί κανείς για τον ηθοποιό, ο οποίος πριν από 30 τόσα χρόνια είχε υποδυθεί τον Οσκαρ Σίντλερ στη δραματική «Λίστα του Σίντλερ» (1993) του Στίβεν Σπίλμπεργκ με θέμα το Ολοκαύτωμα, ερμηνεία που του έφερε μια υποψηφιότητα για το Οσκαρ Α’ Ανδρικού Ρόλου.
Πώς νιώθει ο ίδιος για αυτόν τον νέο δρόμο της καριέρας του; Υπάρχει μια ατάκα του Αντονι Χόπκινς που αρέσει στον Λίαμ Νίσον, γράφει στους New York Times ο Τίμοθι Μπέλα. Κάθε φορά που ο Νίσον τον ρωτάει πώς τα πάει, ο Χόπκινς απαντάει: «Τέλεια. Δεν με έχουν ανακαλύψει ακόμα». Στα 73 του, λοιπόν, ο Νίσον νιώθει σαν να μην τον έχουν ανακαλύψει ακόμα. Σαν να υπάρχουν πλευρές του που περιμένουν να αποκαλυφθούν. Αποκαλούμενος κάποτε «κληρονόμος του σαρωτικού ρομαντικού μεγαλείου του Σον Κόνερι», και με περισσότερες από 100 ταινίες του Χόλιγουντ στο ενεργητικό του, ο Λίαμ Νίσον είναι αναμφισβήτητα εξίσου ενδιαφέρων με οποιονδήποτε άλλον ηθοποιό σήμερα.
Σύμφωνα δε με τον παραγωγό της ταινίας «Τρελές Σφαίρες», Σεθ ΜακΦάρλαν, «Ο Λίαν είναι πιθανώς ο μόνος εν ζωή ηθοποιός ο οποίος θα μπορούσε να υποδυθεί τον Φρανκ Ντρέμπιν στον 21ο αιώνα», καθώς ο τύπος του παραπέμπει σε ερμηνευτές όπως ο Λέσλι Νίλσεν, ο Ρόμπερτ Μίτσαμ και ο Γκρέγκορι Πεκ. «Ηταν όλοι άνθρωποι με βαρύτητα που όταν τους έβαζες να λένε παράλογα πράγματα, ήταν απλώς ανεκτίμητο, αφού υπήρχε πολύ μεγάλο βάρος σε αυτά που έλεγαν. Δεν φτιάχνουμε πια τέτοιου είδους ηθοποιούς στο Χόλιγουντ», παρατήρησε ο Μακ Φάρλαν.
Φέτος λοιπόν, που το καλοκαίρι κυριαρχείται από υπερπαραγωγές με υπερήρωες και δεινόσαυρους, το κοινό είναι έτοιμο να γελάσει με τον Λίαμ Νίσον, ο οποίος παραδέχεται: «Δεν θεωρώ τον εαυτό μου αστείο αλλά μου αρέσει να γελάω και να αστειεύομαι». Μπορεί, λοιπόν, ένα από τα πιο εύπλαστα ταλέντα του Χόλιγουντ να αναστήσει την ιδέα μιας επιτυχημένης κωμωδίας; «Χωρίς να μπω στην πολιτική και τα σχετικά, όλοι ζούμε σε μια κουλτούρα, μια κοινωνία όπου φοβόμαστε να μιλήσουμε και φοβόμαστε αν δεν το κάνουμε. Αυτό νιώθω. Και χρειαζόμαστε τους Ντέιβ Σαπέλ, χρειαζόμαστε τους Ρίκι Τζερβέιζ, χρειαζόμαστε τους Ρόμπιν Γουίλιαμς για να κάνουν πλάκα», λέει ο Νίσον στους New York Times. «Γι’ αυτό έχουν γκαργκόιλ (δαιμονικά πλάσματα σκαλισμένα πέτρα) σε υδροροές καθεδρικών ναών, για να μας υπενθυμίζουν: “Ελα, μην παίρνεις τον εαυτό σου πολύ στα σοβαρά”», προσθέτει και τονίζει «Η ταινία είναι για γέλια, και το χρειαζόμαστε, νομίζω».
Πάθος για την υποκριτική, την πυγμαχία και την… άγρια Δύση
Ως έφηβος στη Βόρεια Ιρλανδία, ο Νίσον είχε δύο πάθη, την υποκριτική και την πυγμαχία. Στα 11, έπαιξε στην πρώτη του σχολική παράσταση με την ελπίδα να εντυπωσιάσει την Ελίζαμπεθ, μια πανέμορφη συμμαθήτριά του με δέρμα σαν πορσελάνη. Αλλά εκείνη «δεν εντυπωσιάστηκε», θυμάται.
Στα 16 του, δέχτηκε ένα σοβαρό αριστερό χτύπημα στο κεφάλι, που τελικά τον έκανε να σταματήσει εντελώς να αγωνίζεται. Η σωματική διάπλαση που έχτισε με τα χρόνια στο γυμναστήριο δοκιμάστηκε όταν έφυγε από το πανεπιστήμιο πριν πάρει το πτυχίο του για να δουλέψει ως οδηγός περονοφόρου της Guinness. Αλλά «είχε λαχτάρα να παίξει», όπως είπε ο ηθοποιός Σίραν Χάιντς, ο οποίος συνάντησε τον Νίσον όταν ήταν και οι δύο περίπου 18 ετών, σε ένα ταξίδι στην Ολλανδία για νεαρούς ιρλανδούς ηθοποιούς.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1980, ο Νίσον ζούσε στο Λονδίνο με την τότε κοπέλα του, την ηθοποιό Ελεν Μίρεν. Σε πρόσφατη τηλεφωνική συνομιλία από την Ιταλία, η Μίρεν είπε στον δημοσιογράφο των New York Times ότι είχε παρατηρήσει πως κάθε φορά που ο Λίαμ περνούσε από ένα συγκεκριμένο κατάστημα μεταχειρισμένων ειδών σταματούσε. Κοίταζε από το παράθυρο έναν πίνακα που απεικόνιζε έναν καουμπόι να καλπάζει στις πεδιάδες της αμερικανικής Δύσης. Ο Νίσον αγαπούσε πάντα τις αμερικανικές ταινίες, και η Μίρεν, η οποία αγαπούσε περισσότερο τον Σαίξπηρ, δεν το καταλάβαινε ακριβώς. Ο Νίσον ήταν διαφορετικός τότε, νέος, φιλόδοξος και, όπως θυμάται η Μίρεν, «απόλυτα τρομοκρατημένος επειδή έπρεπε να βγάλεις τα πόδια και το κεφάλι από τις γαρίδες για να τις φας»…
Πέρα από την αηδία του για τις γαρίδες, πάντως, ήταν σαφές ότι λαχταρούσε τους υπέροχους ανοιχτούς χώρους και το μεγαλείο της Αμερικής. Κάθε φορά που κοίταζε τον πίνακα, έλεγε στη Μίρεν: «Θέλω να το κάνω αυτό. Θέλω να είμαι ο τύπος που θα διασχίζει τις πεδιάδες καβάλα σε άλογο». Τελικά η Μίρεν του αγόρασε τον πίνακα ως έκπληξη (ίσως ακόμη και ως κίνητρο).
«Οταν μιλούσαμε για τα όνειρά μας, αυτό ήταν σε μεγάλο βαθμό το όνειρο του Λίαμ, και εκείνη τη στιγμή ήταν πολύ απίθανο να υλοποιηθεί κάποτε», είπε η Μίρεν. «Αλλά γι’αυτό μιλούσε ο Λίαμ, και είναι εξαιρετικό να το βλέπεις να του συμβαίνει». Και πρόσθεσε: «Θα αγαπώ τον Λίαμ μέχρι την ημέρα που θα πεθάνω».
Το 1993, η ζωή του Λίαμ Νίσον άλλαξε για πάντα με δύο διαφορετικούς τρόπους. Εκείνη τη χρονιά πρωταγωνίστησε στην αναβίωση της «Αννα Κρίστι» στο Μπρόντγουεϊ με συμπρωταγωνίστριά του τη Νατάσα Ρίτσαρντσον. Τον επόμενο χρόνο παντρεύτηκαν και απέκτησαν δύο γιους, τον Μάικλ και τον Ντάνιελ. Η Ρίτσαρντσον πέθανε το 2009 σε ηλικία 45 ετών λόγω εγκεφαλικής βλάβης μετά από ατύχημα στο σκι. Ο Νίσον περιγράφει σχεδόν ψιθυριστά στον Τίμοθι Μπέλα εκείνη την περίοδο που μοιράζονταν τη σκηνή: «Ηταν υπέροχο να το κάνω κάθε βράδυ μαζί της και να ερωτευόμαστε».
Εκείνη η παράσταση του Μπρόντγουεϊ όμως ήταν επίσης η αφορμή για τη συμφωνία με τον Στίβεν Σπίλμπεργκ, ο οποίος του πρόσφερε τον ρόλο του Οσκαρ Σίντλερ. Ο ρόλος εκτόξευσε τη φήμη του Λίαμ Νίσον, αλλά αυτό δεν τον εμπόδισε, κάνοντας όπως πάντα την κριτική του, να σκεφτεί ότι ίσως κάποιος άλλος να ήταν καλύτερος: «Πολλές φορές, μπορούσα να φανταστώ τον εαυτό μου να παίζει. Μέχρι πολύ πρόσφατα, πάντα σκεφτόμουν ότι θα έπρεπε να είχαμε επιλέξει αυτόν ή εκείνον τον ηθοποιό», παραδέχτηκε. «Απλώς βλέπω τον εαυτό μου να παίζει, και αυτό δεν μου άρεσε».
Στα 15 χρόνια που ακολούθησαν τη «Λίστα του Σίντλερ», ο Νίσον άλλαξε ξανά, αυτή τη φορά για να παίξει στην «Αρπαγή» («Taken», 2008), μια μικρή ταινία δράσης για την οποία πίστευε ότι θα ήταν κατάλληλη για βιντεοταινία αλλά και μια καλή δικαιολογία για τον ίδιο για να βυθιστεί στο ερασιτεχνικό ρεπερτόριο της πυγμαχίας από τα εφηβικά του χρόνια στην Ιρλανδία.
Το τεστ του τσαγιού
Αλλά ξαφνικά, το «Taken» έγινε ο ρόλος που τον καθόρισε. Οταν ο Νίσον μιλάει για το πώς έγινε action hero σε ηλικία 55 ετών, μιλάει στην ουσία για τη Νατάσα. Συγκεκριμένα, μιλάει για εκείνο το πρωινό της Κυριακής που η Νατάσα ανέβηκε τις σκάλες, γελώντας και κουβαλώντας έναν δίσκο με τσάι και ένα μάφιν βρώμης, για να του πει ότι η ταινία τα πήγαινε καλά στο box office. Τα χρόνια που έχουν περάσει από τότε που η σύζυγός του τού έφερε γελαστή τα καλά νέα, έχει λάβει βουνά από σενάρια δράσης, πολλά από τα οποία δεν περνούν το τεστ του Νίσον: «Αν μετά από πέντε σελίδες νιώσω την ανάγκη να φτιάξω τσάι, το σενάριο είναι εκτός», λέει.
Στο συρτάρι του υπάρχουν ακόμα μερικά σενάρια που… έχουν περάσει το τεστ τσαγιού. Αλλά ο Νίσον ξέρει ότι οι ταινίες δράσης έχουν ημερομηνία λήξης στην καριέρα του: «Ερχεται ένα σημείο όπου το κοινό καταλαβαίνει, και δεν θέλω να προσβάλω το κοινό προσποιούμενος ότι είμαι 50 ετών. Δεν θέλω να το κάνω αυτό», λέει ο Νίσον. «Εχω υπερβολικό σεβασμό για το κοινό», τονίζει.
Γι’ αυτό, λοιπόν, σκέφτηκε να κάνει μια κωμωδία. Η ιδέα του ΜακΦάρλαν και του Ακίβα Σάφερ να ζητήσουν από τον Λίαμ Νίσον να πρωταγωνιστήσει στην αναβίωση ενός franchise που είχε μείνει αδρανές για δεκαετίες, ήταν ομολογουμένως τρελή.
«Υποτίθεται ότι πρέπει να ξαναφτιάχνεις πράγματα που έχουν περιθώρια βελτίωσης, και αυτό που σκέφτηκα για τον Λέσλι και τις αρχικές “Τρελές Σφαίρες” ήταν ότι δεν υπήρχε περιθώριο βελτίωσης», είπε ο Σάφερ. Ωστόσο, ο παραγωγός και ο σκηνοθέτης του νέου σίκουελ είχαν τους λόγους τους. Ο Νίσον είχε εμφανιστεί φωνητικά ως ο εαυτός του στο κόμικ «Family Guy», έκανε μια σύντομη εμφάνιση στο «Ted 2» και έπαιξε τον κακό στο «A Million Ways to Die in the West». Ωστόσο ειδικά η εμφάνισή του στη μίνι σειρά «Life’s Too Short» των Ρίκι Τζερβέις και Στίβεν Μέρτσαντ έσπειρε τον σπόρο για το πώς ο Νίσον θα μπορούσε να είναι ξεκαρδιστικός με το σωστό σενάριο. Ο Νίσον θυμάται τον Τζερβέις να ξεκαρδίζεται στα γυρίσματα, αλλά τότε ακόμη ο ίδιος ήταν επιφυλακτικός. «Δεν με έκανε να σκεφτώ, [βλαστήμια], ότι είμαι κωμικός!» λέει.
Ο Νίσον λάτρεψε την ερμηνεία του Νίλσεν τόσο στο «Μια απίθανη… Απίθανη πτήση» («Airplane!», 1980) όσο και στις τρεις ταινίες του franchise «Τρελές σφαίρες» αλλά λέει ότι έμεινε εντελώς μακριά από αυτή προετοιμαζόμενος να κάνει ένα άλμα στην κωμωδία. Αυτός ο συνδυασμός της εστίασης και της επιμονής του να πιστεύει ότι δεν είναι αστείος είναι τελικά ο λόγος που ο Νίσον λειτουργεί και αντιπροσωπεύει μια απομάκρυνση από τις πρόσφατες κωμικές ταινίες που έχουν επιδιώξει την αναγνώριση των κριτικών αντί να κάνουν απλώς τους ανθρώπους να γελούν, υποστηρίζει ο ΜακΦάρλαν: «Τα τελευταία 10 χρόνια, δίνουμε στον κόσμο μπρόκολο και τους λέμε ότι είναι σοκολάτα καθώς πολλά από τα πράγματα που ονομάζονται τώρα κωμωδίες σίγουρα δεν είναι κωμωδίες», σχολίασε.
Αν υπήρχε κάτι πολύ δυνατό που θα μπορούσε να φέρει ο Λίαμ Νίσον για να υπενθυμίσει στους ανθρώπους γιατί οι τρεις πρώτες ταινίες του franchise ήταν τόσο αγαπημένες και αστείες, αυτό θα ήταν ο παθιασμένος, ανέκφραστος χαρακτήρας. «Δεν θέλαμε να υποδυθεί έναν αστείο χαρακτήρα», είπε ο ΜακΦάρλαν. «Θέλαμε να κάνει αυτό που κάνει τόσο όμορφα».
Ακούς, λοιπόν, την τραχιά φωνή, βλέπεις το κενό βλέμμα και το 1,93 μ. ύψος, και δεν υπάρχει τίποτα που μπορείς να κάνεις. Σε έχει. «Αντιμετωπίζει τα πάντα σαν να είναι το “Taken” ή η “Λίστα του Σίντλερ”, με την ίδια αυστηρότητα στη φωνή του, τις εκφράσεις του προσώπου και τη γλώσσα του σώματος», είπε ο συμπρωταγωνιστής του Πολ Γουόλτερ Χάουζερ. «Τότε είναι που είναι πιο αστείος».
Για την Πάμελα Αντερσον, η στροφή στην κωμωδία ήταν επίσης μια μεγάλη αλλαγή, παρατηρεί ο Τίμοθι Μπέλα στους New York Times. Βρίσκεται στη μέση μιας ανανέωσης της καριέρας της μετά από μια περίοδο που όλοι τη θεωρούσαν σύμβολο του σεξ. Η ηθοποιός δήλωσε ότι μερικές φορές κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων εξακολουθούσε να αισθάνεται αβέβαιη για τον εαυτό της. Τότε ήταν που ένα απλό «Τα πας περίφημα» του Νίσον την βοηθούσε να ηρεμήσει.
«Εχει τόση γοητεία και τόσο χάρισμα που απλά σε παρασύρει. Δεν μπορώ να το εξηγήσω γιατί δεν το έχω ξαναζήσει», είπε η Αντερσον. «Το να κάνεις κωμωδία σου δίνει πολλή ενέργεια όταν είσαι μέσα σε κάτι τόσο χαρούμενο και ανόητο. Ο Λίαμ έχει κάνει πάνω από 100 ταινίες και ελπίζω να εμπνευστεί να κάνει ακόμη περισσότερες», δήλωσε η συμπρωταγωνίστριά του.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
