Ο τραγέλαφος με τους δασμούς Τραμπ αναταράσσει τις αγορές
Ο τραγέλαφος με τους δασμούς Τραμπ αναταράσσει τις αγορές
Η επίδραση του αμερικανού προέδρου στο χρηματιστήριο των ΗΠΑ και στις διεθνείς αγορές ξεφεύγει αυτή την εβδομάδα από τη σφαίρα των αναλύσεων και των προβλέψεων και περνάει στις ίδιες τις αγορές. Οι οποίες κατέγραψαν απώλειες λόγω των ανησυχιών ότι οι δασμοί του Τραμπ στον Καναδά, στο Μεξικό και στην Κίνα θα οδηγήσουν σε έναν ευρύτερο εμπορικό πόλεμο και θα πλήξουν τη διεθνή οικονομία.
Ο Economist, υπό τον τίτλο «Οι αναταράξεις από τους δασμούς του Τραμπ είναι χειρότερες από ό,τι φανταζόταν κανείς», σημειώνει ότι η παρακολούθηση των δηλώσεών του για το θέμα, από τις πραγματικές ανακοινώσεις έως τις αόριστες απειλές, είναι ένα έργο που προκαλεί ζάλη.
«Τη μία μέρα έχει βαλθεί να καταστρέψει την αλληλεξαρτώμενη βορειοαμερικανική οικονομία (ΗΠΑ και Καναδά μαζί), την άλλη θέλει να κατευνάσει τις αυτοκινητοβιομηχανίες που εξαρτώνται από αυτήν. Οταν πρόκειται για την Κίνα, αμφιταλαντεύεται μεταξύ του να επιβάλλει ολοένα και μεγαλύτερες εισφορές στα προϊόντα της και να υπαινίσσεται την επιθυμία του για μια γιγαντιαία εμπορική συμφωνία. Ενώ σε ό,τι αφορά τις άλλες χώρες, μιλάει δυσοίωνα για μεγάλους αλλά μέχρι στιγμής απροσδιόριστους δασμούς, που θα τεθούν σύντομα σε ισχύ», σχολιάζει το βρετανικό περιοδικό.
Θα ήταν κωμικό αν οι συνέπειες δεν ήταν τόσο σοβαρές, τόσο για την Αμερική όσο και για τον υπόλοιπο κόσμο. Ενόψει των προεδρικών εκλογών του περασμένου έτους, καθώς οι επιχειρήσεις αντιμετώπιζαν τις αβεβαιότητες της εμπορικής ατζέντας του Τραμπ, οι αναλυτές εξέταζαν διάφορα σενάρια. Οπως θυμίζει ο Economist, οι πιο απαισιόδοξοι επικεντρώνονταν στην πρότασή του να επιβάλει καθολικούς δασμούς σε όλα τα αγαθά που εισέρχονται στην Αμερική.
Η Moody’s Analytics υπολόγισε ότι τέτοιες εισφορές θα μπορούσαν να μειώσουν το ΑΕΠ των ΗΠΑ κατά σχεδόν 3% σε σχέση με την προβλεπόμενη πορεία του μέχρι το 2026, μια μείωση πολύ μεγάλη, που θα σήμαινε σχεδόν σίγουρα ύφεση. Ενώ τα πλήγματα για τις μεγάλες εξαγωγικές χώρες, ιδίως την Κίνα και το Μεξικό, θα ήταν ακόμη μεγαλύτερα.
Οι περισσότεροι παρατηρητές απέρριπταν τέτοια σενάρια ως παρατραβηγμένα. Μήπως πίστευαν ότι ο Τραμπ δεν τα εννοούσε όλα αυτά και ότι θα συνερχόταν όταν το χρηματιστήριο κατέγραφε τη δυσαρέσκειά του;
«Εξι εβδομάδες μετά την έναρξη της προεδρίας του, τα χειρότερα σενάρια φαίνονται πολύ πιθανά» τονίζει η βρετανική επιθερώρηση. Ο Τραμπ έχει αρχίσει να προσθέτει δασμούς σε δασμούς, σε ένα συνονθύλευμα προστατευτισμού. Επιτίθεται σε συγκεκριμένα προϊόντα, υποσχόμενος εισφορές 25% στο αλουμίνιο, στον χαλκό, στην ξυλεία και στον χάλυβα.
Εχει θέσει στο στόχαστρο τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους των ΗΠΑ, επιβάλλοντας δασμούς 25% στον Καναδά και στο Μεξικό, συν 20% στην Κίνα (επιπλέον του μέσου δασμού σχεδόν 20% που ήδη εφαρμόζεται στα περισσότερα κινεζικά προϊόντα). Και έχει υποσχεθεί ότι πολύ περισσότεροι θα επιβληθούν στις 2 Απριλίου, όταν η Αμερική θα δημιουργήσει ένα τείχος από δασμούς, φόρους και άλλα εμπόδια, που θα αντιστοιχούν σε ό,τι επιβάλλουν οι άλλες χώρες στα αμερικανικά προϊόντα.
Σε ομιλία του προς τα δύο σώματα του Κογκρέσου στις 4 Μαρτίου, ο Τραμπ παρουσίασε τη φιλοσοφία του: «Μας κλέβουν εδώ και δεκαετίες σχεδόν όλες οι χώρες του κόσμου και δεν θα το επιτρέψουμε άλλο».
Ο Economist σχολιάζει ότι μεγάλο μέρος της συζήτησης στα μέσα ενημέρωσης σχετικά με τους δασμούς του Τραμπ επικεντρώθηκε στον πληθωριστικό αντίκτυπό τους. Ο Μπράιαν Κορνέλ, επικεφαλής της Target, μιας εταιρείας λιανικών πωλήσεων, προειδοποίησε ότι οι τιμές των φρούτων και των λαχανικών θα μπορούσαν να αυξηθούν τις επόμενες ημέρες λόγω της εξάρτησης της Αμερικής από προϊόντα που προέρχονται από το Μεξικό.
Εάν οι αλυσίδες εφοδιασμού που διασχίζουν τον Καναδά και το Μεξικό μπλεχτούν με τους δασμούς, η τιμή των SUV που συναρμολογούνται στη Βόρεια Αμερική θα μπορούσε να αυξηθεί κατά 9.000 δολάρια, σύμφωνα με αναλυτές. Ωστόσο, για να αποτελέσει πραγματικά πρόβλημα ο πληθωρισμός, θα απαιτούσε όχι απλώς μια εφάπαξ αύξηση των τιμών, αλλά συνεχείς αυξήσεις, διευκρινίζει το βρετανικό περιοδικό. Και για να συμβεί αυτό, η καταναλωτική ζήτηση θα πρέπει να παραμείνει ζωηρή.
Βουτιά στο χρηματιστήριο, αλλά και στην πραγματική αγορά
Εν τω μεταξύ, ο τρόπος με τον οποίο αντέδρασαν οι αγορές στους δασμούς του Τραμπ δείχνει ότι οι ανησυχίες για την οικονομική ανάπτυξη υποσκελίζουν τους φόβους για τον πληθωρισμό. Ο δείκτης S&P 500 των μεγάλων αμερικανικών επιχειρήσεων έχει υποχωρήσει στο σημείο που βρισκόταν πριν από την εκλογική νίκη του Τραμπ τον Νοέμβριο, εξανεμίζοντας κέρδη άνω των 3 τρισ. δολαρίων.
Οι αποδόσεις των κρατικών ομολόγων έχουν υποχωρήσει, καθώς οι επενδυτές αναμένουν περισσότερες μειώσεις επιτοκίων από την Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ φέτος, κάτι που οι κεντρικοί τραπεζίτες θα έκαναν μόνο αν ανησυχούσαν περισσότερο για την αγορά εργασίας, παρά για τον κίνδυνο αναζωπύρωσης του πληθωρισμού.
Οι δασμοί επιβαρύνουν την ανάπτυξη με διάφορους τρόπους, εξηγεί ο Economist. Οι υψηλότερες τιμές εισαγωγής αυξάνουν το κόστος παραγωγής για τις εγχώριες επιχειρήσεις. Το υψηλότερο κόστος για τους αγοραστές μειώνει τα πραγματικά τους εισοδήματα και συνεπώς την αγοραστική τους δύναμη.
Η επίδραση αυτή είναι ήδη ορατή στη βουτιά του καταναλωτικού κλίματος που καταγράφεται στις ΗΠΑ. Οταν οι άλλες χώρες προβούν σε αντίποινα –κάτι αναπόφευκτο– οι εξαγωγές θα υποφέρουν: εκείνες προς το Μεξικό και τον Καναδά θα μπορούσαν να μειωθούν έως και 60%, σύμφωνα με την Oxford Economics.
Παράλληλα, σύμφωνα με τη βρετανική επιθεώρηση, οι βουτιές στο χρηματιστήριο αντανακλούν και μια σύσφιξη των χρηματοπιστωτικών συνθηκών, η οποία δημιουργεί προκλήσεις χρηματοδότησης για τις επιχειρήσεις. Τέλος, η σύγχυση σχετικά με την εφαρμογή των δασμών αποτελεί από μόνη της εμπόδιο για τις επενδύσεις.
Ενας δείκτης που αποτυπώνει την αβεβαιότητας της παγκόσμιας εμπορικής πολιτικής, δημιουργημένος από οικονομολόγους της Fed, βρίσκεται τώρα στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων έξι και πλέον δεκαετιών, πολύ πάνω από την προηγούμενη κορυφή του 2018, όταν ο Τραμπ στόχευε κυρίως την Κίνα.
Η αβεβαιότητα αυτή αντανακλά το γεγονός ότι ο Τραμπ κινείται γρήγορα και επιθετικά. Η πρώτη του θητεία περιλάμβανε στενότερους δασμούς στον χάλυβα και στο αλουμίνιο, καθώς και μια παρατεταμένη διαμάχη με την Κίνα. Τελικά, οι δασμοί του κ. Τραμπ κάλυψαν αμερικανικές εισαγωγές αξίας σχεδόν 400 δισ. δολαρίων. Ούτε καν δύο μήνες μετά την έναρξη της νέας θητείας του, οι δασμοί του φτάνουν σε εισαγωγές αξίας 1,4 τρισ. δολαρίων, ένα ποσό που θα μπορούσε σύντομα να αρχίσει να αυξάνεται, και μάλιστα με ταχείς ρυθμούς.
Ο Economist σημειώνει ότι, με δεδομένο τον εμφανή οικονομικό πόνο που προκαλούν οι εξελίξεις, πολλοί εξακολουθούν να πιστεύουν ότι ο Τραμπ θα υποχωρήσει και δεν θα εφαρμόσει τα πιο ακραία μέτρα του. Στις 5 Μαρτίου συμφώνησε να χορηγήσει σε όσες αυτοκινητοβιομηχανίες συμμορφώνονται με μια εμπορική συμφωνία του 2020 μηνιαία αναβολή στους δασμούς που είχε επιβάλει στον Καναδά και στο Μεξικό μία ημέρα νωρίτερα.
Σε κάθε περίπτωση, το ζιγκ-ζαγκ σε μια τόσο σημαντική πολιτική, όπως το καθεστώς των δασμών, σε καμία περίπτωση δεν εγγυάται ένα σταθερό επιχειρηματικό περιβάλλον. Με άλλα λόγια, με ευθύνη του Τραμπ, η αμερικανική οικονομία ίσως μπαίνει ξανά στο τρενάκι του φόβου.
Ακολουθήστε το Protagon στο Google News
