Το 1985, οι σοβιετικοί πράκτορες που εργάζονταν για τη CIA άρχισαν ξαφνικά να εξαφανίζονται από προσώπου Γης. Ενας προς έναν, αυτοί οι Δυτικοί πληροφοριοδότες άρχισαν να συλλαμβάνονται από την KGB, να ανακρίνονται και, σε αρκετές περιπτώσεις, να εκτελούνται.
Ο Ολεγκ Γκορντιέφσκι ήταν ένας από εκείνους τους διπλούς πράκτορες. Ως επικεφαλής του σταθμού της KGB στο Λονδίνο, εργαζόταν κρυφά, για πολλά χρόνια, για τη βρετανική μυστική υπηρεσία MI6. Ξαφνικά, μια μέρα βρέθηκε στη Μόσχα ναρκωμένος, εξαντλημένος μετά από πέντε ώρες ανάκρισης και αντιμέτωπος με πιθανή εκτέλεση. Γλίτωσε οριακά όταν η MI6 τον έβγαλε μυστικά από τη Ρωσία στο πορτμπαγκάζ ενός αυτοκινήτου.
Ο Γκορντιέφσκι προσπαθούσε επί εννέα χρόνια να καταλάβει ποιος τον είχε προδώσει, όπως ανέφερε στην εκπομπή του BBC «Newsnight» το Φεβρουάριο του 1994. Δύο μήνες αργότερα ο σοβιετικός πράκτορας της MI6 έλαβε την απάντηση στα ερωτήματά του, όταν ένας βετεράνος της CIA, ο Ολντρις Εϊμς, ομολόγησε σε αμερικανικό δικαστήριο πως ήταν ο διπλός πράκτορας που είχε καταδώσει «σχεδόν όλους τους σοβιετικούς πράκτορες της Δύσης» που γνώριζε.
Στις 28 Απριλίου 1994 ο Εϊμς παραδέχτηκε ότι είχε αποκαλύψει τις ταυτότητες περισσότερων από 30 Δυτικών πρακτόρων και είχε θέσει σε κίνδυνο πάνω από 100 μυστικές επιχειρήσεις. Ηταν γνωστός στην KGB με το κωδικό του όνομα, «Κολοκόλ» (Κουδούνα) και η προδοσία του οδήγησε στην εκτέλεση τουλάχιστον 10 μελών των μυστικών υπηρεσιών της CIA – μεταξύ των οποίων και του στρατηγού Ντμίτρι Πολιάκοφ, ανώτερου αξιωματούχου των μυστικών υπηρεσιών του σοβιετικού στρατού, ο οποίος παρείχε πληροφορίες στη Δύση για περισσότερα από 20 χρόνια.
Ο πιο επιζήμιος πράκτορας της KGB στην ιστορία των ΗΠΑ καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη χωρίς αναστολή. Ακριβώς όπως η αποκάλυψη του βρετανού κατασκόπου Κιμ Φίλμπι ως σοβιετικού πράκτορα τη δεκαετία του 1960 (των διαβόητων «πέντε του Κέιμπριτζ») είχε συγκλονίσει το βρετανικό κατεστημένο, έτσι και η αποκάλυψη του Εϊμς εξέθεσε την κοινότητα των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών.
Ο ρόλος του ως επικεφαλής του τμήματος σοβιετικής αντικατασκοπείας της CIA τού προσέφερε απεριόριστη πρόσβαση σε απόρρητες πληροφορίες για τις μυστικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ κατά της ΕΣΣΔ και κυρίως στις ταυτότητες των πρακτόρων της στο πεδίο. Παράλληλα, ο Εϊμς ήταν παρών και σε συναντήσεις για ενημερώσεις άλλων Δυτικών μυστικών υπηρεσιών.
Ετσι ήρθε σε επαφή με τον πιο πολύτιμο κατάσκοπο του Ηνωμένου Βασιλείου, τον Γκορντιέφσκι, έναν συνταγματάρχη της KGB που μετέφερε ζωτικής σημασίας πληροφορίες σε δύο βρετανικές υπηρεσίες, την MI6 και την MI5. Στη διάρκεια αυτών των συναντήσεων υπέβοσκε ένα σουρεαλιστικό σκηνικό – ο κορυφαίος αποστάτης της KGB ενημερώνονταν από τον κορυφαίο μυστικό πράκτορα της KGB.
Ο Εϊμς ήρθε σε επαφή με τον κόσμο της κατασκοπείας σε νεαρή ηλικία: ο πατέρας του ήταν αναλυτής της CIA και βοήθησε τον γιο του να βρει δουλειά στην υπηρεσία μόλις εκείνος εγκατέλειψε το κολέγιο. Αλλά η επιλογή του να προδώσεις τις μυστικές υπηρεσίες της χώρας του υπαγορεύτηκε λιγότερο από ιδεολογία και περισσότερο από οικονομικές ανάγκες.
Αρχικά φαινόταν φέρελπις στην αντικατασκοπεία. Τοποθετήθηκε μαζί με τη σύζυγό του Νάνσι Σέγκεμπαρθ, επίσης πράκτορα της CIA, στην Τουρκία στα τέλη της δεκαετίας του 1960, όπου του ανατέθηκε η στρατολόγηση ξένων πρακτόρων. Αλλά το 1972 η CIA τον ανακάλεσε στις ΗΠΑ θεωρώντας ότι δεν ήταν κατάλληλος για επιτόπιες αποστολές. Ακολούθως ο Εϊμς έμαθε τη ρωσική γλώσσα και του ανατέθηκε ο σχεδιασμός επιχειρήσεων κατά σοβιετικών πρακτόρων.
Τα προβλήματα του πατέρα του με το αλκοόλ τού είχαν κοστίσει την καριέρα του στη CIA, αλλά ο αλκοολισμός αποδείχτηκε γενεαλογικό χαρακτηριστικό και για τον Εϊμς, εκτροχιάζοντας την καριέρα του. Το 1972 συνάδελφός του τον εντόπισε μεθυσμένο να φλερτάρει αδέξια με μια συνάδελφό του. Αποδείχθηκε όμως και απρόσεκτος: το 1976 ξέχασε μια βαλίτσα με απόρρητες πληροφορίες σε βαγόνι τρένου.
Σε μια απόπειρα συμμαζέματος της καριέρας του, το 1981 δέχτηκε νέα μετάθεση, αυτή τη φορά στην Πόλη του Μεξικού – με τη σύζυγό του να παραμένει στο σπίτι τους στη Νέα Υόρκη. Αλλά η συμπεριφορά του και ο καλπάζων αλκοολισμός του εξακολουθούσαν να βάζουν τρικλοποδιές στη δουλειά του.
Ενεπλάκη σε τροχαίο ατύχημα στο Μεξικό και, όντας μεθυσμένος, αδυνατούσε να απαντήσει στις ερωτήσεις της τοπικής αστυνομίας, ακόμα και να αναγνωρίσει τον αξιωματούχο της αμερικανικής πρεσβείας που είχε σταλεί για να τον βοηθήσει. Μετά από έναν άλλο μεθυσμένο καβγά –και ανταλλαγή βωμολοχιών– με κουβανό διπλωμάτη σε επίσημη εκδήλωση της αμερικανικής πρεσβείας, ο προϊστάμενός του τον έστειλε για επαναξιολόγηση στις ΗΠΑ.
Προς τα τέλη του 1982 ξεκίνησε εξωσυζυγική σχέση με τη Μαρία ντελ Ροζάριο Κάσας Ντουπουί, μια κολομβιανή πολιτιστική ακόλουθο που είχε προσληφθεί από τη CIA. Η σχέση σταδιακά σοβάρεψε και ο Εϊμς αποφάσισε να χωρίσει τη σύζυγό του, να παντρευτεί τη Ροζάριο και να την φέρει μαζί του στις ΗΠΑ.
Παρά την κάθε άλλο παρά υποδειγματική απόδοσή του στη CIA, κατόρθωνε να ανελίσσεται στις τάξεις της. Με την επιστροφή του στην έδρα της υπηρεσίας, το 1983, διορίστηκε επικεφαλής του τμήματος αντικατασκοπείας για τις σοβιετικές επιχειρήσεις – γεγονός που του προσέφερε ευρεία πρόσβαση σε πληροφορίες αναφορικά με τις παράνομες δραστηριότητες της CIA.
Ως μέρος του διακανονισμού του διαζυγίου του είχε συμφωνήσει να πληρώνει τα χρέη που είχαν συσσωρεύσει ως ζευγάρι με τη Νάνσι, καθώς και να της καταβάλλει μηνιαία διατροφή. Εξαιτίας των ακριβών γούστων της νέας συζύγου του, της αδυναμίας της στα ψώνια και των συχνών τηλεφωνημάτων στην οικογένειά της στην Κολομβία, τα οικονομικά προβλήματα του Εϊμς ξέφυγαν από τον έλεγχό του.
Μετά την αποκάλυψή του ως διπλού πράκτορα είπε στον τότε γερουσιαστή της Αριζόνα Ντένις ΝτεΚοντσίνι ότι τα αυξανόμενα χρέη του τον οδήγησαν στη σκέψη να αρχίσει να πουλάει μυστικά στα οποία είχε πρόσβαση. Στις 16 Απριλίου 1985, αφού είχε πιει μερικά ποτά για να πάρει κουράγιο, ο Εϊμς μπήκε μόνος του στη ρωσική πρεσβεία στην Ουάσινγκτον.
Εδωσε στον ρεσεψιονίστ έναν φάκελο που περιείχε τα ονόματα κάποιων διπλών πρακτόρων, μια σειρά εγγράφων που αποδείκνυαν τα διαπιστευτήριά του ως πράκτορα της CIA και ένα σημείωμα με το οποίο απαιτούσε 50.000 δολάρια. Σε μεταγενέστερη κατάθεσή του στη Γερουσία ισχυρίστηκε ότι αρχικά πίστευε πως αυτή θα ήταν μια συμφωνία που θα τον έβγαζε από τη δεινή οικονομική θέση του. Σύντομα συνειδητοποίησε ότι η κίνησή του αυτή τον είχε δεσμεύσει για πάντα.
Τα επόμενα εννέα χρόνια ο Εϊμς πληρωνόταν για να διαβιβάζει στην KGB πληθώρα άκρως απόρρητων πληροφοριών. Αντέγραφε διαβαθμισμένα έγγραφα με λεπτομερείς περιγραφές συσκευών παρακολούθησης του διαστημικού προγράμματος της Μόσχας από τη CIA, τεχνολογιών αιχμής που μετρούσαν τις πυρηνικές κεφαλές των σοβιετικών πυραύλων και άλλα. Τα τύλιγε σε πλαστικές σακούλες και απλώς τα έβγαζε από τα κτίρια της CIA.
Δεδομένου ότι ο ρόλος του περιλάμβανε επίσημες συναντήσεις με ρώσους διπλωμάτες, συχνά συναντούσε τους χειριστές του πρόσωπο με πρόσωπο σε δημόσιους χώρους χωρίς να κινεί υποψίες. Παράλληλα άφηνε πακέτα απόρρητων εγγράφων σε μυστικές προκαθορισμένες τοποθεσίες – τα γνωστά από τις ταινίες κατασκοπίας «dead drops».
Πριν από κάθε τέτοιου είδους μεταφορά άφηνε με κιμωλία ένα σημάδι σε ένα γραμματοκιβώτιο και οι ρώσοι πράκτορες γνώριζαν έτσι ότι θα πραγματοποιούσε παράδοση στο προκαθορισμένο σημείο. Αντιστοίχως, όταν τα έγγραφα έφθαναν στα χέρια των Σοβιετικών, το σημάδι με την κιμωλία σβηνόταν, έτσι ώστε ο Εϊμς να γνωρίζει ότι η μεταφορά ολοκληρώθηκε με ασφάλεια.
Μέσω της διαρροής των μυστικών πληροφοριών του η KGB εντόπισε σχεδόν όλους τους κατασκόπους της CIA στη Σοβιετική Ενωση, τερματίζοντας ουσιαστικά τις μυστικές επιχειρήσεις των ΗΠΑ εκεί. Υπό αυτό το πρίσμα, ο Εϊμς έγινε ο διπλός πράκτορας που κόστισε τη ζωή περισσότερων ζωών στις αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες από οποιονδήποτε άλλον στην ιστορία της CIA.
Η ξαφνική εξαφάνιση τόσων πολλών πρακτόρων σήμανε συναγερμό στην αμερικανική υπηρεσία και πυροδότησε την αναζήτηση του μυστηριώδους μυστικού πράκτορα στους κόλπους της το 1986 – αλλά ο Εϊμς συνέχισε να διαφεύγει των ραντάρ της CIA επί σχεδόν μία ακόμη δεκαετία. Το ύψος των συνολικών απολαβών του από τη Σοβιετική Ενωση πλησίαζε τα 2,5 εκατ. δολάρια – ποσό τρομακτικό για την εποχή.
Και όμως, δεν έκρυψε ποτέ τα παρανόμως αποκτηθέντα κέρδη του. Παρότι δεν έπαιρνε ποτέ μισθό άνω των 70.000 δολαρίων ετησίως, είχε αγοράσει ένα καινούργιο σπίτι αξίας 540.000 δολαρίων με μετρητά, είχε ξοδέψει δεκάδες χιλιάδες δολάρια για βελτιώσεις στο σπίτι και είχε αποκτήσει μια Jaguar. Τελικά, το 1994, η πολυτελής και πολυέξοδη ζωή του οδήγησαν τους ερευνητές του FBI στα ίχνη του.
Μετά τη σύλληψή του συνεργάστηκε με τις Αρχές περιγράφοντας λεπτομερώς την έκταση των δραστηριοτήτων του, με αντάλλαγμα μια συμφωνία που εξασφάλιζε επιεική ποινή για τη Ροζάριο – η οποία παραδέχτηκε ότι γνώριζε για τα μετρητά και τις συναντήσεις του με τους Σοβιετικούς. Τελικά εκείνη αφέθηκε ελεύθερη πέντε χρόνια αργότερα, αλλά ο Εϊμς συνεχίζει να εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης σε ομοσπονδιακή φυλακή των ΗΠΑ στο Τερ Χοτ της Ιντιάνα.
Εως και στις μέρες μας, ο πιο υψηλόβαθμος αξιωματικός της CIA που αποκαλύφθηκε ποτέ ως διπλός πράκτορας δείχνει ελάχιστη μεταμέλεια για τις πράξεις του και για τους θανάτους που προκάλεσε. Σύμφωνα με τους πράκτορες του FBI που τον επισκέπτονται στη φυλακή, εξακολουθεί να έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του και, παρότι λυπάται για το γεγονός ότι συνελήφθη, δεν μετανιώνει που έγινε κατάσκοπος των Ρώσων.
